Είναι γνωστό ότι σημερινή νέα γενιά είναι ίσως η πρώτη γενιά που ζει χειρότερα από εκείνη των γονιών της. Αυτό αφορά τόσο τα παιδιά που γνώρισαν την κρίση σε μεγαλύτερη ηλικία και θυμούνται ίσως μια παλιότερη εποχή που οι συνθήκες εργασίας, το κόστος ζωής και οι μισθοί δεν είχαν επηρεαστεί από τις πολιτικές των μνημονίων που τσάκισαν την εργατική τάξη και τα μεσαία στρώματα από το 2009 και μετά. Που έχουν ζήσει το να μην ανησυχούν οι γονείς τους για τα έξοδα των φροντιστηρίων, το κόστος σπουδών μακριά από το σπίτι ή ακόμα και το δώρο που θα έπαιρναν τα Χριστούγεννα στα παιδιά τους.
Αφορά εξίσου και τα παιδιά που δεν γνώρισαν άλλη κοινωνική πραγματικότητα, που μεγάλωσαν μέσα στην κρίση με χαμηλές προσδοκίες όσον αφορά την μελλοντική τους εργασιακή προοπτική, με το ενδεχόμενο της φυγής στο εξωτερικό να είναι πάντα στο «τραπέζι», που δουλεύουν από τα φοιτητικά τους χρόνια και που είναι συμφιλιωμένα με την ιδέα της διπλής και τριπλής απασχόλησης. Είναι σημαντικό να πούμε ότι αυτές οι γενιές και κυρίως οι νεότερες δεν έχουν ζήσει τον απόηχο μεγάλων συνδικαλιστικών και λαϊκών αγώνων αλλά μια διαρκή υποχώρηση του εργατικού κινήματος, συνεπώς δεν γνωρίζουν τι σημαίνουν οι όροι εργασιακά δικαιώματα, συλλογικές συμβάσεις εργασίας, σταθερό ωράριο και ιδιαίτερα τι σημαίνει συλλογική διεκδίκηση, σωματείο, αγώνας και κεκτημένο.
Αυτά τα χαρακτηριστικά της σημερινής εργαζόμενης νεολαίας επιχειρεί να φωτίσει και να μελετήσει η νέα έρευνα του «ΕΤΕΡΟΝ»-Ινστιτούτο για την Έρευνα και την Κοινωνική Αλλαγή , με τίτλο «η εργασιακή επισφάλεια των νέων» που δημοσιεύθηκε στις 22/4. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με την aboutpeople σε όλη τη χώρα τον Μάρτιο του 2024 σε δείγμα 626 ατόμων, ηλικίας 17 – 34 ετών, υπαλλήλων ιδιωτικού και δημόσιου τομέα καθώς και αυτοαπασχολούμενων με μπλοκάκι.
Εμείς θα προσπαθήσουμε να αναφερθούμε στα βασικότερα ευρήματα αυτής της έρευνας βασιζόμενοι στην ανάλυση του Κώστα Γούση, υπεύθυνου του πρότζεκτ .
Συνθήκες εργασίας των νέων εργαζομένων, χρέη και βιοτικό επίπεδο
1 στα 3 άτομα δυσκολεύονται αρκετά για να καλύψουν τις ανάγκες του μήνα και περιορίζονται στα απολύτως απαραίτητα. Για το 35,3% των νέων, ο μισθός φτάνει για τα βασικά έξοδα του μήνα αλλά δεν αποταμιεύει. Μόλις το 16% των νέων απαντούν ότι καλύπτουν χωρίς πρόβλημα τις βασικές-βιοτικές ανάγκες κάθε μήνα και αποταμιεύουν. Τέλος, ένα 12,2% απαντά ότι συχνά αναγκάζονται να δανειστούν χρήματα για να βγει ο μήνας.
Το μηνιαίο εισόδημα κυμαίνεται μεταξύ 700 – 1.000 ευρώ για το 35,5% των νέων εργαζομένων. Λιγότερα από 700 ευρώ λαμβάνει το μήνα 27,6%, ενώ το ποσοστό όσων το μηνιαίο εισόδημα ξεπερνά τα 1.000 ευρώ ανέρχεται στο 29,3%.
Όσον αφορά τα χρέη και τις οφειλές διαπιστώνεται ότι, παρά το νεαρό της ηλικίας, το 22,1% των νέων εργαζομένων πληρώνει μηνιαίες δόσεις για χρέη προς ΕΦΚΑ/εφορία/τράπεζες. Ένα επιπλέον 6% των νέων είχε στο παρελθόν χρέη αλλά έχει αποπληρώσει τις οφειλές τους. Ιδιαίτερα στις ηλικίες 25-34 φαίνεται ότι 1 στους 3 αντιμετωπίζει ή αντιμετώπιζε στο παρελθόν προβλήματα με χρέη.
3 στα 8 άτομα κάνουν τώρα ή έκαναν στο παρελθόν δεύτερη ή και περισσότερες δουλειές παράλληλα με την κύρια απασχόληση (37,8%). Ιδιαίτερα στις ηλικίες 25-34 ετών το ποσοστό ανεβαίνει στο 41,3%, ενώ πρωτιά καταγράφουν όσοι και όσες κατέχουν μεταπτυχιακό/διδακτορικό δίπλωμα, όπου 1 στα 2 άτομα κάνουν τώρα ή έκαναν στο παρελθόν δεύτερη ή και περισσότερες δουλειές παράλληλα με την κύρια απασχόληση.
Σε σχέση με τον εργάσιμο χρόνο, το 35,9% των νέων δηλώνουν ότι εργάζονται πάνω από 40 ώρες την εβδομάδα, ποσοστό που ανεβαίνει στο 47,8% για τους ιδιωτικούς υπαλλήλους πλήρους απασχόλησης.
Το 52,8% των νέων απαντά ότι δεν τηρείται το ωράριο που προβλέπεται στη σύμβαση τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα ενώ καταγράφεται ένα ποσοστό νέων εργαζομένων της τάξης του 36,3% που ούτε αμείβονται ούτε παίρνουν ρεπό για τις υπερωρίες που κάνουν.
Αναφορικά με την κακομεταχείριση και τις δυσμενείς συνθήκες στον χώρο εργασίας τα ευρήματα διαφοροποιούνται σε σχέση με τα δυο φύλλα.
Το 43,6% των νέων γυναικών θεωρούν το ρυθμό εργασίας εξουθενωτικό, ενώ το 28,5% έχουν υποστεί ψυχολογικό εκφοβισμό. Χρήζει ιδιαίτερης προσοχής το ποσοστό των νέων γυναικών που έχουν υποστεί σεξιστική συμπεριφορά (26%) και σεξουαλική παρενόχληση (12%) στο πλαίσιο της εργασίας. Τέλος, το 6% των νέων γυναικών δηλώνει ότι έχει υποστεί ρατσιστική συμπεριφορά.
Για τους νέους άνδρες τα αρνητικά ποσοστά είναι σαφώς μικρότερα από εκείνα των γυναικών αλλά ιδιαίτερα σημαντικά και ανησυχητικά. Το 36,7% θεωρεί το ρυθμό εργασίας εξουθενωτικό, ενώ το 19,8% έχουν υποστεί ψυχολογικό εκφοβισμό. Το 7,2% δηλώνει ότι έχει υποστεί ρατσιστική συμπεριφορά, το 3,8% σεξιστική συμπεριφορά και το 3,8% σεξουαλική παρενόχληση.
Ελπίδες, στόχοι των νέων εργαζομένων και «φυγή» στο εξωτερικό
Το 42,6 % των νέων ευελπιστεί κυρίως να έχει υψηλές αποδοχές κάποια στιγμή στο μέλλον . Έπειτα ακολουθούν η σταθερότητα, ο ελεύθερος χρόνος και ο χαλαρός ρυθμός εργασίας, που ιεραρχούνται από το 28,5% των νέων που συμμετείχαν στην έρευνα. Πιο χαμηλά ιεραρχείται το να συμβαδίζει το περιεχόμενο της εργασίας με τις προσωπικές τους αξίες (22,1%), η ευελιξία ως προς τον τρόπο, το χρόνο και τον τόπο απασχόλησης (21,7%), η επαγγελματική ανέλιξη (21,5%), η υγεία και ασφάλεια στην εργασία (20,8%), ενώ στην τελευταία θέση είναι η στροφή στο επιχειρείν (10,2%). Είναι αξιοσημείωτο ότι η υγεία και η ασφάλεια στην εργασία τοποθετείται ψηλά ως δεύτερη πιο σημαντική ιεράρχηση μόνον από τους/τις ιδιωτικούς υπαλλήλους μερικής απασχόλησης (34,5%).
Σε σχέση με την τωρινή τους δουλειά, το 35,6% των νέων εργαζομένων θεωρεί ότι οι δεξιότητες τους είναι υψηλότερες απ’ αυτές που απαιτούνται για να κάνουν τη δουλειά τους, ποσοστό που φτάνει το 48,3% στους/ις κατόχους μεταπτυχιακού/διδακτορικού διπλώματος. Επιπλέον, το 30,9% των νέων δουλεύει πάνω σε αντικείμενο άσχετο από αυτό που σπούδασαν.
Παράλληλα, 1 στα 4 άτομα θεωρεί ότι η τωρινή εργασία παρέχει ευκαιρίες επαγγελματικής ανάπτυξης. Απ’ την άλλη, το 18,9% των νέων δηλώνει ότι έχει βαλτώσει στη δουλειά του και σκέφτεται να παραιτηθεί. Κι ένα επιπλέον 16,3% θεωρεί το εργασιακό του περιβάλλον τοξικό αλλά δεν παραιτείται γιατί φοβάται την ανεργία. Στο μεταξύ, μόλις το 7,7% απαντά ότι η τωρινή του δουλειά αποτελεί εκπλήρωση των ονείρων τους.
Στρέφοντας την προσοχή στις προσδοκίες και τα μελλοντικά σχέδια, το 58,7% των νέων εκτιμά ότι η προσωπική εργασιακή κατάσταση θα βελτιωθεί τα επόμενα δύο χρόνια. Το 59,4% θεωρεί ότι αυτό θα συμβεί μέσα από την απόκτηση νέων δεξιοτήτων και τη συνεχή μετεκπαίδευση και το 40,6% με την καλή δικτύωση και τις καλές γνωριμίες. Το 27% προκρίνει την παραίτηση από την τωρινή και την αναζήτηση άλλης εργασίας, ενώ 1 στα 5 άτομα θεωρεί ότι η εργασιακή του κατάσταση θα βελτιωθεί μέσα από τη συνδικαλιστική συμμετοχή και τη συλλογική διεκδίκηση.
Σε σχέση με το brain drain, προκύπτει ότι το 37,3% των νέων 17-34 ετών σκέφτεται να φύγει στο εξωτερικό για να αναζητήσει καλύτερη θέση εργασίας. Στους/στις κατόχους μεταπτυχιακού/διδακτορικού το ποσοστό όσων σκέφτονται να φύγουν καταγράφεται στο 36,8%. Επιπλέον, σχεδόν 1 στα 10 άτομα με μεταπτυχιακό/ διδακτορικό δίπλωμα σκέφτονται να μείνουν στην Ελλάδα και να αναζητήσουν εξ αποστάσεως εργασία στο εξωτερικό. Είναι, δε, αξιοσημείωτο ότι στις ηλικίες 17 – 24 ετών το ποσοστό όσων σκέφτονται να φύγουν στο εξωτερικό ανεβαίνει στο 44,4%.
Συναισθήματα και παράγοντας «φύλο»
Κυριαρχούν επίσης αντιφατικά συναισθήματα όσον αφορά την εργασιακή κατάσταση όπως ικανοποίηση (32,4%) και ανασφάλεια (27,6%), δημιουργικότητα (24,3%) και πλήξη/βαρεμάρα (24,1%), χαρά (15,9%) και απελπισία (15,5%). Η μεταβλητή του φύλου είναι και σ’ αυτή την περίπτωση παράγοντας διαφοροποίησης των απαντήσεων, καθώς στις εργαζόμενες γυναίκες διατηρούνται μεν τα παραπάνω ζεύγη αλλά με διαφορετικό συσχετισμό μεταξύ αρνητικών και θετικών συναισθημάτων, με τα αρνητικά να υπερτερούν. Πιο ειδικά, στην πρώτη θέση στις απαντήσεις των νέων γυναικών είναι η ανασφάλεια (32,1%) και ακολουθεί η ικανοποίηση (28,2%), η πλήξη/βαρεμάρα (25,1%), η δημιουργικότητα (24%), η απελπισία (18,1%) και η χαρά (14,5%).
Παράλληλα, σε ερώτηση για το άγχος που νιώθουν για ζητήματα που σχετίζονται με τη δουλειά τους, το 52,9% των νέων ανδρών και το 64,3% των νέων γυναικών δηλώνουν αρκετά και πολύ αγχωμένοι/ες.
Συνδικαλιστική συμμετοχή, απεργίες και άλλες μορφές συλλογικής δράσης
Όπως είδαμε και παραπάνω, 1 στους 5 νέους/ες 17-34 ετών θεωρεί ότι η προσωπική εργασιακή του κατάσταση θα βελτιωθεί μέσα από τη συνδικαλιστική συμμετοχή και τη συλλογική διεκδίκηση (20,2%). Την εικόνα εμπλουτίζουν τα παρακάτω ευρήματα:
Το 15,8% δηλώνει ότι είναι μέλος σε σωματείο/συνδικάτο/σύλλογο εργαζομένων, ενώ το 81,1% απαντά αρνητικά. Τα υψηλότερα ποσοστά συνδικαλιστικής συμμετοχής καταγράφονται στους/ις κατόχους μεταπτυχιακού/διδακτορικού (28%) και τους/ις δημοσίους υπαλλήλους (32%).
Παράλληλα, το 64,4% των νέων εργαζομένων συμφωνούν ή μάλλον συμφωνούν με την άποψη ότι «χωρίς ισχυρά συνδικάτα/σωματεία δεν υπάρχουν καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας». Ακόμη μεγαλύτερα είναι τα ποσοστά συμφωνίας των νέων εργαζομένων με την άποψη ότι «το δικαίωμα στην απεργία είναι ιερό», καθώς φτάνουν στο 80,6%. Ιδίως στην ηλικιακή κατηγορία 25 – 34 ετών η αποδοχή της άποψης αυτής φτάνει στο 85,6%.
Σε σχέση με τη συμμετοχή τους σε συλλογικές δράσεις, προκύπτει ότι το 19,3% έχει εμπειρία συμμετοχής σε απεργία/στάση εργασίας και το 22,5% έχει συμμετάσχει σε συγκεντρώσεις/διαδηλώσεις/διαμαρτυρίες για εργασιακά ζητήματα. Ακόμη μεγαλύτερο είναι το ποσοστό των νέων εργαζομένων που έχουν συμμετάσχει σε συγκεντρώσεις/διαδηλώσεις/διαμαρτυρίες για άλλα ζητήματα (29,5%). Παράλληλα, το 27,1% έχει εμπειρία διαδικτυακού ακτιβισμού, όπως χρήση κάποιου hashtag / κατάργηση κάποιας εφαρμογής / υπογραφή κάποιου κειμένου. Την πρωτιά σε όλες τις μορφές συμμετοχής (πλην του διαδικτυακού ακτιβισμού όπου είναι στη δεύτερη θέση) έχουν οι κάτοχοι μεταπτυχιακού/διδακτορικού.
Τέλος, το ποσοστό των νέων εργαζομένων που δηλώνει ότι εμπιστεύεται πολύ/αρκετά τους/τις συναδέλφους/ισσες για ζητήματα που σχετίζονται με τη δουλειά ανέρχεται στο 58,5%.
Λόγοι αποφυγής συνδικαλιστικής δραστηριοποίησης
Στην πρώτη θέση ξεχωρίζει η έλλειψη χρόνου, συγκεντρώνοντας το 29,9% των απαντήσεων. Δεύτερη δημοφιλέστερη είναι η απάντηση «Δεν έχει νόημα, τίποτα δεν θα αλλάξει» που συγκεντρώνει το 26,1% των απαντήσεων. Ακολούθως, 1 στα 4 άτομα δηλώνει ότι δε συμμετέχει γιατί δεν εμπιστεύεται τους συνδικαλιστές/ριες, ενώ το 23% των νέων δηλώνει άγνοια για το αν δραστηριοποιείται σωματείο στον κλάδο ή χώρο δουλειάς τους.
Στάση απέναντι στην κυβέρνηση και τις κινητοποιήσεις της περιόδου
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν τα ευρήματα για την πολιτική της κυβέρνησης στα εργασιακά, καθώς και τις κινητοποιήσεις της περιόδου.
Στην κλίμακα 0 – 5 όπου 0 = απόλυτα δυσαρεστημένος/η και 5 = απόλυτα ικανοποιημένος/η, οι νεότερες ηλικίες των εργαζομένων εκφράζουν τη δυσαρέσκειά τους απέναντι στην κυβέρνηση με τον μέσο όρο των απαντήσεων να διαμορφώνεται στο 1,9, ενώ 1 στα 4 άτομα δηλώνουν απόλυτα δυσαρεστημένα.
Παράλληλα, σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας πλειοψηφική και κλιμακούμενη είναι η υποστήριξη των νέων εργαζομένων στις κινητοποιήσεις τους πρώτους δύο μήνες του 2024. Χαρακτηριστικά, το 61,3% συμφωνούν/μάλλον συμφωνούν με τις κινητοποιήσεις ενάντια στην ίδρυση ιδιωτικών Πανεπιστημίων, το 74,1% με τις αγροτικές κινητοποιήσεις και το 83,2% με την απεργία που κήρυξαν στις 28 Φεβρουαρίου Εργατικά Κέντρα, πρωτοβάθμια σωματεία και η ΑΔΕΔΥ και συνδέθηκε με τις διαδηλώσεις για δικαιοσύνη για τα θύματα των Τεμπών ένα χρόνο αργότερα. Ακόμη μεγαλύτερη είναι η υποστήριξη των προαναφερθέντων κινητοποιήσεων από τις νέες εργαζόμενες με τα αντίστοιχα ποσοστά να ανέρχονται στο 67%, το 75,7% και το 85,7% αντίστοιχα.
Αντί επιλόγου θα κάνουμε έναν σύντομο σχολιασμό των ευρημάτων.
Οι νέες γενιές φαίνεται ότι όντως δουλεύουν και ζουν χειρότερα από τις προηγούμενες και ότι το κόστος ζωής σε συνάρτηση με τις ώρες εργασίας, την πίεση και τον φόρτο δημιουργούν ασφυκτικές συνθήκες που χαρακτηρίζονται από άγχος, ματαίωση, σωματική και ψυχολογική κόπωση ενώ δεν υπάρχει κανένα πλαίσιο που να προστατεύει τον εργαζόμενο μέσα σε αυτή τη συνθήκη κάτι στο οποίο έχουν συντελέσει οι αντεργατικές πολιτικές της κυβέρνησης, η απομαζικοποίηση των σωματείων και η συκοφάντηση του συνδικαλισμού από συνδικάτα τύπου ΓΣΕΕ αλλά και ο κατακερματισμός των δικαιωμάτων, η κυριαρχία του ατομικού δρόμου και το αλληλοσπάραγμα.
Σε συνδυασμό με τις πολλαπλές μορφές καταπίεσης που συνυπάρχουν στην καπιταλιστική κοινωνία όλα αυτά δημιουργούν ιδιαίτερες συνθήκες πίεσης για το κάθε άτομο που με τον τρόπο τους συντελούν στην δημιουργία μεγάλης προσωπικής και κοινωνικής δυσφορίας. Σίγουρα σημείο των καιρών είναι οι μεγάλες αντιφάσεις: Από τη μία η δυσφορία αυτή φαίνεται να έχει αποδέκτη ο οποίος δεν είναι άλλος από την κυβέρνηση και πιθανά όλες τις προηγούμενες (συνολική δυσπιστία, υπονόμευση της πολιτικής ευρύτερα).
Επιπλέον φαίνεται ότι πολλοί είναι αυτοί που θα στηρίξουν τον απεργό και τον διαδηλωτή ίσως και να συμμετέχουν και οι ίδιοι σε κάποια διαδήλωση για να εκφράσουν αυτό το μεγάλο αρνητικό συναίσθημα του «δεν πάει άλλο» το οποίο δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να διαχειριστεί ο ατομικός δρόμος. Από την άλλη ο ατομικός δρόμος μοιάζει μάλλον μονόδρομος για την πλειοψηφία των νέων που απλά ελπίζουν ότι με το κυνήγι δεξιοτήτων θα βελτιώσουν το εισόδημα και τους όρους εργασίας τους κάποια στιγμή μέσα σε λίγα χρόνια.
Μέσα στην οργή και στην αγανάκτηση η νεολαία προτιμά σε μεγάλο βαθμό να μην κινητοποιηθεί, να μην οργανωθεί και να μην παλέψει συλλογικά κάτι το οποίο σίγουρα οφείλεται στην έλλειψη εμπειριών από νικηφόρους αγώνες αλλά και στην αίσθηση της παντοδυναμίας του αντιπάλου.
Η νέα γενιά απαιτείται να κάνει μια σπουδαία υπέρβαση για να βελτιώσει ουσιαστικά τους όρους ζωής της η οποία θα είναι σίγουρα επίπονη και θα απαιτεί θυσίες όπως όλες οι υπερβάσεις. Το χρέος το δικό μας ως Αριστερά του εργατικού κινήματος και των σωματείων είναι να οικοδομήσουμε ένα συλλογικό σθένος στην εργατική τάξη αφού πρώτα βέβαια επανακατοχυρώσουμε τα ταυτοτικά της στοιχεία στην συλλογική της συνείδηση η οποία είναι δυστυχώς σπασμένη σε χίλια κομμάτια.
Με την παρέμβαση μας και με μικρές ή μεγάλες κατακτήσεις να δείξουμε ότι οι αγώνες μπορούν να νικούν. Ότι θέλει μεγάλη τόλμη και αποφασιστικότητα για να μην είναι οι ζωές μας έρμαιο της αστικής πολιτικής όμως μόνο αυτός είναι ο πραγματικός δρόμος. Έχουμε σίγουρα πολύ δρόμο ακόμα μπροστά μας μέχρι ο εργαζόμενος να ρισκάρει την δουλειά και την επιβίωση του για να κυνηγήσει τα «μεγάλα», για να απεργήσει και να οργανωθεί συλλογικά με την προοπτική σύγκρουσης.
Όμως αυτή είναι η κατεύθυνση και όλη η ουσία της εργατικής πολιτικής στο σήμερα που πρέπει και οι δυνάμεις που ανάφερονται σε αυτή να την υπηρετήσουν χωρίς βαρύγδουπα λόγια, χωρίς αναφορές σε σοσιαλιστικές δεύτερες παρουσίες στις οποίες μας οδηγούν τα ιερατεία.
Ας ξεκινήσουμε χωρίς λογικές ανάθεσης και αυταπάτες συμφιλίωσης με το αστικό πολιτικό σύστημα αλλά με συνεπή ταξικό προσανατολισμό, αγώνα για ισχυρά σωματεία και ενωτικό μαχητικό κίνημα για κατακτήσεις στο σήμερα που θα οικοδομήσουν τους αγώνες του αύριο.