19 C
Athens
Παρασκευή, 8 Νοεμβρίου, 2024

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Το θέατρο στον καιρό της πανδημίας, της Όλγας Μοσχοχωρίτου

 

Μια ευχάριστη κατ’ αρχάς έκπληξη περίμενε τους έγκλειστους λόγω της πανδημίας του κορονοϊού Έλληνες, προσφορά από τον περισσότερο ίσως πληττόμενο κλάδο της παραγωγής και τους σ’ αυτόν εργαζόμενους της χώρας.

Μιλάμε για τις θεατρικές σκηνές, κρατικές και μη, τους ηθοποιούς που ερμηνεύουν τους ρόλους αλλά και το υπόλοιπο καλλιτεχνικό και τεχνικό προσωπικό που είναι απαραίτητο για να ανέβει η παράσταση.

Η μία θεατρική σκηνή μετά την άλλη γνωστοποιούσε ότι προσέφερε on line και δωρεάν στο διαδίκτυο, θεατρικές παραστάσεις του ρεπερτορίου της.

Εξαίρεση ελάχιστες σκηνές που έβαλαν ένα μικρό αντίτιμο στην παρακολούθηση , όπως το θέατρο Πορεία και το Θέατρο Τέχνης και για παραστάσεις της τρέχουσας σαιζόν και όχι αυτές του αρχείου (θέατρο on demand).

Πράγματι, η δυνατότητα να παρακολουθήσουν παραστάσεις από μακριά, οι κάτοικοι όχι μόνο του κέντρου αλλά και της περιφέρειας, έμοιαζε πολύ δελεαστική και φυσικά, αποτέλεσε κοινωνική προσφορά ενός κλάδου που μαστίζεται άγρια από την απόλυτη ανεργία έως την ένδεια.

Κρατούμε μόνο επιφύλαξη για το εάν συμφώνησαν οι συντελεστές αυτών των παραστάσεων στην ελεύθερη διάθεσή τους και εάν αποποιήθηκαν τα όποια πνευματικά τους δικαιώματα, γεγονός σοβαρό εφόσον εκτός της οικονομικής παραμέτρου, υπάρχει και μια βαθύτατα πολιτική που αφορά στη δημιουργία στην κοινωνία της άποψης ότι «η τέχνη, δεν αποτελεί εργασία αλλά hobby».

Εν πάση περιπτώσει αυτό άπτεται μιας άλλης μεγάλης συζήτησης, για την απαξίωση ουσιαστικά της πνευματικής και καλλιτεχνικής δημιουργίας , ως έργου αποτιμώμενου εις χρήμα, όπως όλα άλλωστε τα εμπορεύματα στον καπιταλισμό που ζούμε. Στην χώρα μας όμως κατά τα χρόνια της κρίσης κυρίως, επικράτησε ένα είδος περίεργου «σοσιαλισμού» στο καλλιτεχνικό γίγνεσθαι, με όλους να απαιτούν δωρεάν καλλιτεχνική εργασία, και εν προκειμένω από τους ηθοποιούς, εν όψει της κάθε κρίσης.

Το είδαμε ακόμα και σε κρατικούς θεσμούς όπως το Φεστιβάλ Αθηνών, το είδαμε σε μεγάλους επιχειρηματίες του χώρου και φυσικά το «δωρεάν», διαδόθηκε μέσω των γνωστών μεγάλων πολιτιστικών Ιδρυμάτων.

Είναι σίγουρο ότι εάν δεν σταματήσει τώρα αυτή η τακτική, ο ελεύθερος καλλιτέχνης όπως τον γνωρίσαμε έως σήμερα, απλά θα πάψει να υπάρχει και θα επικρατήσει η γενική ιδρυματοποίηση της τέχνης και πολιτικά και οικονομικά και πολιτιστικά.

Απ’ αυτήν την άποψη η εμπειρία των καλλιτεχνικών σωματείων των ΗΠΑ, μπορούν να μας παρέχουν μία πολύ χρήσιμη εμπειρία. Θέμα που αξίζει να παρουσιάσουμε μια επόμενη φορά.

Όμως πέραν των ανωτέρω, το ερώτημα που προκύπτει μετά από δύο περίπου μήνες on line παρακολούθησης θεατρικών παραστάσεων, είναι εάν αποτελεί μία τέτοια «τηλεμεταφορά» ή «ψηφιακή μεταφορά», μία εναλλακτική της ζωντανής παρακολούθησης, εάν συνάδει με την ίδια τη θεατρική τέχνη και τους όρους της πραγμάτωσής της.

Πολύ συζήτηση έχει γίνει και σε επίπεδο θεωρίας στην αντίστοιχη επιστημονική κοινότητα των θεατρολόγων αλλά και του κοινού η σύνδεση του θεάτρου με τις ψηφιακές τέχνες, η ενσωμάτωση των τεχνολογικών εξελίξεων στη θεατρική αισθητική.

Όμως πλέον δεν αποτελεί παράξενο ο σκηνικός χώρος να μοιάζει σαν κινηματογραφικό στούντιο, με κάμερες, μακέτες σκηνικών, καλώδια, τροχαλίες, μικρόφωνα και βιντεοπροβολές, που καλούν μάλιστα το κοινό σε διάδραση, πολλές φορές με ένα κινητό τηλέφωνο στο χέρι.

Έχουμε παρακολουθήσει τέτοιες πειραματικές παραστάσεις , κυρίως στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών αλλά και των δράσεων της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση. Το συγκρότημα Rimini Protokoll από την Ολλανδία που για πολλά χρόνια ασχολείται με το βιωματικό θέατρο και το Θέατρο Ντοκουμέντο, αποτελεί ένα παράδειγμα, ίσως το πιο ενδιαφέρον απ’ όλα.

Στην προκειμένη όμως περίπτωση δεν μιλάμε για κάτι τέτοιο. Μιλάμε για την μεταφορά ενός έργου τέχνης που δημιουργήθηκε με τη δική του γλώσσα, σε μια άλλη ξένη προς αυτό. Διότι η θεατρική γλώσσα εμπεριέχει την εκ του σύνεγγυς συνομιλία με ένα ζωντανό κοινό. Ουσιαστικά το «θεατρικό γεγονός» απαρτίζεται τόσο από τη σκηνή, όσο και από την πλατεία. Η αλληλεπίδραση, η σωματική επαφή, η ανταλλαγή των οσμών και των σωματικών εκφράσεων αμφοτέρων των συντελεστών (σκηνής και πλατείας), φτιάχνουν ή δε φτιάχνουν τη λεγόμενη θεατρική μαγεία. Γι’ αυτό η κάθε παράσταση είναι διαφορετική από την επανάληψή της την επομένη ημέρα. Γι’ αυτό το στοίχημα κερδίζεται ή χάνεται σε μια στιγμή, μέσα στη σκοτεινή αίθουσα, όπου ο ιδρώτας, τα δάκρυα ή τα γέλια των ηθοποιών, συναντιόνται με κείνα των θεατών. Αυτή η τελετουργία των αγγιγμάτων αποτελεί και την πραγματική «κάθαρση». Εκεί έγκειται η δύναμη του θεάτρου.

Ούτε καν ως «υβριδική» δεν θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε τη γλώσσα επικοινωνίας μεταξύ των χρηστών του διαδικτύου και της βιντεοσκοπημένης ή κινηματογραφημένης παράστασης.

Ακόμα και για όσους παρακολούθησαν τις άρτια βιντεοσκοπημένες παραστάσεις του «Βασιλικού Θεάτρου» του Λονδίνου στο Μέγαρο Μουσικής τα τελευταία χρόνια, η εμπειρία ήταν μεν ενδιαφέρουσα, αλλά δεν είχε καμία σχέση με την ζωντανή συμμετοχή στην παρακολούθηση της θεατρικής παράστασης. Μάλλον ως παρακολούθηση κινηματογραφικής ταινίας επρόκειτο παρά για θέατρο. Φυσικά κανείς δεν θα είχε αντίρρηση να παρακολουθήσει τον «Άμλετ» ή το «Ρωμαίο και Ιουλιέτα» του Τζεφιρέλι, αλλά φυσικά ουδείς διανοείται ότι παρακολουθεί θέατρο. Άλλη η τεχνική κι η αισθητική της 7ης τέχνης. Άλλο η μείξη των καλλιτεχνικών ειδών κι άλλο η με διάφορους τρόπους μετάδοση αυτών.

Παρακολούθησα την σωστά κινηματογραφημένη παράσταση του «Μάκβεθ» του Σαίξπηρ από το Εθνικό Θέατρο σε Σκηνοθεσία του Δημήτρη Λιγνάδη με πρωταγωνιστές τον ίδιο και τη Μαρία Κίτσου.

Παρόλη την τεχνική της αρτιότητα, τίποτα δεν έμοιαζε σωστό.

Το ίδιο ισχύει και για την παράσταση του Γιάννη Καλαβριανού Hotel Eternite.

Να σημειώσουμε ότι το Εθνικό θέατρο έχει εδώ και λίγο καιρό εγκαινιάσει την από απόσταση παρακολούθηση παραστάσεων για τους θεατές των απομακρυσμένων περιοχών και έτσι έχει τουλάχιστον επεξεργαστεί την όσο το δυνατόν άρτια κινηματογράφησή τους.

Το ίδιο ισχύει και για τους μεγάλους των Ιδρυματικών παραγωγών.

Παρ’ όλα αυτά το χειρότερο με παραφύλαγε στην «Αντιγόνη» του Σοφοκλή σε Σκηνοθεσία Λευτέρη Βογιατζή στο Θέατρο της Επιδαύρου από το μακρινό (απ’ όλες τις απόψεις) 2006.

Η θρυλική παράσταση «θάφτηκε» κυριολεκτικά από την κακή ηχοληψία. Νομίζω πως ο Λευτέρης Βογιατζής, γνωστός τελειομανής (δύο χρόνια δούλευε αυτή την παράσταση) θα γινόταν έξαλλος μαζί μας, που επιτρέψαμε τέτοια μετάδοση. Δεν ήταν μια καλή στιγμή του Φεστιβάλ Αθηνών.

Λίγο ως πολύ (με εξαίρεση το θέατρο Πορεία αλλά και τη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση καθώς και του Μεγάρου) τέτοιας ποιότητας, ήτοι κακός ήχος, κακός φωτισμός κλπ, ήταν και η προβολή on line των παραστάσεων και άλλων ιδιωτικών και δημόσιων ή δημοτικών φορέων.

Είναι φανερό ότι η βιντεοσκόπηση των παραπάνω παραστάσεων έγινε για αρχειακούς ή εκπαιδευτικούς σκοπούς και όχι για την δημόσια προβολή τους.

Πράγματι, για τους ερευνητές είναι σημαντική αυτή η μαγνητική τομογραφία των θεατρικών παραστάσεων (μόνο ως τέτοια μπορώ να την προσομοιάσω) αλλά έως εκεί.

Τελειώνοντας θα ήθελα να υπενθυμίσω τα εξής:

Δεν είναι τυχαία η αντίδραση των θρησκευόμενων συμπολιτών μας στο κλείσιμο των εκκλησιών και την απαγόρευση της συμμετοχής τους στο εκκλησιαστικό τελετουργικό. Καμία προβολή της θείας λειτουργίας από την τηλεόραση ή το διαδίκτυο δεν μπορεί να αντικαταστήσει την προσωπική συμμετοχή στα δρώμενα.

Και παρά την έχθρα της Ορθόδοξης Εκκλησίας ιστορικά προς το Θέατρο, η αλήθεια είναι πως οι κοινές ρίζες είναι ιστορικό γεγονός. Οι κοινές ανάγκες που καλύπτουν απηχούν βαθύτερες ψυχικές διεργασίες κοινωνικοποίησης. Αυτός είναι ο λόγος που ούτε οι θεατρόφιλοι μπορούν να αντικαταστήσουν ή να ευχαριστηθούν μία θεατρική παράσταση από απόσταση.

Κι αυτό γιατί «Θρησκεία και Θέατρο συνδέονται με μια σχέση καταγωγής. Το αρχαίο δράμα ανατέλλει μέσα από το θρησκευτικό τραγούδι του διθύραμβου, το νεότερο ευρωπαϊκό θέατρο κυοφορείται εντός της μεσαιωνικής λατρευτικής πράξης της χριστιανικής λειτουργίας. Εθνολογικές-ανθρωπολογικές μελέτες, θρησκειολογικές προσεγγίσεις καθώς και η προϊστορία του θεάτρου τεκμηριώνουν ότι δεν υπάρχει λαός σε ολόκληρο τον πλανήτη, του οποίου η λαϊκή παράδοση να μην περικλείει τελετές και δρώμενα, έναν μίμο-ιερουργό που να δραματοποιεί αυτοσχεδιαστικά ή να παίζει συνειδητά απέναντι στο θεό του ένα δράμα προορισμένο να καλύπτει τις ανάγκες και τις σκοπιμότητες της κοινότητας που υπηρετεί». Βλ. Θρησκεία και θέατρο στην Ελλάδα (Βιβιλάκης ΙωσήφΓεωργουσόπουλος Κώστας, Ευαγγελάτος Σπύρος, Μπακονικόλα – Γεωργοπούλου ΧαράPuchner Walter, Χουρμουζιάδης Νίκος).

 

 

 

                                                                                                                ΑΘΗΝΑ 28-4-2020

 

Μοσχοχωρίτου Ολγα

 

0ΥποστηρικτέςΚάντε Like

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ ΑΠΟ ΣΥΝΤΑΚΤΗ

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ