Η φωτογραφία της ιρανής φοιτήτριας που μέσα σε ελάχιστες ώρες έκανε το γύρο του διαδικτύου δείχνει το πώς μια δίκαιη διαμαρτυρία ενάντια στην (έμφυλη) καταπίεση μπορεί να εργαλειοποιηθεί και να αξιοποιηθεί από διάφορα κέντρα. Σε μια εμφανώς «πειραγμένη» εκδοχή της προωθήθηκε στα ΜΚΔ από το Ινστιτούτο Tavaana, το οποίο ιδρύθηκε με επιχορήγηση από το Γραφείο Δημοκρατίας, Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Εργασίας του υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ, υπουργείο Εξωτερικών της Ολλανδίας, την USAID, την Google, και το National Endowment for Democracy, μια αμερικάνικη ΜΚΟ «προώθησης της δημοκρατίας». Είναι ένας ιστότοπος απόλυτα στρατευμένος στο συνασπισμό ΗΠΑ – Ισραήλ, με βασικό του στόχο την αλλαγή καθεστώτος στο Ιράν. Καθόλου τυχαία τα ισραηλινά μέσα ενημέρωσης έσπευσαν να σταθούν στο πλευρό της φοιτήτριας. Δεν ήταν βέβαια τα μόνα….
Όσο δίκαια και να είναι τα αιτήματα των γυναικών του Ιράν ενάντια σε ένα σύστημα που τις καταπιέζει και τις περιορίζει δεν μπορούμε να παραβλέπουμε το γεγονός ότι σε αυτήν τους την καταπίεση συμβάλουν και οι δυτικές κυβερνήσεις. Οι κυρώσεις που επιβάλλουν στο λαό του Ιράν (οι κρατούντες πάντα ξέρουν πώς να τις παρακάμπτουν), η μονομερής τους αποχώρηση από τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα, η υπονόμευση των μεταρρυθμιστών προέδρων και γενικά η παραβίαση κάθε διεθνούς κανόνα σίγουρα δεν έχουν λειτουργήσει προωθητικά για τα δικαιώματα των Ιρανών γυναικών.
Ακόμα χειρότερα έρχεται να κάνει τα πράγματα η «καλλιτεχνική» επέμβαση στο ίδιο το πρωτογενές υλικό. Στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης και του ChatGPT είναι εύκολο να «δημιουργηθούν» ειδήσεις ή να αξιοποιηθούν πραγματικά περιστατικά, όπως το συγκεκριμένο, για την πρόκληση συγκινησιακής φόρτισης. Η επιχρωματισμένη γυναικεία μορφή στο κέντρο της φωτογραφίας, εμφανώς «μοναδική», απέναντι στο ασπρόμαυρο πλήθος γύρω της είναι μια ανώτερη ατομικότητα – σώμα σε σύγκρουση με τη «μάζα» των μαυροφορεμένων, άσχημων γυναικών, που το καταπιέζει. Με τον τρόπο αυτό οι γυναίκες του Ιράν αντιμετωπίζονται από τη δυτική ματιά περισσότερο ως αντικείμενα που επιβεβαιώνουν δυτικές ιδεοληψίες, και στην τελική την αδιαφορία της για τους λαούς αυτούς, παρά ως υποκείμενα με δική τους φωνή και ιστορία.
Η φωτογραφία στοχεύει έτσι στην ενεργοποίηση όλων των βαθιά εμπεδωμένων στερεοτύπων του δυτικού ανθρώπου για την «Ανατολή». Η «ισλαμοφοβία» άλλωστε είναι μεγάλη μπίζνα. Πάνω της έχουν στηθεί πολιτικά κόμματα και καριέρες, κερδηθεί εκατομμύρια από πωλήσεις εφημερίδων και κλικς, γραφτεί διατριβές και στηθεί πανεπιστημιακές καριέρες. Η τέχνη που παράχθηκε μαζικά μέσα σε λίγες ώρες, μια τέχνη βαθιά ρατσιστική, βαθιά μισογύνικη, βαθιά σεξιστική αποτυπώνει αυτές ακριβώς τις αντιλήψεις. Δεν είναι πλέον ο ιμπεριαλισμός ή το «σύστημα», ούτε καν οι «μελαμψοί» άντρες που καταπιέζουν τις «μελαμψές» γυναίκες αλλά οι ίδιες οι «μελαμψές» γυναίκες. Στα πλάνα που κυκλοφορούν κανένας πολίτης δεν φαίνεται να ασχολείται με την συγκεκριμένη κοπέλα. Αλήθεια, τί θα συνέβαινε αν κάτι αντίστοιχο συνέβαινε στο κέντρο της Αθήνας ή μιας οποιασδήποτε άλλης ευρωπαϊκής μητρόπολης μια φοιτήτρια ξεγυμνωνόταν και τριγύριζε ημίγυμνη στους δρόμους; Πως θα αντιδρούσαν οι «πολιτισμένοι» δυτικοί άντρες αλλά και οι άλλες γυναίκες; Πως θα αντιδρούσε η αστυνομία; Είμαστε στ’ αλήθεια τόσο «απελευθερωμένοι» και «ωραίοι» όσο θέλουμε να πιστεύουμε;
Και πόσο επιλεκτικές είναι άραγε οι ευαισθησίες μας; Καμία τέτοιου μεγέθους καμπάνια δεν ξεσηκώθηκε για τις γυναίκες της Παλαιστίνης που προπηλακίζουν, καίνε και θάβουν ζωντανές οι Ισραηλινοί ή για τα μωρά που δολοφονούν. Και δεν είναι καθόλου τυχαίο που όλοι αυτοί θυμήθηκαν τώρα που το Ιράν στηρίζει έμπρακτα την αντίσταση της Παλαιστίνης και του Λιβάνου ενάντια στη γενοκτονική πολιτική του Ισραήλ τα «δικαιώματα των γυναικών του Ιράν», και όχι εκείνα της Σαουδικής Αραβίας ή του Καταρ, στενών συμμάχων της Δύσης.
Η ατομική χειραφέτηση επιπλέον δεν είναι αποκομμένη από την συλλογική, από την πάλη ενάντια στην εκμετάλλευση, την κοινωνική αδικία και τον ιμπεριαλισμό. Η ρήξη με τον ιμπεριαλισμό για μας του «Δυτικούς» βέβαια είναι δύσκολη καθώς μεταξύ άλλων επιβάλλει και να σταματήσουμε να θεωρούμε τους εαυτούς μας πιο «απελευθερωμένους» και «προοδευτικούς», να σταματήσουμε να θέλουμε να σώσουμε τον «πρωτόγονο» από την «κόλαση» του. Να σταματήσουμε να γινόμαστε «ιεραπόστολοι» που κραδαίνουν κάθε μορφής Βίβλους, απορώντας με τους «ιθαγενείς» που αρνούνται να δουν «το φώς του Θεού», αρνούνται να «σωθούν» ή μάλλον να τους «σώσουμε». Και στη συνέχεια να απαξιώνουμε να ασχοληθούμε μαζί τους όταν οι κυβερνήσεις μας τους ισοπεδώνουν με βόμβες, επειδή αρνήθηκαν την «σωτηρία» μας, αρνήθηκαν να γίνουν σαν και μας.
Η γνήσια αντιιμπεριαλιστική αλληλεγγύη από την άλλη σέβεται την πολιτισμική ιδιαιτερότητα του κάθε λαού, αναγνωρίζει ότι όλες οι κοινωνίες είναι πολύπλοκες και αντιφατικές και πάει πολύ πιο πέρα από τη φιλελεύθερη ατζέντα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τη «συμπάθεια για τα θύματα» και στην τελική συμβολικές κινήσεις «αλληλεγγύης» που καταλήγουν κενές περιεχομένου. Η υπεράσπιση του δικαιώματος στην αυτοδιάθεση και η αλληλεγγύη μεταξύ των λαών προϋποθέτουν κατανόηση και σεβασμό στο δικαίωμα κάθε λαού να χαράσσει τη δική του πορεία προς την κοινωνική δικαιοσύνη και την ανεξαρτησία. Και η όποια κοινωνική μεταρρύθμιση μιας κοινωνίας πρέπει να έρχεται από τα μέσα και από τα κάτω. Και η υποστήριξη του αγώνα των ιρανών γυναικών δεν μπορεί παρά να συμβαδίζει με τον αγώνα ενάντια στις «ανθρωπιστικές επεμβάσεις» και τις καταστροφικές αλλαγές καθεστώτων που επιχειρεί η Δύση. Οι γυναίκες του Ιράν δεν χρειάζεται να γίνουν «δυτικές» για να κερδίσουν τα δικαιώματα τους και να απελευθερωθούν.
Καθώς η αριστερά δεν είναι άλλη μια ταυτότητα δίπλα σε πολλές το πρότυπο απελευθέρωσης της δεν μπορεί να είναι το χυδαία εμπορευματοποιημένο και σεξουαλικοποιημένο – δήθεν «απελευθερωμένο» – γυναικείο σώμα όπως το κατασκεύασε ο δυτικός καπιταλισμός, οι τεράστιες γυμνές γιγαντοαφίσες και τα ριάλιτι της κλειδαρότρυπας. Δεν μπορεί να είναι η δαιμονοποίηση ενδυματολογικών επιλογών που διαφέρουν από τα δυτικά πολιτιστικά ιμπεριαλιστικά πρότυπα, ο στιγματισμός των μουσουλμάνων γυναικών της Ευρώπης. Και σίγουρα δεν μπορεί να είναι η σύμπλευση με όσους επιχειρούν να χωρίσουν τον κόσμο και τις κοινωνίες σε στρατόπεδα, προετοιμάζοντας τους νέους παγκόσμιους και εμφύλιους πολέμους.
Στην τελική ο φόβος της μαυροφορεμένης γυναίκας που καλλιεργείται δεν είναι παρά ο φόβος ότι ο δυτικός μας κόσμος δεν είναι η μοναδική και δεδομένη μορφή κοινωνικής οργάνωσης από όλους αποδεκτή. Είναι ο φόβος ότι τα «προνόμια» μας, στηριγμένα πάνω στην κλοπή, δεν είναι και τόσο δεδομένα, καθώς πάντα θα υπάρχουν αυτοί που θα αντιστέκονται στην ιμπεριαλιστική λεηλασία των χωρών τους. Στην εκπληκτική από όλες τις απόψεις ταινία «Η μάχη του Αλγεριού» υπάρχει μια σκηνή, περιγραφή πραγματικού περιστατικού, όπου αλγερινές γυναίκες της αντίστασης αποποιούνται για λίγο την ταυτότητα τους μεταμφιεζόμενες με δυτικά ρούχα ώστε να μην κινήσουν τις υποψίες καθώς τοποθετούν τις βόμβες που μεταφέρουν στο κέντρο της γαλλικής συνοικίας. Και όντως κανένας Δυτικός δεν τις υποψιάζεται..
Ο Φραντς Φανόν, ψυχίατρος και συγγραφέας δοκιμίων, που συμμετείχε στον αγώνα για την απελευθέρωση της Αλγερίας, έχει περιγράψει στα αποσπάσματα που παραθέτουμε το πώς η αποικιοκρατία επιχείρησε να «ξεγυμνώσει» τα γυναικεία σώματα, όχι όμως για να τα απελευθερώσει αλλά για να τα κατακτήσει:
«Κάθε πέπλο που έπεφτε, κάθε σώμα που απελευθερωνόταν από την παραδοσιακή αγκάλη του χαΐκ, κάθε πρόσωπο που προσφερόταν στο ευθύ και ανυπόμονο βλέμμα του κατακτητή, ήταν μια αρνητική έκφραση του γεγονότος ότι η Αλγερία είχε αρχίσει να απαρνιέται τον εαυτό της, και δεχόταν τον βιασμό του κατακτητή της. Με κάθε εγκατελειμμένο χιτζάμπ, η κοινωνία της Αλγερίας έμοιαζε να εκφράζει την προθυμία της να καθίσει στα θρανία του σχολείου του αφέντη και να αλλάξει τις συνήθειες της κάτω απ’ τη διεύθυνση και την πατρωνεία του κατακτητή».
«Η ιστορία της γαλλικής κατάκτησης της Αλγερίας, περιλαμβανομένων των επιδρομών στα χωριά, την αρπαγή περιουσιών και τον βιασμό γυναικών, τη λεηλασία της χώρας, έχει συνεισφέρει στην αποκρυστάλλωση της ίδιας δυναμικής εικόνας. Στο επίπεδο της ψυχολογίας του κατακτητή, η ενθύμηση της ελευθερίας που δίνεται στον σαδισμό του κατακτητή, στον ερωτισμό του, δημιουργεί ρήγματα, γόνιμα χάσματα μέσα από τα οποία αναδύονται τόσο ονειρικές μορφές συμπεριφοράς όσο, και σε κάποιες περιπτώσεις, εγκληματικές πράξεις. Έτσι, ο βιασμός της Αλγερινής παρουσιάζεται πάντοτε στο όνειρο του Ευρωπαίου ως κάτι που συμβαίνει αφού της σκίσει το πέπλο. Βλέπουμε εδώ ένα διπλό ξεπαρθένευα. Παρομοίως, στις φαντασιώσεις των κατακτητών, η συμπεριφορά της γυναίκας δεν είναι ποτέ συναίνεση ή αποδοχή, αλλά άθλια υποταγή».
Φραντς Φανόν, «Η Αλγερία χωρίς το πέπλο της», Μια θνήσκουσα αποικιοκρατία, 1959