Τα γεγονότα της Ουκρανίας είναι ο πυροκροτητής για το ξεδίπλωμα σε γεωπολιτικό επίπεδο της για πολλά έτη κυοφορούμενης σφοδρής σύγκρουσης ανάμεσα στη Δύση και την Ανατολή. Η αντιπαράθεση αυτού του τύπου φαίνεται προαποφασισμένη από ορισμένα κεντρικά lobby αποφάσεων.
Είναι Ευρωατλαντικές δυνάμεις, στην πολιτική των οποίων δεν χωρά η ενεργειακή σύνδεση των χωρών της ΕΕ με τη Ρωσία, η άρνηση της Γερμανίας να συμμετέχει στους νατοϊκούς εξοπλισμούς και πολιτικές δηλώσεις τύπου Μακρόν περί …εγκεφαλικά νεκρού ΝΑΤΟ.
Ενδεικτική είναι η δήλωση Μπάιντεν, δύο μήνες μετά την ανάληψη των προεδρικών καθηκόντων των η οποία συνοδεύτηκε με τα πρωτοφανή για τις ΗΠΑ επεισόδια στο Καπιτώλιο, ότι ο Πούτιν είναι ψυχρός δολοφόνος (συνέντευξη Μπάιντεν στο ABC στις 17 Μαρτίου του 2021)
Στόχος πλέον των ΗΠΑ η διατήρηση με κάθε μέσον της παγκόσμιας ηγεμονίας. Αρνείται να αποδεχθεί ότι η ιστορική πραγματικότητα επιβάλλει να παραχωρηθεί μέρος αυτοδύναμης οικονομικής δραστηριότητας και πολιτικής εξουσίας σε άλλες χώρες.
Η επιτυχία αυτού του στόχου προϋποθέτει κάτι ιστορικά πρωτότυπο, τον πολιτικό έλεγχο (κατά τα πρότυπα της εποχής Γιέλτσιν) της καπιταλιστικής Ρωσίας. Να φθάσουμε στο σημείο στο οποίο να μπορεί να χρησιμοποιηθεί η Ρωσία απέναντι στην Κίνα, με τον ίδιο τρόπο που χρησιμοποιείται σήμερα η Ουκρανία απέναντι στην Ρωσία.
Η Ρωσία επιθυμεί να επανέλθουμε στην εποχή των ηγεμονιών, δηλώνει ο Κ. Μητσοτάκης από το βήμα της Βουλής, αποκαλύπτοντας το παγκόσμιο διακύβευμα της εποχής μας. Παντοκρατορία των ΗΠΑ ή κόσμος με εναλλακτικούς οικονομικούς, πολιτιστικούς και πολιτικούς πόλους;
Ταυτόχρονα με τη φράση «δεν ανήκουμε στη Δύση είμαστε Δύση» διαμήνυσε την ενσωμάτωση της χώρας μας στη νέα πολιτική πραγματικότητα που διαμορφώνεται στη Δύση. Δεν θα ακολουθούμε την πολιτική των ΗΠΑ μετά από συζήτηση και διαπραγμάτευση, θα είμαστε οργανικά μέρος αυτής της πολιτικής.
Η στράτευση στη νέα πραγματικότητα δεν επιτρέπει διαφοροποιήσεις και ισαποστικισμούς.
Αυτό που συνειδητά προετοίμασαν οι πρωταγωνιστές της εξωτερικής πολιτικής των προηγουμένων κυβερνήσεων και ασυνείδητα ακολούθησαν οι ψηφοφόροι τους γίνεται καθεστώς.
Αυτό που απέμεινε στο ΣΥΡΙΖΑ και στο ΚΙΝΑΛ είναι να κάθονται στη γωνιά τους και να μυξοκλαίνε γιατί δεν τους ρώτησαν πριν εμπλέξουν τη χώρα στον πόλεμο. Εδώ δεν ρώτησαν τον κακαρίζοντα στα Ελληνοτουρκικά υπουργό Eξωτερικών.
Από τη μεριά της κυβέρνησης Μητσοτάκη δεν είναι αλλαγή συμπεριφοράς. Η εξωτερική πολιτική είναι η πλευρά της απροσχημάτιστα βάρβαρης αντικοινωνικής πολιτικής που εφαρμόζεται παντού. Στην υγεία, στην παιδεία, στις εργασιακές σχέσεις, στον πολιτισμό.
Η Ευρωπαϊκή προσαρμογή
Πως μπορεί κανείς να εξηγήσει την αντίδραση της εξαρτημένης ενεργειακά Γερμανίας να ηγηθεί ενός διαφορετικού ευρωπαϊκού πόλου στα πλαίσια και με την έγκριση του ΝΑΤΟ φυσικά, εξαγγέλλοντας «ειδικό ταμείο» 100 δισ. ευρώ για εξοπλισμούς αλλά και τις προθέσεις της για αποστολή μαχητικών αεροπλάνων που θα λάβουν μέρος στις πολεμικές επιχειρήσεις στην Ουκρανία;
Το γεγονός ότι μεγάλος αριθμός Ευρωπαϊκών χωρών εντός και εκτός Ε.Ε τρέχουν να δώσουν διαπιστευτήρια στους Αμερικανούς στέλνοντας στρατιωτική βοήθεια στην Ουκρανία, από την σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση της Πορτογαλίας μέχρι την «προοδευτική κυβέρνηση» της Φιλανδίας, τη Σουηδία, που αναλαμβάνει να εξοπλίσει 135.000 Ουκρανούς στρατιώτες, τους μέχρι πρόσφατα επιφυλακτικούς Ιταλούς και Ισπανούς, ενώ ακόμα και η παραδοσιακά ουδέτερη Ελβετία συμμετέχει στον οικονομικό στραγγαλισμό της Ρωσίας;
Αυτοί που προετοίμασαν τη νέα κατάσταση
Είχαν προηγηθεί σφοδρές κριτικές τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και διεθνές αλλά και από το εδώ νατοϊκό πολιτικό προσωπικό (Λοβέρδος κ.λπ.) για την αδυναμία διαμόρφωσης κοινής εξωτερικής πολιτικής και άμυνας, για την «αδύναμη Ευρώπη» κ.λπ. Βέβαια δεν ήταν καθόλου έτσι τα πράγματα. Η Ε.Ε όταν χρειάστηκε έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ανατολική Ευρώπη στις λεγόμενες πορτοκαλί επαναστάσεις. Ενώ η εμπλοκή της στην Ουκρανία έφτανε μέχρι την ανοικτή ενίσχυση των νεοναζί, μεθοδεύοντας μαζί με τους Αμερικανούς την ανατροπή της κυβέρνησης Γιανουκόβιτς. Και πιο πριν είναι γνωστός ο άμεσος και φυσικά ο βρώμικος ρόλος που έπαιξε στους βομβαρδισμούς στην Γιουγκοσλαβίας.
Όλα όμως τα παραπάνω είχαν ένα συγκεκριμένο κάθε φορά γεωπολιτικό πλαίσιο και στόχο. Δεν εντάσσονταν σε ένα συνολικότερο σχέδιο ενός διαφορετικού στρατιωτικού και πολιτικού παγκόσμιου ρόλου των ευρωπαϊκών κρατών στους συσχετισμούς, όχι απλά ανάμεσα στην Ρωσία και την Ευρώπη αλλά στα πλαίσια του μεγάλου ανταγωνισμού όπως αυτός διαμορφώνεται στην αντιπαράθεση μεταξύ ΗΠΑ-Κίνας.
Οι δηλώσεις του Ζ. Μπορέλ, εκπροσώπου της ΕΕ για θέματα εξωτερικών και ασφάλειας, αλλά και άλλων ευρωπαίων αξιωματούχων είναι χαρακτηριστικές. «Μέχρι τώρα λέγανε ότι η ΕΕ είναι μια ειρηνική δύναμη, που δεν μπορεί να παράσχει όπλα σε άλλες χώρες. Αυτό είναι άλλο ένα ταμπού που πλέον πέφτει». Ότι ανοίγει πια «μια νέα εποχή στις σχέσεις μας με τη Ρωσία», ότι η ΕΕ χρειάζεται να δουλέψει πάνω στην ενεργειακή της απεξάρτηση από την Μόσχα, και ότι ταυτόχρονα πρέπει να αυξήσει τις στρατιωτικές της δαπάνες, «να δαπανήσουμε περισσότερο και αποδοτικότερα», πως «θα υπάρχει κόστος, αλλά πρέπει να είμαστε έτοιμοι να το πληρώσουμε».
Η Κυβέρνηση Μητσοτάκη όπως φαίνεται και από την αρθρογραφία στον φιλικό της τύπο «Κυριάκος Μητσοτάκης: Καθαρές λύσεις και «αλλαγή παραδείγματος» στην πολιτική ασφάλειας» ξεκαθαρίζει ότι τελειώνει με την μέχρι τώρα πολιτική των αποστάσεων με την Ρωσία, ότι πια δεν θα παίζει τον ρόλο του γεφυροποιού. Ότι είναι αποφασισμένη «η Ελλάδα να μην είναι απλά παρατηρητής, αλλά διαμορφωτής των εξελίξεων. Εξ ου και η χώρα μας εμφανίζεται με προωθημένες θέσεις, εξ ου και η επικοινωνία με τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες-κλειδιά, αλλά και τις ΗΠΑ, είναι πυκνή».
Και εδώ προκύπτει ένα τρίτο ερώτημα.
Η Ελλάδα είναι μια χώρα που η «βαριά» της βιομηχανία είναι ο τουρισμός (μισό δισ. ευρώ πιστεύουν ότι θα χαθεί από την μη έλευση Ρώσων τουριστών), που εξαρτάται ενεργειακά από τους ρωσικούς αγωγούς και ένας σημαντικός αριθμός εξαγωγών κυρίως αγροτικών απορροφάται από την Ρωσία (Το πάρε-δώσε της Ελλάδας με Ουκρανία και Ρωσία – Ποιους κλάδους «χτυπάει» ο πόλεμος)
Η επιλογή της αποστολής στρατιωτικής βοήθειας στην Ουκρανία έφερε την άμεση αντίδραση της Ρωσίας η οποία δια του υπουργού Εξωτερικών Σ. Λαβρόφ για πρώτη φορά αποκάλεσε τα κατεχόμενα ως «Τουρκική Δημοκρατία της Β. Κύπρου».
Πόσο μεγάλο άραγε είναι το διακύβευμα για να παίρνει τέτοια ευθύνη ο Μητσοτάκης;
Το πιο σοβαρό όμως είναι ότι δεν αποκλείουν την πιθανότητα να εμπλακούν ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις ανοικτά σε έναν πόλεμο με την Ρωσία που σημαίνει φέρετρα φαντάρων. Σαν να επαναλαμβάνεται η ιστορία όχι σαν φάρσα αλλά σαν τραγωδία. Σαν τότε, πριν 100 χρόνια, που έστελναν, στα πλαίσια της Αντάντ, το εκστρατευτικό σώμα στην Ουκρανία για να χτυπήσουν την μπολσεβίκικη επανάσταση, πληρώνοντας με χιλιάδες νεκρούς το τίμημα της υποταγής στους «συμμάχους» οι οποίοι, στην πρώτη ευκαιρία κατά την μικρασιατική εκστρατεία, τους πούλησαν πανηγυρικά με τα γνωστά αποτελέσματα. Το ίδιο τους περιμένει και τώρα κατά πως φαίνεται με το Κυπριακό.
Ποιος πληρώνει τελικά;
Όπως και ένα έχει, ο ελληνικός λαός, οι εργαζόμενοι και η νεολαία θα πληρώσουν με νέα φτώχεια και ανεργία την εκτίναξη του ενεργειακού κόστους γι’ αυτούς τους τυχοδιωκτισμούς. Ο ίδιος ο Χρ. Σταϊκούρας παραδέχεται πως οι επιπτώσεις θα είναι μεγάλες στην ενέργεια και στον πληθωρισμό, στις εισαγωγές σιτηρών και δημητριακών, στον τουρισμό, ιδιαίτερα στη Βόρεια Ελλάδα, ενώ θα εκτιναχθεί το κόστος δανεισμού, δηλαδή …καλομελέτα κι έρχονται τα νέα μνημόνια.
Σε αυτές τις εξελίξεις η αριστερά οφείλει να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και να απαντήσει με μαζικούς ενωτικούς αντιιμπεριαλιστικούς αγώνες για την αποτροπή των σχεδίων του αμερικανικού ιμπεριαλισμού και της ιμπεριαλιστικής ΕΕ, όπου μαζί με τις απαντήσεις που πρέπει να δοθούν για την σύγχρονη έκφραση του ιμπεριαλισμού θα χρειαστεί, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην ανακοίνωση του ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ:
«Να συμβάλλουμε σε μια βαθύτερη αναζήτηση και σε ουσιαστικές απαντήσεις των αιτιών που οδηγούν στους πολέμους της νέας εποχής. Όχι όμως, με μια μοιρολατρική στάση για το δήθεν «αναπότρεπτο» και «αντικειμενικό» των ιμπεριαλιστικών πολέμων, αλλά με την ιστορική αισιοδοξία ότι οι λαοί μπορούν να αποτρέψουν, να αναχαιτίσουν ή να σταματήσουν τους πολέμους με τον συνειδητό αγώνα τους σε κάθε χώρα ενάντια στις κυβερνήσεις τους και με τη διεθνή συνεργασία μεταξύ τους. Ειδικά στην Ελλάδα, μπορεί να αναπτυχθεί μια συνεργασία στο μαζικό κίνημα όλων των αντιπολεμικών κινήσεων, όπως η ΕΕΔΥΕ, ο Πανελλήνιος Αντιπολεμικός Κινηματικός Συντονισμός (ΠΑΚΣ) και άλλες».