13.1 C
Athens
Τρίτη, 26 Νοεμβρίου, 2024

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Ο αντεργατικός νόμος 330 και η ταξική σύγκρουση της 25ης Μάη 1976, του Γιώργου Αλεξάτου

Ο Μάης του 1976, ξεκινώντας με τη δολοφονία του 17χρονου μαθητή Σιδέρη Ισιδωρόπουλου, που κόλλαγε αφίσες για την απαγορευμένη πρωτομαγιάτικη συγκέντρωση της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, υπήρξε ο μήνας κατά τον οποίο αποκορυφώθηκε η αντιπαράθεση του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος με την κυβέρνηση Καραμανλή. Με τη 48ωρη απεργία κατά του νομοσχεδίου που περιόριζε τις συνδικαλιστικές ελευθερίες, η οποία εξελίχθηκε σε μεγάλη εκτεταμένη σύγκρουση με τις δυνάμεις καταστολής, στις 25 του μήνα.

Η πτώση της δικτατορίας, τον Ιούλιο 1974, είχε φέρει στην επιφάνεια το σύνολο των κοινωνικών αντιθέσεων που συσσωρεύονταν επί χρόνια, αλλά την έκφρασή τους, με τη μορφή της ανοιχτής ταξικής αντιπαράθεσης, εμπόδιζε το καθεστώς βίας και τρόμου που είχε επιβάλει η στρατιωτική Χούντα. Έτσι, μολονότι η αλματώδης μεταπολεμική οικονομική ανάπτυξη απογείωσε την κερδοφορία του ελληνικού κεφαλαίου, το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων εξακολουθούσε να βρίσκεται μεταξύ των χαμηλότερων στο σύνολο των ευρωπαϊκών χωρών.

Αν και ανασυστάθηκαν οι οργανώσεις που είχαν διαλυθεί μετά το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967, καθαιρέθηκαν οι διορισμένες χουντικές διοικήσεις στις δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες οργανώσεις, και αποκαταστάθηκε το δικαίωμα στην απεργία, οι νέες διοικήσεις που διορίστηκαν (και κατόπιν εκλέχτηκαν μέσα από παράτυπες διαδικασίες) σε Εργατικά Κέντρα, Ομοσπονδίες, ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ, αποτελούνταν, κυρίως, από πρόσωπα φιλικά προσκείμενα στην κυβέρνηση Καραμανλή. Έξω από τις δευτεροβάθμιες οργανώσεις και τη ΓΣΕΕ εξακολουθούσαν να παραμένουν οι περισσότερες από τις μαζικές οργανώσεις που ελέγχονταν από τις δυνάμεις της Αριστεράς, ενώ σχεδόν τίποτα δεν άλλαξε στο καθεστώς εργοδοτικής  τρομοκρατίας που επικρατούσε στους χώρους δουλειάς και ιδιαίτερα στη βιομηχανία.

Καθώς η διεθνής οικονομική κρίση που ξέσπασε το 1973 είχε ως συνέπεια την κάθετη πτώση του ήδη χαμηλού βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων, η κατοχύρωση και επέκταση των συνδικαλιστικών ελευθεριών και δικαιωμάτων αποτέλεσε κεντρικό ζήτημα για το μεταπολιτευτικό εργατικό κίνημα. Κυριότερη εκδήλωση αυτού του προσανατολισμού ήταν η έκρηξη του εργοστασιακού και επιχειρησιακού συνδικαλισμού, με τη συγκρότηση δεκάδων και εκατοντάδων επιτροπών αγώνα και συνδικαλιστικών οργανώσεων κατά χώρο δουλειάς, που συνοδεύτηκε από το ξέσπασμα ενός τεραστίων διαστάσεων απεργιακού κινήματος.

Θορυβημένος από την έξαρση του εργατικού κινήματος και ιδιαίτερα από την ανάπτυξη του εργοστασιακού συνδικαλισμού, ο Σύνδεσμος Ελλήνων Βιομηχάνων, ζήτησε με συνέντευξη Τύπου, στις 5 Μαρτίου 1976, τη λήψη μέτρων για την αντιμετώπισή του. Στην απαίτηση αυτή ανταποκρίθηκε άμεσα η κυβέρνηση Καραμανλή και στις 11 Μαρτίου ο υπουργός Συντονισμού, Παναγής Παπαληγούρας, έκανε λόγο για «κατάχρηση συνδικαλιστικών ελευθεριών» και «κύμα αδικαιολόγητων απεργιών». (1) Λίγες μέρες αργότερα, στις 25 Μαρτίου, ο υπουργός Εργασίας, Κωνσταντίνος Λάσκαρης, κατέθεσε νομοσχέδιο για την περαιτέρω περιστολή των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων, ενώ τη γενική θυμηδία προκάλεσε η δήλωσή του πως προτίθεται «να καταργήσει την πάλη των τάξεων»!

Με το νομοσχέδιο προβλέπονταν αυστηροί όροι για την κήρυξη απεργίας, η προσφυγή στη διαιτησία γινόταν υποχρεωτική, απαγορεύονταν οι απεργίες αλληλεγγύης προς απεργούς εργαζόμενους, κατοχυρωνόταν η απεργοσπασία και το δικαίωμα της εργοδοσίας στην ανταπεργία (λοκ άουτ) κ.λπ.

Όταν στις 24 Μαΐου 1976 το νομοσχέδιο πήγε στη Βουλή, για να ψηφιστεί ως νόμος 330, προκηρύχθηκε 48ωρη γενική πανεργατική απεργία και πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα συγκέντρωση με τη συμμετοχή περισσότερων από 100.000 εργαζομένων, ενώ την επόμενη μέρα πραγματοποίησαν συγκέντρωση χιλιάδες οικοδόμοι.

Η απόπειρα των οικοδόμων να πραγματοποιήσουν πορεία προς το Υπουργείο Εργασίας αντιμετωπίστηκε με επίθεση από τα σχετικά νεοσύστατα ΜΑΤ, με άγριους ξυλοδαρμούς και ρίψη χημικών από ειδικά οχήματα, τις διαβόητες «αύρες». Οι απεργοί, συνεπικουρούμενοι από χιλιάδες άλλους διαδηλωτές, κυρίως φοιτητές και μαθητές, απάντησαν με στήσιμο οδοφραγμάτων και πετροπόλεμο, παρόλο που οι ελεγχόμενες από την Αριστερά (κυρίως από την ΕΣΑΚ, του ΚΚΕ, και κάποιες από το ΑΕΜ, του ΚΚΕ εσωτερικού) συνδικαλιστικές οργανώσεις καλούσαν σε αποχώρηση από τα πεδία των συγκρούσεων. Οι οποίες συνεχίστηκαν μέχρι αργά το απόγευμα στο κέντρο της Αθήνας, από την Πειραιώς και την πλατεία Κοτζιά μέχρι το Πολυτεχνείο και τα Εξάρχεια.

Συνέπεια της αστυνομικής βαρβαρότητας ήταν 75 τραυματίες και περισσότερες από 140 συλλήψεις, ενώ «αύρα» διαμέλισε τη διερχόμενη 67χρονη μικροπωλήτρια, Αναστασία Τσιβίκα. (2)

Την επόμενη μέρα η κοινοβουλευτική Αριστερά (ΚΚΕ, ΚΚΕ εσ. και ΕΔΑ) και το ΠΑΣΟΚ καταδίκασαν τα «έκτροπα» ως έργο «προβοκατόρων», θέτοντας τα όρια των διαθέσεων αντιπαράθεσης με το μεταπολιτευτικό καθεστώς. (3) Ταυτόχρονα, άρχιζε η ποινική δίωξη οργανώσεων της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, που ανέλαβαν την ευθύνη για την αντίσταση στην αστυνομική βία.

Ο νόμος 330 –που θα καταργηθεί το 1982- θα λειτουργήσει ως τροχοπέδη σε πολλές περιπτώσεις, αλλά οι αγωνιστικές εκδηλώσεις του εργατικού κινήματος θα συνεχιστούν και τα επόμενα χρόνια. Έτσι, ενώ το 1976 είχαμε 947 απεργίες, με 300.000 απεργούς, το 1977 θα πραγματοποιηθούν 567 απεργίες, με 560.000 απεργούς, και το 1978 616, με 471.500. (4) Εντούτοις, ανακόπηκε η ανάπτυξη του κινήματος του εργοστασιακού συνδικαλισμού, που αποτελούσε και την κύρια επιδίωξη της ψήφισης του νόμου.

 

  1. «Ριζοσπάστης», 12 Μαρτίου 1976.
  2. «Ριζοσπάστης», 26 Μαρτίου 1976.
  3. «Ριζοσπάστης», 26 Μαΐου 1976. «Η Αυγή», 26 Μαΐου 1976.
  4. Χρήστος Ιωάννου, Μισθωτή απασχόληση και συνδικαλισμός στην Ελλάδα – Ίδρυμα Μεσογειακών Μελετών 1989, σ. 130. Σπύρος Σακελλαρόπουλος, Η Ελλάδα στη μεταπολίτευση: Πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις 1974-1988 – Λιβάνης 2001, σ. 525.
0ΥποστηρικτέςΚάντε Like

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ ΑΠΟ ΣΥΝΤΑΚΤΗ

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ