“Χαράσσουμε ένα βατό μονοπάτι επαναπατρισμού και άλλων πολύτιμων τμημάτων της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, στέλνοντας ένα μήνυμα σε κράτη, σε μουσεία, σε οργανισμούς, σε συλλέκτες, ότι αυτός ο γυρισμός, […] δεν είναι απλά ηθικά επιβεβλημένος, αλλά είναι και τεχνικά, νομικά εφικτός”
Κυριάκος Μητσοτάκης, 2/11/2022
Με αυτά τα λόγια επισφράγισε ο πρωθυπουργός της χώρας την αλλαγή εκ βάθρων της μέχρι σήμερα ασκούμενης πολιτικής επαναπατρισμού παρανόμως κτηθέντων αρχαίων, υπαναχωρώντας από την πάγια θέση για διεκδίκηση κλεμμένων αρχαιοτήτων με βάση την ελληνική νομοθεσία και τις διεθνείς συμβάσεις.
Εκφωνήθηκαν στα κλειστά εγκαίνια, που έλαβαν την μορφή ιδιωτικού πάρτι του Κυριάκου Μητσοτάκη, κυβερνητικών στελεχών και αρχαιοκαπηλικών κύκλων, της ψευδεπίγραφης έκθεσης «Γυρισμός. Κυκλαδικοί θησαυροί στο ταξίδι της επιστροφής», στο ιδιωτικό Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης.
Πρόκειται για την πρώτη πράξη υλοποίησης, με την περιοδική έκθεση για έναν χρόνο των 15 από τα 161 εν συνόλω αντικείμενων που περιλαμβάνει η Συλλογή του βαθύπλουτου αμερικανού Λέοναρντ Στερν, της επικίνδυνης και σκανδαλώδους Συμφωνίας που υπέγραψε το περασμένο καλοκαίρι η υπουργός πολιτισμού Λίνα Μενδώνη και κυρώθηκε, με μόνες τις ψήφους της κυβερνητικής πλειοψηφίας στη Βουλή τον Σεπτέμβρη, ως νόμος (Ν. 4968/2022 «Κύρωση της Συμφωνίας μεταξύ του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης της Αθήνας, του Μητροπολιτικού Μουσείου Τέχνης της Νέας Υόρκης και του Ινστιτούτου Αρχαίου Ελληνικού Πολιτισμού του Ντελαγουέρ, σχετικά με την επιστροφή στην Ελλάδα, ιδιωτικής συλλογής εκατόν εξήντα μίας (161) αρχαιοτήτων του Κυκλαδικού Πολιτισμού, ευρισκόμενης στη Νέα Υόρκη και την έκθεση αυτής στο Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης της Νέας Υόρκης»).
Στην πραγματικότητα, η υπουργός πολιτισμού, κατά παράβαση των κείμενων διατάξεων και ερήμην των αρμόδιων υπηρεσιών και των διωκτικών αρχών, προχώρησε στην υπογραφή μιας σκανδαλώδους Συμφωνίας με ιδιώτες, χωρίς καν να ελέγξει την προέλευση των αρχαιοτήτων, την γνησιότητά τους και την διαδρομή που ακολούθησαν μέχρι να βρεθούν στα χέρια του Στερν στην Ν. Υόρκη.
Υπό κανονικές συνθήκες, η επονομαζόμενη συλλογή Στερν που, όπως σταδιακά αποκαλύπτεται, έχει συγκροτηθεί από προϊόντα λαθρανασκαφής και παράνομης διακίνησης, θα έπρεπε να έχει κατασχεθεί άμεσα υπέρ του ελληνικού δημοσίου και να επιστρέψει στη χώρα, και όχι να γίνεται αντικείμενο «διαπραγμάτευσης» της ελληνικής κυβέρνησης με ιδιωτικά Μουσεία και ιδιωτικά Ιδρύματα.
Αντίθετα, με τη Συμφωνία-νόμο οι 161 κυκλαδικές αρχαιότητες παραχωρούνται για πενήντα χρόνια στο Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης της Νέας Υόρκης, ενώ η κατοχή της συλλογής «κληροδοτείται» από τον Λέοναρντ Στερν στην εταιρεία HACI-Hellenic Ancient Culture Institute INC, άμεσων συμφερόντων του ίδιου, καθώς στην Διοίκησή του μετέχει ο γιός του και ο οικονομικός διευθυντής των επιχειρήσεών του…
Όπως γίνεται φανερό, η υπόθεση αυτή δεν είναι ούτε «επαναπατρισμός» κλαπέντων αρχαίων ούτε «ρεαλιστική και υπεύθυνη» διεκδίκηση, όπως ισχυρίστηκε ο πρωθυπουργός. Είναι μια καραμπινάτη περίπτωση απεμπόλησης κυριαρχικών δικαιωμάτων του ελληνικού δημοσίου επί μνημείων του κυκλαδικού πολιτισμού, μια άδηλων ανταλλαγμάτων συναλλαγή που υπαγορεύτηκε αποκλειστικά και μόνο από την ανάγκη εξυπηρέτησης ιδιωτικών οικονομικών συμφερόντων – εν προκειμένω ενός ιδιώτη που επί δεκαετίες συνέλεγε αρχαιότητες μέσα από «γκρίζες» διαδρομές, χρηματοδοτώντας τα κυκλώματα διεθνούς διακίνησης αρχαιοτήτων, και τώρα «ξεπλένει» τη συλλογή του με την βούλα του ελληνικού κράτους, αλλά και δύο ιδιωτικών μουσείων, όπως είναι το Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης και το Κυκλαδικό Μουσείο-Γουλανδρή, που θα δουν τα άμεσα και έμμεσα έσοδά τους, μέσα από την προβολή αρχαιοκαπηλικών συλλογών, να πολλαπλασιάζονται.
Με την υπόθεση Στερν, η ελληνική κυβέρνηση επιστρέφει σε πολιτικές της δεκαετίας του 50 και του 60, όταν οι αρχαιοκάπηλοι βαφτίζονταν «συλλέκτες» και «δωρητές», μια εξέλιξη που δεν προοιωνίζει τίποτα θετικό και για ζητήματα όπως η διεκδίκηση επιστροφής στη χώρα των γλυπτών του Παρθενώνα.
Η φιέστα των κλειστών εγκαινίων στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, με τον πρωθυπουργό να ομολογεί κυνικά πως και ο ίδιος επισκέφθηκε το σπίτι του Στερν στην Ν. Υόρκη για να θαυμάσει την αρχαιοκαπηλική συλλογή πριν καν αυτή «ξεπληθεί», με τις κυκλαδικές αρχαιότητες της 3ης χιλιετίας π.Χ. να εκτίθενται σαν διακοσμητικά μπιμπελό με φόντο λευκές κουρτίνες, χωρίς αρχαιολογικά δεδομένα και ιστορικά συμφραζόμενα, με την απώθηση από τις αστυνομικές δυνάμεις των διαδηλωτών που φώναζαν έξω από τον χώρο των εγκαινίων «Κλεμμένα είναι!», συμπληρώνει με χαρακτηριστικές πινελιές την εικόνα μια πολιτικής που πρέπει να ανατραπεί.
Στάθης Γκότσης, ιστορικός – γενικός γραμματέας Ενιαίου Συλλόγου Υπαλλήλων ΥΠΠΟ Αττικής, Στερεάς και Νήσων