33.5 C
Athens
Τρίτη, 12 Αυγούστου, 2025

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Η Κίνα σπάει επιτέλους τη μέγγενη των ΗΠΑ; του Sam King

Πηγή:  Σύλλογος Γιάννης Κορδάτος

Μεταφράζουμε και αναδημοσιεύουμε άρθρο του Αυστραλού μαρξιστή Σαμ Κινγκ στη Μηνιαία Επιθεώρηση (IsChinafinallybreakingtheU.S. stranglehold?, MonthlyReview, June 5th, 2025), διότι καταφέρνει με πολύ συνοπτικό τρόπο να παρουσιάσει την ουσία του «ανταγωνισμού» μεταξύ Η.Π.Α. και Λ.Δ. της Κίνας, από τη σκοπιά της διεθνούς πολιτικής οικονομίας.

Η ουσία αυτή, σύμφωνα με τον αρθρογράφο, συνίσταται στο ότι η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων στην Κίνα οδηγεί στη διάρρηξη της μονοπωλιακής θέσης του μεγάλου κεφαλαίου των ιμπεριαλιστικών χωρών σε κλάδους υψηλής τεχνολογίας. Αν και αυτό συμβαίνει χωρίς να εγκαθιδρύει νέα μονοπώλια, επαναφέροντας απλά τον «ελεύθερο» ανταγωνισμό τους κλάδους αυτούς, η εξέλιξη αυτή αναδεικνύεται σταδιακά σε υπαρξιακή απειλή για τον σύγχρονο καπιταλιστικό ιμπεριαλισμό.

Έτσι, ο αρθρογράφος καταλήγει σε παρόμοιες θέσεις και συμπεράσματα με προηγούμενο άρθρο μας με αφορμή την πρόσφατη καινοτομία «Τεχνητής Νοημοσύνης» της κινεζικής DeepSeek.

Στο παρόν άρθρο παρουσιάζονται υπόρρητα τα ουσιώδη χαρακτηριστικά του σύγχρονου ανταγωνισμού στη διεθνή – κυρίαρχα καπιταλιστική – αγορά, τον οποίο θα χαρακτηρίζαμε ως κρατικομονοπωλιακό:

  • Είναι κυρίαρχα διακλαδικός ανταγωνισμός, δηλ., αφορά την εισαγωγή νέων τεχνολογιών που διαμορφώνουν νέους κλάδους παραγωγής που παράγουν καινοτόμα προϊόντα, δηλ. νέα/ες – ή ποιοτικά διαφορετικά/ές – εμπορεύματα/αξίες χρήσης, κατ’ αποκλειστικότητα για κάποιο χρονικό διάστημα.
  • Αποσκοπεί σε μονοπωλιακά υπερκέρδη – ανώτερα του γενικού/μέσου ποσοστού κέρδους – για ένα επαρκές χρονικό διάστημα μονοπωλιακής παραγωγής, μέσω της πώλησης σε μονοπωλιακές τιμές.
  • Η επιστημονική καινοτομία που τροφοδοτεί τη διαδικασία αυτή βασίζεται ιδιαίτερα στη δραστηριότητα του κράτους και άλλων μη επιχειρηματικών θεσμών και οργανισμών (π.χ. πανεπιστήμια, ερευνητικά κέντρα). Αυτοί είναι κυρίως καταναλωτές και όχι παραγωγοί (υπερ)αξίας. Σε αυτούς, συνεπώς, ανακυκλώνεται μέρος του ιμπεριαλιστικού πλεονάσματος των ιμπεριαλιστικών χωρών. Μάλιστα, το γεγονός ότι η Λ.Δ. της Κίνας είναι η μόνη αναπτυσσόμενη χώρα, πρώην αποικία, που δύναται να διαρρήξει την «ιμπεριαλιστική μέγγενη», όπως αναφέρει ο αρθρογράφος, είναι ένδειξη της ποιοτικής διαφοράς της κρατικής της υπόστασης (με μόνο ιστορικό προηγούμενο την ΕΣΣΔ), αλλά και της οργανικής σύνδεσης μεταξύ εθνικής ανεξαρτησίας από τον ιμπεριαλισμό και μετάβασης στον σοσιαλισμό…
  • Η τέτοια διεθνής κλαδική εξειδίκευση οδηγεί σε αντίστοιχο διεθνή καταμερισμό εργασίας με τη λεγόμενη (από τον αρθρογράφο, ακολουθώντας τον ΣαμίρΑμίν) «συνήθη» εργασία να συγκεντρώνεται στον Παγκόσμιο Νότο και την πραγματικά καινοτόμα, επιστημονική εργασία στον Παγκόσμιο Βορρά. Ο καταμερισμός αυτός, σε συνδυασμό με την περιορισμένη διασυνοριακή κυκλοφορία της εργασιακής δύναμης, θέτει αντικειμενικούς περιορισμούς στην αναγωγή των διαφορετικών συγκεκριμένων εργασιών σε αφηρημένη εργασία, και, επομένως, συνολικά στη λειτουργία του νόμου της αξίας στη διεθνή αγορά.
  • Αντίστοιχοι αντικειμενικοί περιορισμοί τίθενται και όσον αφορά την αναπαραγωγή του εμπορεύματος εργασιακή δύναμη ως ένα ισότιμο εμπόρευμα στις διάφορες χώρες, με αποτέλεσμα στον Παγκόσμιο Βορρά να συγκεντρώνεται η ακριβή και στον Νότο η φθηνή εργασιακή δύναμη. Έτσι, το βασικότερο για τον καπιταλισμό εμπόρευμα, το μόνο του οποίου η παραγωγική κατανάλωση παράγει υπεραξία, δηλ. επιπλέον αξία από αυτήν που απαιτείται για τη δική του αναπαραγωγή, καθίσταται εξ’ ορισμού διεθνώς άνισο, αποκαλύπτοντας το ρατσιστικό υπόβαθρο του σύγχρονου καπιταλιστικού ιμπεριαλισμού πίσω από τον (νεο)φιλελεύθερο ιδεολογικό μανδύα της καπιταλιστικής «παγκοσμιοποίησης», δηλ. της ιμπεριαλιστικής διεθνοποίησης της καπιταλιστικής παραγωγής.

Συνολικά, και όσον αφορά την παραγωγή της επιπλέον υπεραξίας, αναδεικνύεται η υπερεκμετάλλευση της εργασίας -καταρχήν και κυρίαρχα στον Παγκόσμιο Νότο- ως η ουσία του σύγχρονου ιμπεριαλιστικού καπιταλισμού και κυρίαρχη, ή έστω ανερχόμενη, μορφή καπιταλιστικής εκμετάλλευσης.

Επιπλέον, ο διεθνής καταμερισμός εργασίας αναδεικνύει και τις σχέσεις μεταξύ των καπιταλιστών του Παγκόσμιου Βορρά και Νότου και τον δευτερεύοντα ενδοκαπιταλιστικό τους ανταγωνισμό, ως ανταγωνισμό μεταξύ μονοπωλιακού και μη μονοπωλιακού κεφαλαίου. Πρόκειται για διαφοροποίηση που αφορά όχι μόνο το ποσοστό κέρδους (υπερ- έναντι «υπο»-κέρδος) ή τον τύπο του εισοδήματος (τεχνολογική πρόσοδος έναντι άμεσου βιομηχανικού κέρδους) αλλά και στον ίδιο τον ρόλο στην παραγωγή (σχεδιασμός και έλεγχος της -διεθνούς- παραγωγικής αλυσίδας έναντι καθ’ αυτό παραγωγής του τελικού ή ενδιάμεσου εμπορεύματος).

Όλα τα στοιχεία αυτά μπορεί ο προσεκτικός αναγνώστης να τα ανιχνεύσει στο παρόν άρθρο.

Εν τέλει, αναδεικνύεται η βάση των σημερινών διεθνών (πολιτικών, στρατιωτικών κ.α.) σχέσεων και ανταγωνισμών στις ίδιες τις διεθνείς, παραγωγικές, σχέσεις μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας στον Παγκόσμιο Βορρά και Νότο, σε όλους τους δυνατούς συνδυασμούς μεταξύ τους, ως διαμεσολαβημένες από τις διακρατικές σχέσεις και -συνεπώς- την ταξική πάλη εντός του κάθε εθνικού κοινωνικο-οικονομικού σχηματισμού (βλ. σχ. σε προηγούμενη μελέτη μας στο Μέρος Ε΄). Μια τέτοια διαλεκτική αντίληψη της αλληλεπίδρασης εθνικών και ταξικών σχέσεων είναι αναγκαία για τη σφυρηλάτηση της διεθνιστικής αλληλεγγύης των λαών στη βάση του κοινού τους αγώνα μεν, από διαφορετικές θέσεις δε…, ενάντια στον ιμπεριαλιστικό καπιταλισμό. Αντίθετα, κάτι τέτοιο δεν είναι δυνατό στη βάση της αφηρημένης αναγωγής των εθνικών αστικών και εργατικών τάξεων σε ένα διεθνές «κεφάλαιο» και «εργασία» και των επαναστατικών κοινωνικών αγώνων σε έναν εξίσου αφηρημένο «διεθνιστικό αντικαπιταλιστικό» αγώνα…

Διονύσης Περδίκης

Η Κίνα σπάει επιτέλους τη μέγγενη* των ΗΠΑ; του SamKing

(Αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα της Μηνιαίας Επιθεώρησης, 5 Ιουνίου, 2025)

μετ. Δ. Κούλος, επιμ. Δ. Περδίκης

*(Σ.τ.Μ., stranglehold)

Οι ΗΠΑ βρίσκονται σε έναν απεγνωσμένο οικονομικό και στρατιωτικό «ανταγωνισμό» με την Κίνα και έχουν χάσει γρήγορα πολύ έδαφος.

Με τον όρο «ανταγωνισμό», αυτό που εννοεί πραγματικά η καπιταλιστική άρχουσα τάξη των ΗΠΑ είναι η εδραίωση της κυριαρχίας της επί της Κίνας, εμποδίζοντας την κινεζική κοινωνία να αναπτυχθεί με οποιονδήποτε τρόπο που θα μειώσει τον έλεγχο των ΗΠΑ τόσο επί της Κίνας όσο και επί του υπόλοιπου κόσμου.

Αντίθετα, η πολιτική της Κίνας στοχεύει να ξεφύγει από τη συντριπτική ιμπεριαλιστική μέγγενη που κρατά ολόκληρο τον Νότιο Κόσμο σε κατάσταση φτώχειας και εξάρτησης για περισσότερο από έναν αιώνα.

Η ευρεία συναίνεση ότι οι ΗΠΑ χάνουν ή κινδυνεύουν να χάσουν αυτή τη μάχη, αν δεν λάβουν αποφασιστικά μέτρα, επηρεάζει όχι μόνο τους δασμούς του Τραμπ στην Κίνα, αλλά και την προηγούμενη πολιτική των ΗΠΑ, όπως το πρόγραμμα του Μπάιντεν για μαζικές επιδοτήσεις στην αμερικανική βιομηχανία και την απαγόρευση της τεχνολογίας στην Κίνα. Οι πολιτικές του Τραμπ και του Μπάιντεν απέναντι στην Κίνα διαφέρουν ως προς τη μορφή, αλλά έχουν τον ίδιο στόχο: να συντρίψουν την Κίνα.

Η σύγκρουση δεν αποτελεί παράδειγμα «ανταγωνισμού μεταξύ μεγάλων δυνάμεων», όπως θα ήθελαν να μας πείσουν οι σοβινιστές αντι-κινεζικοί προπαγανδιστές. Η έκφραση «ανταγωνισμός μεγάλων δυνάμεων» καλύπτει τη βασική δυναμική της σύγκρουσης — πρόκειται για μια αντιπαράθεση ανάμεσα σε δύο εντελώς διαφορετικούς τύπους κοινωνιών. Η Κίνα είναι μια τεράστια και πολιτικά ανεξάρτητη κοινωνία του Παγκόσμιου Νότου, που προσπαθεί να απαλλαγεί από τα ασφυκτικά χέρια που την πνίγουν. Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι το πλουσιότερο και πιο βίαιο καπιταλιστικό κράτος στον κόσμο. Μαζί με τους συμμάχους τους από το «κλαμπ των πλουσίων» (όπως η Αυστραλία), οι Η.Π.Α. προσπαθούν απεγνωσμένα να διατηρήσουν την ασφυκτική τους λαβή πάνω στην Κίνα (και στον Παγκόσμιο Νότο ως όλο).

Για τους ιμπεριαλιστές ρατσιστές, το δικαίωμα 1,4 δισεκατομμυρίων Κινέζων να ζουν με αξιοπρέπεια και να αναπτύσσονται —και το ίδιο δικαίωμα για ολόκληρο τον Παγκόσμιο Νότο— δεν έχει σημασία. Οι σοσιαλιστές του Παγκόσμιου Βορρά που συμφωνούν ότι πρόκειται για «ανταγωνισμό μεγάλων δυνάμεων» (αλλάζοντας απλώς την περιγραφή σε «ενδοϊμπεριαλιστικό ανταγωνισμό») φαίνεται να συμμερίζονται μια παρόμοια κοσμοαντίληψη.

Η Κίνα δεν ασκεί ασφυκτικό έλεγχο στις ΗΠΑ

Η πραγματική «απειλή» που αντιπροσωπεύει η Κίνα για τον ιμπεριαλισμό είναι η προσπάθειά της να σπάσει ή να μειώσει τη δική της υποταγή. Απομακρύνοντας τα ιμπεριαλιστικά δάχτυλα από τον λαιμό της, διεκδικώντας λίγο περισσότερο ζωτικό χώρο για την κινεζική κοινωνία, η κινεζική πολιτική στοχεύει να μειώσει τον βαθμό στον οποίο η Κίνα υφίσταται εκμετάλλευση από τις ιμπεριαλιστικές κοινωνίες. Αυτή είναι η πραγματική απειλή που συνιστά η κινεζική ανάπτυξη για τον ιμπεριαλισμό.

Ιδιαίτερα τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, η οικονομική επέκταση και η συσσώρευση πλούτου στις ιμπεριαλιστικές κοινωνίες στηρίχθηκαν στις πλάτες των εργαζόμενων στην Κίνα και σε ολόκληρο τον Παγκόσμιο Νότο. Όλες οι αναπτυσσόμενες βιομηχανίες του 21ου αιώνα έχουν χτιστεί πάνω στο θεμέλιο ενός μαζικού, επεκτεινόμενου, υπερεκμεταλλευόμενου και ολοένα πιο παραγωγικού βιομηχανικού εργατικού δυναμικού στον Παγκόσμιο Νότο. Κι όμως, μετά από δεκαετίες προόδου, η ίδια μικρή λέσχη χωρών (συμπεριλαμβανομένης της Αυστραλίας) παραμένει πολλαπλάσια πλουσιότερη από όλες τις κοινωνίες του Παγκόσμιου Νότου, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας.

Η ιμπεριαλιστική ευημερία έχει οικοδομηθεί πάνω στην εκμετάλλευση του Παγκόσμιου Νότου. Αυτή είναι η βασική πραγματικότητα που υποβόσκει πίσω από την ακραία αντι-κινεζική υστερία. Η ανάπτυξη της Κίνας δεν απειλεί να υποτάξει τους ιμπεριαλιστές. Ωστόσο, οι ιμπεριαλιστικές κοινωνίες δεν μπορούν να υπάρξουν με τη σημερινή τους μορφή χωρίς τη συνεχιζόμενη υποταγή της Κίνας και του Παγκόσμιου Νότου. Γι’ αυτό η πρόοδος της Κίνας απειλεί τον ιμπεριαλισμό. Τον απειλεί με το να χάσει την ικανότητά του να εκμεταλλεύεται —ή τον βαθμό στον οποίο μπορεί να εκμεταλλεύεται— δηλαδή να αποσπά τον πλούτο (ή την αξία, με μαρξιστικούς όρους) που παράγουν οι εργάτες στην Κίνα, ως βασικό συστατικό των ιμπεριαλιστικών κερδών. Αυτή η παρασιτική μορφή εξάρτησης, από την οποία οι ιμπεριαλιστικές κοινωνίες έχουν καταστεί πλήρως εξαρτημένες, δεν μπορεί να ξεπεραστεί χωρίς να οδηγηθούν σε σοβαρή κρίση.

Επιπλέον, η απειλή ότι η ανάπτυξη της Κίνας μπορεί να της επιτρέψει να απελευθερωθεί από τα χέρια που της σφίγγουν τον λαιμό, ή να αφαιρέσει έστω και ένα μόνο από αυτά τα στραγγαλιστικά χέρια, ή ακόμη και να απομακρύνει μόνο μερικά από τα δάχτυλα που πιέζουν τον λαιμό της, ενέχει ένα άγνωστο δυναμικό που μπορεί να δημιουργήσει μια κατάσταση όπου και άλλες χώρες του Παγκόσμιου Νότου θα μπορέσουν να ακολουθήσουν τα βήματα της Κίνας.

Ιμπεριαλιστικό μονοπώλιο και η Κίνα σήμερα

Ο λόγος που οι ιμπεριαλιστικές χώρες είναι ικανές να εξασφαλίζουν για τον εαυτό τους το μεγαλύτερο μέρος του πλούτου που παράγεται στα εργοστάσια του Παγκόσμιου Νότου οφείλεται τελικά στην ανάπτυξη τεχνολογικών και επιστημονικών μονοπωλίων. Αυτή είναι η βασική μορφή μέσω της οποίας ασκείται η ιμπεριαλιστική στραγγαλιστική πίεση (πάνω στην οποία βασίζονται όλες οι άλλες μορφές ιμπεριαλιστικών μονοπωλίων, όπως τα χρηματοπιστωτικά, στρατιωτικά και εμπορικά). Αυτό είναι κάτι που γίνεται ευρέως αποδεκτό τόσο από τις ιμπεριαλιστικές όσο και από τις κινεζικές πολιτικές δυνάμεις.

Το ερώτημα «αν η Κίνα σπάει την ασφυκτική κυριαρχία» αφορά ουσιαστικά το αν η Κίνα μπορεί να σπάσει την ασφυκτική επιστημονική κυριαρχία που έχουν οι Η.Π.Α. σε συνδυασμό με τα άλλα ιμπεριαλιστικά κράτη. Για να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα, πρέπει να κατανοήσουμε πώς, ακριβώς, εκφράζεται το επιστημονικό μονοπώλιο του ιμπεριαλισμού στην παγκόσμια καπιταλιστική παραγωγή για την παγκόσμια αγορά και στον παγκόσμιο παραγωγικό καταμερισμό εργασίας μεταξύ των ιμπεριαλιστικών χωρών και αυτών του Παγκόσμιου Νότου. Για να κατανοήσουμε πώς λειτουργεί ο ανταγωνισμός στην πραγματικότητα, δεν αρκεί μόνο να «ξεζουμάρουμε», αλλά πρέπει και να «ζουμάρουμε» αρκετά ώστε να δούμε την εργασιακή διαδικασία των διαφόρων παραγωγών και πώς οι κύριοι διακριτοί τύποι εργασιακής διαδικασίας μπορούν σε ορισμένες περιπτώσεις να αποτελέσουν τη βάση για μονοπώλιο, ενώ σε άλλες όχι.

Γενικά μιλώντας, η σύγχρονη ιμπεριαλιστική κυριαρχία έχει βασιστεί σε ένα μονοπώλιο των ιμπεριαλιστικών κρατών πάνω στην ικανότητα για συνεχή «επανάσταση στα μέσα παραγωγής» (όπως το έθεσε ο Μαρξ στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο). Η Κίνα δεν έχει ξεκινήσει να εφευρίσκει ή να φέρνει στην αγορά θεμελιωδώς νέες τεχνολογίες που να «επαναστατικοποιούν τα μέσα παραγωγής» και πιθανότατα δεν μπορεί να το κάνει. Καμία σημαντική, καινούργια για τον κόσμο επιστημονική τεχνολογία, συγκρίσιμη με την ηλεκτρική ενέργεια, το πετρέλαιο ή το ίντερνετ, δεν έχει αναπτυχθεί και εισαχθεί στην αγορά από κινέζους παραγωγούς.

Ωστόσο, αν κοιτάξουμε σήμερα τους πιο προηγμένους παραγωγούς της Κίνας, φαίνεται ότι έχει ξεκινήσει ένα σημαντικό νέο φαινόμενο. Ο ολοένα ταχύτερος ρυθμός με τον οποίο οι κινέζοι παραγωγοί μπορούν να υιοθετούν και να προσαρμόζουν υπάρχουσες τεχνολογίες ίσως έχει αρχίσει να υπονομεύει την ικανότητα των ιμπεριαλιστικών χωρών να προωθούν νέες τεχνολογίες στην αγορά με τον ίδιο μονοπωλιακό και υπερ-κερδοφόρο τρόπο που αποτέλεσε το ιστορικό μοντέλο του ιμπεριαλισμού.

Αμέτρητοι ισχυρισμοί έχουν διατυπωθεί τις τελευταίες δύο δεκαετίες ότι η Κίνα άρχιζε να εκτοπίζει τις Η.Π.Α. Μέχρι σχετικά πρόσφατα, η Κίνα ήταν κυρίως ανταγωνιστική σε τομείς παραγωγής με χαμηλή αξία και περιφερειακή σημασία. Το νέο στοιχείο είναι ότι οι κινεζικοί παραγωγοί πλέον μπορούν να υιοθετούν ριζικά τεχνικές που βρίσκονται αρκετά ψηλά στην αλυσίδα αξίας. Πρόκειται για ένα νέο φαινόμενο που έχει εμφανιστεί σε ευρεία κλίμακα κυρίως μετά την Πανδημία.

Η Κίνα ανταποκρίθηκε στην επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης, ιδίως στην έκρηξη της φούσκας των τιμών των ακινήτων από το 2021, με αυξημένα κρατικά μέτρα τόνωσης της μεταποίησης. Αυτά επικεντρώθηκαν σε αυτό που η κινεζική πολιτική ονομάζει «νέες ποιοτικές παραγωγικές δυνάμεις» και ιδιαίτερα στη «νέα τριπλέτα» βιομηχανιών — ηλεκτρικά οχήματα, μπαταρίες και φωτοβολταϊκά προϊόντα, συμπεριλαμβανομένων των ηλιακών πάνελ. Αν και η κινεζική εσωτερική αγορά είναι τεράστια, το μέγεθος αυτών των βιομηχανιών σημαίνει ότι εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις εξαγωγές. Το επακόλουθο κύμα φθηνών κινεζικών εξαγωγών απείλησε να κατακλύσει ανταγωνιστικές επιχειρήσεις σε πολλές ιμπεριαλιστικές χώρες και έχει χαρακτηριστεί ως το «Δεύτερο Σοκ της Κίνας». Σε αυτό είναι που σε μεγάλο βαθμό απαντούν οι δασμοί του Τραμπ και άλλες οικονομικές επιθετικές ενέργειες των Η.Π.Α. Τα βασικά χαρακτηριστικά αυτού του φαινομένου είναι αυτά που πρέπει να εξεταστούν για να κατανοήσουμε την κατάσταση του ανταγωνισμού Η.Π.Α.-Κίνας.

 

Κινεζική ανάπτυξη και ιμπεριαλιστικά υπερ-κέρδη

Το πρώτο «Σοκ της Κίνας» συνέβη μετά την είσοδο της Κίνας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ) τον Δεκέμβριο του 2001. Αυτό οδήγησε σε ένα τεράστιο κύμα φθηνών κινεζικών εξαγωγών σε πολύ χαμηλότερης αξίας τομείς, όπως ενδύματα και υποδήματα, κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα, έπιπλα και φθηνά καταναλωτικά είδη, από τους οποίους τα κύρια ιμπεριαλιστικά μονοπώλια ήδη αποσύρονταν λόγω των χαμηλών ποσοστών κέρδους. Η σύγκριση των δύο «σοκ» αποκαλύπτει την αλλαγή στη φύση του ανταγωνισμού μεταξύ Κίνας και Η.Π.Α.

Η μακρόχρονη αμερικανική εθνικιστική μυθολογία μας λέει ότι η ταχεία ανάπτυξη της βιομηχανίας στην Κίνα, ειδικά μετά την ένταξη της χώρας στον ΠΟΕ το 2001, κατέστρεψε τον βιομηχανικό τομέα των Η.Π.Α., προκαλώντας μεγάλες απώλειες σε θέσεις εργασίας και την καταστροφή βιομηχανικών κοινοτήτων. Στην πραγματικότητα, η πτώση της απασχόλησης στη βιομηχανία των Η.Π.Α. είναι μια μακροχρόνια τάση που προϋπήρχε της εισόδου της Κίνας στην παγκόσμια καπιταλιστική αγορά. Ο βασικός λόγος γι’ αυτή την πτώση είναι η αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας μέσα στις Η.Π.Α., μέσω της αντικατάστασης της χειρωνακτικής εργασίας από ολοένα και μεγαλύτερα επίπεδα αυτοματοποίησης. Ταυτόχρονα με αυτή την τάση που οδήγησε σε μείωση της απασχόλησης στη βιομηχανία, η απόλυτη αξία της βιομηχανικής παραγωγής των Η.Π.Α. αυξήθηκε — ακόμα και μετά το 2001.

Πέρα από την αυτοματοποίηση, η πτώση της απασχόλησης στη βιομηχανία των Η.Π.Α. οφείλεται επίσης σε αλλαγές στη διαδικασία παραγωγής και στον παγκόσμιο καταμερισμό της εργασίας, που οργανώθηκαν από τις Η.Π.Α. και τις άλλες ιμπεριαλιστικές τάξεις εξουσίας προς όφελός τους. Η «νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση» των παραγωγικών διαδικασιών κατά τις δεκαετίες του 1980, 1990 και 2000 βασίστηκε σε υψηλό βαθμό τεχνικής εξειδίκευσης. Ο τύπος εργασίας που συνεισέφεραν οι διάφορες χώρες στη συνολική παραγωγική διαδικασία αποτελεί τον κρίσιμο παράγοντα.

Το πρότυπο ήταν (και σε μεγάλο βαθμό παραμένει) πολωμένο με τρόπο που παραλληλίζεται με την πόλωση μεταξύ πλούτου και εισοδήματος των χωρών. Οι χώρες του Παγκόσμιου Νότου ειδικεύονται σε αυτό που ο ΣαμίρΑμίν ονόμασε «συνήθη» εργασία ή διάφορους τύπους αυτής. Οι ιμπεριαλιστικές χώρες ειδικεύονται στον αντίθετο τύπο: υψηλού επιπέδου τεχνική και επιστημονική εργασία. Το πρότυπο εξειδίκευσης της εργασίας (και κατά συνέπεια της παραγωγής) αντιστοιχεί στο πρότυπο των φτωχών και πλούσιων χωρών στον κόσμο και αποτελεί τον κύριο λόγο της μεγάλης ανισότητας πλούτου.

Η Κίνα εδώ και καιρό αποτελεί τον μεγαλύτερο προορισμό για τη μετατόπιση των συνήθων εργασιακών διαδικασιών προς τον νότο, ειδικά μετά το 2001, αλλά δεν ήταν ο μοναδικός προορισμός. Ούτε καθόρισε ή ελέγχει αυτήν την τάση. Μεγάλο μέρος της αυξημένης βιομηχανικής παραγωγής στην Κίνα προέκυψε από επιχειρήσεις των Η.Π.Α. που μετέφεραν την παραγωγή τους εκεί και στη συνέχεια απέστελναν τα προϊόντα πίσω στις Η.Π.Α. (αν και τα τελευταία χρόνια οι αμερικανικοί σχεδιασμοί προσπαθούν να μεταφέρουν μεγάλο μέρος αυτής της παραγωγής στο Μεξικό ή σε άλλες χώρες του Παγκόσμιου Νότου που ελπίζουν να ελέγχουν πιο εύκολα).

Η ραγδαία άνοδος της Κίνας ως βιομηχανικής και εξαγωγικής δύναμης έχει πραγματοποιηθεί μέσα σε αυτό το ιμπεριαλιστικό πλαίσιο υπό την ηγεσία των Η.Π.Α. Προφανώς, το αμερικανικό κεφάλαιο αποκομίζει τεράστια υπερκέρδη από αυτή την παγκοσμιοποιημένη ρύθμιση. Η υπερεκμετάλλευση της εργασίας στην Κίνα και σε άλλες χώρες του Παγκόσμιου Νότου έχει αυξήσει τη συνολική κερδοφορία του αμερικανικού κεφαλαίου μειώνοντας το κόστος παραγωγής και φθηναίνοντας τα καταναλωτικά αγαθά (καθιστώντας ευκολότερη την καταπίεση των εγχώριων μισθών). Φυσικά, μερικοί περιθωριακοί καπιταλιστές έμειναν πίσω και χρεοκόπησαν, αλλά συνολικά το αμερικανικό κεφάλαιο είναι πιο πλούσιο από ποτέ, ειδικά το μεγάλο κεφάλαιο.

Το «σοκ» της εισροής κινεζικών καταναλωτικών αγαθών στην αμερικανική αγορά τη δεκαετία του 2000 δεν ήταν η κύρια αιτία της σκληρής ανατροπής στις κοινότητες της εργατικής τάξης στα πρώην βιομηχανικά κέντρα, αλλά λειτούργησε ως βολικός αποδιοπομπαίος τράγος. Μέχρι τις δεκαετίες του 1970 και του 1980, οι καπιταλιστές των Η.Π.Α. στόχευαν να σπάσουν τη βιομηχανική και κοινωνική ισχύ της αμερικανικής εργατικής τάξης. Η «αποβιομηχάνιση» ή αλλιώς η μεταφορά των συνήθων εργασιακών διαδικασιών στο εξωτερικό (δηλαδή η οργάνωση του πολωμένου παγκόσμιου καταμερισμού της εργασίας που περιγράφηκε παραπάνω), σε συνδυασμό με την αυξημένη αυτοματοποίηση, αποτέλεσαν μεγάλο μέρος του τρόπου με τον οποίο το πέτυχαν.

 

Το πρότυπο της πολωμένης παγκοσμιοποίησης

Η ιδέα ότι σήμερα οι ΗΠΑ δεν μπορούν να ανταγωνιστούν την κινεζική παραγωγή και ότι η αύξηση των αμερικανικών δασμών είναι μια απάντηση στην απώλεια της ανταγωνιστικότητάς τους είναι μια αφαίρεση. Αυτό ισχύει για ορισμένα προϊόντα (ή υπηρεσίες), αλλά όχι για άλλα. Η διαφορά όμως δεν είναι τυχαία. Ακολουθεί το ίδιο σαφές και κατανοητό μοτίβο.

Είναι αλήθεια ότι οι ΗΠΑ δεν μπορούν να ανταγωνιστούν – ούτε καν το Μπαγκλαντές ή την Ινδονησία, πόσο μάλλον την Κίνα – στην παραγωγή των περισσότερων ενδυμάτων και υποδημάτων. Για παράδειγμα, οι ΗΠΑ εισάγουν περισσότερο από το 99% των υποδημάτων που καταναλώνουν. Από την άλλη πλευρά, οι ΗΠΑ μπορούν να ανταγωνιστούν και μάλιστα κερδίζουν τον ανταγωνισμό στην παραγωγή πολλών άλλων προϊόντων. Για παράδειγμα, οι ΗΠΑ έχουν τεράστιες εξαγωγές, ή πλεονάσματα εξαγωγών, σε τομείς όπως το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, τα αεροσκάφη και τα ανταλλακτικά τους, συγκεκριμένους τύπους μηχανημάτων, ορισμένα γεωργικά προϊόντα, χρηματοοικονομικές και εμπορικές υπηρεσίες και τα μέσα ενημέρωσης. Γιατί συμβαίνει αυτό;

Για να κατανοήσουμε το μοτίβο, αρκεί να θυμηθούμε τους δύο αντίθετους τύπους εργασίας που συνθέτουν τη συνολική διαδικασία εργασίας που ήδη αναφέρθηκε: η συνήθη εργασία έναντι της υψηλής ή επιστημονικής εργασίας. Ο κυρίαρχος τύπος εργασίας που απαιτείται για την παραγωγή ενός προϊόντος καθορίζει τι μπορεί να παραχθεί ανταγωνιστικά στις οικονομίες του Παγκόσμιου Βορρά, όπου η εργασία είναι ακριβή, ή στον Παγκόσμιο Νότο, όπου η εργασία είναι φθηνή. Όταν ένα προϊόν (ή μέρος ενός προϊόντος) αποτελείται κυρίως από υψηλής ειδίκευσης επιστημονική ή τεχνική εργασία, οι παραγωγοί των ιμπεριαλιστικών κρατών θα υπερισχύουν πιο συχνά. Όταν αποτελείται κυρίως από «συνήθη» εργασία, οι χώρες του Παγκόσμιου Νότου μπορούν να υπερισχύσουν και πράγματι το κάνουν.

Εάν ένα σύνθετο προϊόν αποτελείται από ένα μείγμα των δύο τύπων εργασίας, η παραγωγή του τείνει να παγκοσμιοποιείται: ολοκληρώνεται εν μέρει στον Παγκόσμιο Νότο και εν μέρει στα ιμπεριαλιστικά κράτη. Πολλά προϊόντα ή βιομηχανίες έχουν αυτόν τον μικτό χαρακτήρα, που περιλαμβάνει διάφορες ποσότητες κάθε τύπου εργασίας. Σε αυτή την περίπτωση, ο ανταγωνισμός δεν περιστρέφεται μόνο γύρω από το ποια εταιρεία ή προϊόν θα πωληθεί στην αγορά (ή την τιμή του), αλλά και γύρω από το ποιες εταιρείες (και ποιες κοινωνίες) είναι σε θέση να εξασφαλίσουν για τον εαυτό τους το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων που κερδίζονται από την πώληση του προϊόντος.

Προφανώς, εάν μια χώρα συνεισφέρει το 50% της εργασίας που απαιτείται για την κατασκευή ενός προϊόντος, αλλά λαμβάνει μόνο το 10% της τιμής πώλησης, αυτό αντιπροσωπεύει μια μη μονοπωλιακή θέση. Το πιο γνωστό παράδειγμα ενός προϊόντος αυτού του είδους είναι το iPhone της Apple. Πολλές μελέτες έχουν δείξει ότι το μερίδιο της τελικής τιμής πώλησης του iPhone που πηγαίνει στην Κίνα είναι πολύ κάτω από το 10%, παρά το γεγονός ότι το προϊόν συναρμολογείται εκεί και οι Κινέζοι παραγωγοί συνεισφέρουν ένα πολύ μεγαλύτερο ποσοστό της απαραίτητης εργασίας.

Λιγότερο γνωστό είναι ότι η ίδια δυναμική τείνει να ισχύει και για σύνθετα προϊόντα που διατίθενται στην αγορά από παραγωγούς Παγκόσμιου Νότου. Για παράδειγμα, το κινεζικής παραγωγής επιβατικό αεροσκάφος COMACC919 βασίζεται σε αμερικανικές και γαλλικές εταιρείες, όπως η GeneralElectric και η Honeywell, για προηγμένα εξαρτήματα όπως ο κινητήρας του αεροσκάφους, τα ηλεκτρονικά συστήματα, τα βοηθητικά συστήματα ισχύος, τα συστήματα ελέγχου «fly-by-wire» και τα συστήματα πλοήγησης. Ακόμη και αν το COMAC λειτουργεί με ζημία, αυτές οι ιμπεριαλιστικές εταιρείες μπορούν να αποκομίσουν μονοπωλιακά κέρδη. Στην πραγματικότητα, μπορούν να οδηγήσουν το COMAC σε ζημίες απαιτώντας υψηλές τιμές, εάν η Κίνα παραμείνει εξαρτημένη από αυτές για υψηλής ποιότητας εισροές.

 

Ο ρυθμός της δημιουργίας και της κατάρρευσης του μονοπωλίου

Η εμπορευματοποίηση της νέας τεχνολογίας (η οποία στη σύγχρονη εποχή παράγεται από ιμπεριαλιστικά κράτη και όχι από εταιρείες) αποφέρει υπερβολικά κέρδη στις μονοπωλιακές εταιρείες που εδρεύουν στα ιμπεριαλιστικά κράτη. Η κλωστοϋφαντουργία στο Μάντσεστερ τον 19ο αιώνα, η αυτοκινητοβιομηχανία, η ναυπηγική και η κατασκευή εργαλειομηχανών στις ΗΠΑ τον 20ο αιώνα, ή τα «MagnificentSeven», τα επτά γιγαντιαία μονοπώλια της τεχνολογίας στις ΗΠΑ σήμερα, όλα απέκτησαν τα υπερ-κέρδη τους (δηλαδή κέρδη υψηλότερα από το μέσο όρο) ως αποτέλεσμα της τεχνολογικής υπεροχής τους έναντι των σύγχρονων ανταγωνιστών τους.

Ωστόσο, κάθε παραγωγική διαδικασία που ξεκινά ως υψηλής τεχνολογίας δεν παραμένει για πάντα έτσι. Καθώς γίνεται πιο κοινή, γνωστή και τυποποιημένη, η πλέον όχι και τόσο νέα παραγωγική διαδικασία βυθίζεται όλο και περισσότερο στην κατηγορία της παραγωγής που απαιτεί κυρίως «συνήθη εργασία». Μόλις συμβεί αυτή η μετατόπιση, δεν απαιτείται πλέον σχεδόν καθόλου προηγμένη, επιστημονική ή τεχνική εργασία ή εξειδικευμένες γνώσεις. Αυτό ισχύει εδώ και καιρό, για παράδειγμα, για το μεγαλύτερο μέρος της βιομηχανίας ενδυμάτων.

Όταν η παραγωγή γίνεται τυποποιημένη, δεν υπάρχει πλέον καμία βάση στην εργασιακή διαδικασία για τις εταιρείες να τη μονοπωλήσουν. Καθώς όλο και περισσότεροι άλλοι παραγωγοί αρχίζουν να κατασκευάζουν τα ίδια ή παρόμοια προϊόντα, τα μονοπωλιακά υπερ-κέρδη (δηλαδή τα κέρδη που είναι υψηλότερα από το μέσο όρο) θα στερέψουν και θα μετατραπούν σε μέσο κέρδος ή και χειρότερα. Σε αυτό το σημείο είναι παράλογο (από την καπιταλιστική άποψη) να συνεχίσουν να πληρώνονται οι υψηλοί μισθοί του Παγκόσμιου Βορρά για εργασία που μπορεί να γίνει από πολύ πιο φθηνούς εργαζομένους του Παγκόσμιου Νότου.

Βλέποντας τον ρόλο της Κίνας στην παγκόσμια αγορά τις τελευταίες δεκαετίες, γνωρίζουμε πολύ καλά τις επιπτώσεις αυτού του ρυθμού μονοπωλίου και της κατάρρευσης του μονοπωλίου. Οι Κινέζοι παραγωγοί είναι από καιρό γνωστοί για την καινοτόμο ικανότητά τους να ανακατασκευάζουν και να επανασχεδιάζουν πολλούς τύπους προϊόντων. Ενώ τα πρώτα παραδείγματα αυτής της ικανότητας χλευάστηκαν ως απλές «απομιμήσεις» (αντίγραφα), στην πραγματικότητα οι Κινέζοι παραγωγοί πρέπει να είναι οι πιο ανεπτυγμένοι στον κόσμο σε αυτή τη συγκεκριμένη μορφή εφευρετικότητας, δηλαδή την ανάπτυξη νέων τρόπων απλοποίησης (και, ως εκ τούτου, φθηνότερης παραγωγής) προϊόντων που είναι πανομοιότυπα ή παρόμοια με πιο σύνθετα μονοπωλιακά προϊόντα. Αυτό είναι ένα σημαντικό και κοινωνικά προοδευτικό χαρακτηριστικό της κινεζικής παραγωγής.

Αν και μπορεί να συμβάλλει στην πρόοδο των ανθρώπινων παραγωγικών δυνάμεων, η απλοποίηση των υφιστάμενων προϊόντων δεν συμβάλλει στη δημιουργία μονοπωλιακής θέσης για τους κινέζους παραγωγούς. Ένα πρόσφατο παράδειγμα είναι το κινέζικο chatbotDeepSeekAI. Το DeepSeek δεν υπερτερεί των διάφορων ανταγωνιστικών chatbottτων ΗΠΑ. Αντίθετα, επιτυγχάνει τα ίδια ή παρόμοια αποτελέσματα χρησιμοποιώντας πολύ λιγότερους πόρους (ειδικά ενέργεια) και λιγότερο προηγμένα μικροτσίπ. Το DeepSeek δεν δημιουργεί δικό του τεχνολογικό μονοπώλιο. Αντίθετα, η ίδια η φύση της απλοποίησης της διαδικασίας εργασίας, της επίτευξης του ίδιου αποτελέσματος με λιγότερο προηγμένους επεξεργαστές, τείνει να υπονομεύει συνολικά τον μονοπωλιακό χαρακτήρα της διαδικασίας (βλάπτοντας τις αμερικανικές εταιρείες που είχαν λάβει επενδυτικές αποφάσεις με βάση την προσδοκία μιας ισχυρής μονοπωλιακής θέσης)

Είναι ακριβώς μέσω αυτού του είδους του ανταγωνισμού με μη μονοπωλιακούς παραγωγούς του Παγκόσμιου Νότου τις τελευταίες δεκαετίες, που το μονοπωλιακό κεφάλαιο των ΗΠΑ έχει αποβάλει μεγάλο μέρος της χαμηλού επιπέδου μεταποίησής του, όπως η ένδυση και η υπόδηση, φθηνά καταναλωτικά προϊόντα ή βιομηχανίες χαμηλού περιθωρίου (Σ.τ.Μ., κέρδους, lowmarginindustries στο πρωτότυπο) και υψηλής ρύπανσης, όπως η επεξεργασία “σπάνιων γαιών” ή άλλες περιβαλλοντικά επιβλαβείς και επικίνδυνες διαδικασίες. Η «απώλεια» αυτών των χαμηλής τεχνολογίας διαδικασιών δεν αποτέλεσε ποτέ απειλή για την κυριαρχία του αμερικανικού ιμπεριαλισμού στην παγκόσμια αγορά. Η αποεπένδυση και η επανεπένδυση σε τομείς με υψηλότερα περιθώρια κέρδους αποτέλεσε σημαντικό μέρος της αναδιάρθρωσης της αμερικανικής οικονομίας κατά τη νεοφιλελεύθερη περίοδο, με στόχο τη διατήρηση της κυριαρχίας.

Αυτός ο συνεχής ρυθμός μονοπωλίου που ακολουθείται από τη διάσπαση του μονοπωλίου σημαίνει ότι, για να διατηρήσουν τη μονοπωλιακή τους θέση κατά τη διάρκεια των δεκαετιών, οι ιμπεριαλιστικές εταιρείες έπρεπε να εισάγουν αρκετά τακτικά νέες προηγμένες διαδικασίες παραγωγής στην αγορά – αρκετά γρήγορα ώστε να μπορούν να ξαναρχίζουν από την κορυφή – ιδανικά πριν καταρρεύσουν τα παλιά μονοπώλιά τους. Φυσικά, ορισμένες εταιρείες απέτυχαν, αλλά συνολικά το σύστημα αυτό λειτούργησε καλά στο παρελθόν για τις ιμπεριαλιστικές κυρίαρχες τάξεις στο σύνολό τους. Μόνο τελευταία φαίνεται να είναι λίγο ταραγμένες.

 

Ο μη μονοπωλιακός χαρακτήρας της κινέζικης παραγωγής

Είναι σημαντικό να τονιστεί ξανά ότι το ιμπεριαλιστικό μονοπώλιο, όταν συντρίβεται από τον ανταγωνισμό του Παγκόσμιου Νότου, δεν αντικαθίσταται από μονοπώλιο του Παγκόσμιου Νότου — ή τουλάχιστον όχι του ίδιου τύπου. Το παράδειγμα της DeepSeek αντιπροσωπεύει το γενικό πρότυπο. Με τη μετατροπή ενός προϊόντος σε μια πιο απλή εκδοχή, μετασχηματίζεται και ο τύπος της εργασίας που απαιτείται για την παραγωγή του, από προηγμένη σε “συνήθη” εργασία.

Γι’ αυτόν τον λόγο, η παραγωγή του μπορεί πιο εύκολα να πραγματοποιηθεί από καπιταλιστές παραγωγούς σε πολλές περιοχές του Παγκόσμιου Νότου. Οποιαδήποτε διαδικασία μετασχηματίζεται με αυτόν τον τρόπο χάνει τον μονοπωλιακό της χαρακτήρα. Ένας παραγωγός δύσκολα μπορεί να αυξήσει σημαντικά την τιμή πώλησης ενός προϊόντος (ώστε να επιτύχει κέρδος άνω του μέσου όρου), όταν το προϊόν αυτό παράγεται σχετικά εύκολα. Η κυριαρχία σε μια τυποποιημένη (μη μονοπωλιακή) διαδικασία παραγωγής δεν μπορεί να αποτελέσει τη βάση για διατηρήσιμα μονοπωλιακά υπερκέρδη.

Οι προηγμένες παραγωγικές διαδικασίες μπορούν να αποφέρουν μονοπωλιακά υπερκέρδη. Οι τυποποιημένες διαδικασίες παραγωγής μπορούν να αποφέρουν μόνο μη μονοπωλιακά κέρδη. Η Κίνα, γενικά, μπορεί να επιτύχει μόνο μη μονοπωλιακά κέρδη — ακόμη και στους σχετικά προηγμένους κλάδους όπου έχει διαλύσει μονοπώλια και υπερισχύει στον διεθνή ανταγωνισμό.

Αυτή η φαύλη δυναμική που πιέζει την Κίνα ενισχύεται έντονα από τη φύση της παραγωγής εμπορευμάτων προς πώληση στην παγκόσμια αγορά. Τα μη μονοπωλιακά κέρδη που αποκομίζει η Κίνα και άλλοι παραγωγοί του Παγκόσμιου Νότου (δηλαδή κέρδη με χαμηλότερο ποσοστό από τους ιμπεριαλιστές ανταγωνιστές της Κίνας) είναι, εξ ορισμού, μικρά. Δεν είναι αρκετά υψηλά ώστε να χρηματοδοτήσουν εύκολα επενδύσεις στην κλίμακα που απαιτείται για τη δημιουργία πρωτοποριακών τεχνολογιών. Όχι μόνο αυτό, αλλά και η καθιερωμένη, πολωμένη διεθνής κατανομή εργασίας μεταξύ των παραγωγών για την παγκόσμια αγορά σημαίνει ότι το μεγαλύτερο μέρος του εργατικού δυναμικού στην Κίνα και σε άλλες κοινωνίες του Παγκόσμιου Νότου αναγκάζεται, στην καθημερινότητά του, να συμμετέχει σε μάλλον ρουτινιάρικες ή τυποποιημένες — και όχι επιστημονικές — εργασιακές διαδικασίες. Αυτό δημιουργεί επιπλέον ισχυρά πολιτισμικά εμπόδια σε οποιαδήποτε προσπάθεια “επανάστασης” στις παραγωγικές διαδικασίες.

Όπως έχει ήδη ειπωθεί, μόνο νέες επιστημονικές εξελίξεις θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη βάση για τεχνολογικά μονοπώλια της Κίνας στην παγκόσμια αγορά. Η Κίνα δεν έχει φέρει στην αγορά κάποια σημαντική νέα τεχνολογία. Η ιμπεριαλιστική παγκόσμια κατανομή της εργασίας και η ιστορική μονοπώληση της επιστήμης δεν επιτρέπουν στον Παγκόσμιο Νότο να είναι δημιουργικός με αυτόν τον τρόπο. Όσο η Κίνα και ο Παγκόσμιος Νότος παραμένουν εντός των ορίων της καπιταλιστικής παγκόσμιας αγοράς, το ίδιο παλιό σύστημα παγκόσμιου απαρτχάιντ θα συνεχίσει να υπάρχει.

Ο μη μονοπωλιακός χαρακτήρας της πλειονότητας της κινεζικής παραγωγής εξηγεί γιατί η φαινομενική κυριαρχία της Κίνας σε τόσους πολλούς τομείς παραγωγής και οι τεράστιες εξαγωγές της δεν έχουν οδηγήσει σε σημαντικά υψηλότερο εθνικό εισόδημα. Το κατά κεφαλήν εισόδημα στην Κίνα είναι σήμερα επτά φορές χαμηλότερο από αυτό των Ηνωμένων Πολιτειών και πέντε φορές χαμηλότερο από της Αυστραλίας! Η τεράστια απόκλιση μεταξύ της παραγωγικής επιτυχίας της Κίνας και του χαμηλού της εισοδήματος και επιπέδου κατανάλωσης οφείλεται στο γεγονός ότι η Κίνα υπερισχύει στον ανταγωνισμό για την κυριαρχία σε μεγάλες περιοχές της παγκόσμιας μη μονοπωλιακής παραγωγής.

 

Το “Δεύτερο Σοκ της Κίνας” και ο ιμπεριαλιστικός πανικός

Το πρώτο λεγόμενο «σοκ της Κίνας» δεν απείλησε το μονοπώλιο του ιμπεριαλισμού στους υψηλότερους τομείς της παραγωγικής διαδικασίας, αλλά επιτάχυνε την μεταφορά της χαμηλής τεχνολογίας παραγωγής που ήδη κατευθυνόταν προς τον Νότο. Το «Δεύτερο Σοκ της Κίνας» είναι διαφορετικό. Αντί για προϊόντα χαμηλής τεχνολογίας, αφορά προϊόντα μεσαίου επιπέδου ή μικτά προϊόντα, ιδίως ηλεκτρικά αυτοκίνητα, μπαταρίες και ηλιακούς συλλέκτες. Αυτά είναι πολύ πιο υψηλής τεχνολογίας και, ως εκ τούτου, αντιπροσωπεύουν μεγαλύτερο μέρος των κερδών του ιμπεριαλισμού από ό,τι οι προηγούμενοι τομείς όπου η Κίνα κυριαρχούσε στην αγορά. Μόνο η κατασκευή αυτοκινήτων αντιπροσωπεύει σημαντικό μέρος των πωλήσεων και των κερδών στις περισσότερες σημαντικές καπιταλιστικές οικονομίες.

Υπάρχει επίσης μια άλλη μεγάλη αλλαγή. Στο παρελθόν, η κινεζική «αντίστροφη μηχανική» κατέστρεφε τον μονοπωλιακό χαρακτήρα των προϊόντων που ήδη βρίσκονταν σε μαζική παραγωγή. Οι παραγωγοί που είχαν την έδρα τους στις χώρες του ιμπεριαλισμού, είχαν συνήθως ήδη απολαύσει μια μακρά περίοδο υπερκερδοφορίας. Μόνο αργότερα οι μη μονοπωλιακοί παραγωγοί μπόρεσαν να αναλάβουν τον έλεγχο. Αυτό συνέβη, για παράδειγμα, στη συναρμολόγηση προσωπικών υπολογιστών (PC). Όταν η κινεζική Lenovo εξαγόρασε την επιχείρηση προσωπικών υπολογιστών της IBM το 2005, η IBM είχε ήδη απολαύσει μια παρατεταμένη περίοδο κερδών κατά τη διάρκεια της περιόδου που η συναρμολόγηση προσωπικών υπολογιστών ήταν μια επιχείρηση υψηλού επιπέδου. Μέχρι το 2005 δεν ήταν πλέον υψηλού επιπέδου και η IBM προχώρησε σε πιο κερδοφόρες δραστηριότητες.

Σήμερα, στον τομέα των ηλεκτρικών οχημάτων, αυτό δεν ισχύει. Ενώ η μαζική εμπορία ηλεκτρικών οχημάτων υψηλής τεχνολογίας ξεκίνησε πρώτα στον ιμπεριαλιστικό πυρήνα, μόνο μία εταιρεία, η Tesla, είχε ήδη φτάσει στη μαζική παραγωγή πριν οι κινεζικοί κατασκευαστές επιτύχουν περίπου συγκρίσιμη ποιότητα. Η πρόκληση της Κίνας προς τη μονοπωλιακή θέση της Tesla αποτυπώθηκε στις μεγάλες μειώσεις των τιμών της Tesla τον Απρίλιο και τον Μάιο του 2024. Διάφοροι κινεζικοί κατασκευαστές έχουν ήδη ξεκινήσει τη μαζική εμπορία ενός σχετικά νέου τύπου προϊόντος (ή τουλάχιστον υποτύπου) πριν οι μεγάλες ευρωπαϊκές, ιαπωνικές και βορειοαμερικανικές αυτοκινητοβιομηχανίες ολοκληρώσουν τη μετάβαση από τους κινητήρες εσωτερικής καύσης στους ηλεκτρικούς.

Τα ηλεκτρικά οχήματα με μπαταρία (BEV· Σ.τ.Μ., BatteryElectricVehicles) δεν είναι μια νέα τεχνολογία. Για παράδειγμα, σε απάντηση στον νόμο της πολιτείας της Καλιφόρνια για τα οχήματα μηδενικών εκπομπών που ψηφίστηκε το 1990, η GeneralMotors κυκλοφόρησε το πολύ δημοφιλές «EV1», ένα BEV για τη μαζική αγορά, μεταξύ 1996 και 1999. Η GM σταμάτησε την παραγωγή του EV1 μετά το 1999 και, στην πραγματικότητα, ανακάλεσε και κατέστρεψε όλα τα αυτοκίνητα που είχαν διατεθεί με πρόγραμμα μίσθωσης, όπως απεικονίζεται στο ντοκιμαντέρ του 2006 Who Killed the Electric Car? (Σ.τ.Μ., Ποιος Σκότωσε το Ηλεκτρικό Αυτοκίνητο;). Μέχρι το 1999, οι αυτοκινητοβιομηχανίες και οι πετρελαϊκές εταιρείες είχαν καταφέρει να ακυρώσουν την υποχρέωση για τις εκπομπές.

Αν και η τεχνολογία μπορεί να μην είναι καινούργια, η είσοδος της Κίνας στην παραγωγή ηλεκτρικών οχημάτων περιπλέκει ακόμη περισσότερο την ενεργειακή μετάβαση για μερικές από τις μεγαλύτερες εταιρείες των χωρών του ιμπεριαλισμού. Θα μεταβούν τώρα τα μονοπώλια της αυτοκινητοβιομηχανίας των ΗΠΑ, της Ιαπωνίας και της Ευρώπης – τα οποία ιστορικά απολάμβαναν τεράστια κέρδη από την παραγωγή και πώληση οχημάτων με κινητήρες εσωτερικής καύσης – στα BEV, όπου η δυνατότητα απόκτησης μονοπωλιακών υπερκερδών έχει ήδη υπονομευθεί σημαντικά; Δεν είναι αυτός ο τρόπος που λειτουργούν οι καπιταλιστικές επενδυτικές αποφάσεις. Οι τεράστιοι δασμοί του Τραμπ στον τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας πρέπει να στοχεύουν στην προστασία των αμερικανικών αυτοκινητοβιομηχανιών κατά τη μετάβασή τους.

Η κυριαρχία της Κίνας στην παγκόσμια παραγωγή μπαταριών μπορεί να αποτελέσει ακόμη μεγαλύτερη απειλή για τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό. Σύμφωνα με την Οικονομική Επιθεώρηση της Αυστραλίας (Σ.τ.Μ., AustralianFinancialReview (AFR)) της 28ης Απριλίου,

«Τροφοδοτούμενες από την αυξανόμενη ζήτηση στην ίδια την Κίνα, οι κινεζικές μπαταρίες αντιπροσωπεύουν σχεδόν το 90% της παγκόσμιας χωρητικότητας των συστημάτων αποθήκευσης ενέργειας (ESS· Σ.τ.Μ., Energy Storage Systems), συμπεριλαμβανομένου μεριδίου αγοράς άνω του 80% στις ΗΠΑ και άνω του 75% στην Ευρώπη».

Στην παραγωγή μπαταριών παρατηρούμε και πάλι το ίδιο μοτίβο: η Κίνα παράγει ένα παρόμοιο προϊόν, αλλά φθηνότερο. Οι μπαταρίες με υψηλή περιεκτικότητα σε νικέλιο που δεν προέρχονται από την Κίνα —και κατασκευάζονται συνήθως στη Δημοκρατία της Κορέας— έχουν υψηλότερη ενεργειακή πυκνότητα από τις τυπικές κινεζικές μπαταρίες, οι οποίες είναι φωσφορικού σιδήρου λιθίου (LFP). Αυτό καθιστά τις κορεατικές μπαταρίες προϊόν υψηλότερης ποιότητας. Ωστόσο, σύμφωνα με το άρθρο του AFR, «η άνοδος των φθηνότερων και ολοένα και πιο αποδοτικών κινεζικών εναλλακτικών προϊόντων έχει οδηγήσει την τελευταία δεκαετία σε μια στροφή προς το LFP ως βιομηχανικό πρότυπο». Το έγγραφο υποστηρίζει ότι «οι κορεατικές εταιρείες […] κατασκευάζουν νέες γραμμές παραγωγής LFP [και] μετατρέπουν ορισμένες γραμμές παραγωγής με υψηλή περιεκτικότητα σε νικέλιο» σε LFP. Επιπλέον, οι κορεατικοί κατασκευαστές μπαταριών, όπως η LG και η Samsung, δεν έχουν ακόμη αρχίσει να παράγουν μπαταρίες LFP σε ανταγωνιστική κλίμακα.

Φαίνεται ότι το ίδιο πρόβλημα εμφανίζεται στην παραγωγή μπαταριών όπως και στα αυτοκίνητα — ίσως σε μεγαλύτερο βαθμό. Οι παραγωγικές διαδικασίες με υψηλότερο κόστος σε χώρες με υψηλούς μισθούς (στην περίπτωση αυτή η Κορέα και η Ιαπωνία) δυσκολεύονται να ανταγωνιστούν την Κίνα σε μια τεχνολογία που δεν είναι υψηλής ποιότητας (δηλαδή μπαταρίες LFP με χαμηλότερη ενεργειακή πυκνότητα). Ωστόσο, εάν η τεχνολογία αυτή έχει ήδη καταστεί κυρίαρχη, ή ακόμη και βιομηχανικό πρότυπο, οι παραγωγοί των πλούσιων χωρών δεν έχουν άλλη επιλογή — εκτός εάν επιβληθεί συνολικός δασμολογικός φραγμός.

Μιλώντας για την επικράτηση των βιομηχανικών ρομπότ σε ορισμένους τύπους κινεζικών εργοστασίων, ο JimmyGoodrich, ανώτερος σύμβουλος τεχνολογικής ανάλυσης της RandCorporation, παρατήρησε την ίδια δυναμική. Δήλωσε στο κρατικό κανάλι ειδήσεων της Σιγκαπούρης CNA: «Είναι προφανές ότι η Κίνα δεν πρωτοστάτησε σε αυτές τις τεχνολογίες. Αυτές εφευρέθηκαν αρχικά στην Ιαπωνία, σε μέρη της Ευρώπης, στη Γερμανία και στην Κορέα, αλλά η Κίνα έχει πραγματικά ξεχωρίσει στη μείωση του κόστους αυτών των βιομηχανικών ρομπότ».

Ιδιαίτερα ανησυχητικό για τους ιμπεριαλιστές είναι το γεγονός ότι οι μπαταρίες, και σε κάποιο βαθμό τα ηλεκτρικά οχήματα, μοιάζουν με τον τύπο των αναδυόμενων βιομηχανιών που ιστορικά κυριαρχούσε ο ιμπεριαλισμός. Καθώς οι μεταφορές και η βιομηχανία προοδευτικά εξηλεκτρίζονται και η ηλεκτρική ενέργεια μετατρέπεται σταδιακά σε φθηνότερη (δηλαδή πιο αποδοτική από πλευράς εργασίας) ανανεώσιμη πηγή που απαιτεί εφεδρική τροφοδοσία από μπαταρίες, η ζήτηση για μπαταρίες αναμένεται να αυξηθεί ραγδαία. Είναι πιθανό να ακολουθήσει μια μακρά περίοδος άνθησης με σημαντικά κέρδη. Το ίδιο ισχύει και για την κατασκευή ηλιακών πάνελ.

Ιστορικά, μια τέτοια τεράστια νέα αγορά θα ήταν πηγή τεράστιων κερδών για όσους κυριαρχούν στην αγορά. Αλλά το 2025 είναι η Κίνα, και όχι οι μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, που κυριαρχεί στην παραγωγή ηλιακών πάνελ, μπαταριών και, σε κάποιο βαθμό, ηλεκτρικών οχημάτων. Αυτό δείχνει πόσο απειλητική έχει γίνει η Κίνα για την ικανότητα του ιμπεριαλισμού να αναπαράγεται.

 

Είναι το μονοπώλιο του ιμπεριαλισμού ακόμη εφικτό;

Η απειλή που επιδιώκουν να αντιμετωπίσουν οι δασμοί του Τραμπ και η βιομηχανική πολιτική του Μπάιντεν δεν είναι ότι η Κίνα αρχίζει να αντικαθιστά τις ιμπεριαλιστικές κοινωνίες και να αναλαμβάνει τον κύριο ρόλο στην επαναστατικοποίηση των μέσων παραγωγής – δηλαδή να γίνει η ίδια μονοπωλιακή δύναμη. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η Κίνα δεν μπορεί να γίνει η ίδια ιμπεριαλιστική.

Ακόμα, τα επιτεύγματα της Κίνας στην ανάπτυξη των παραγωγικών της δυνάμεων είναι εποχιακά. Οι μεγάλες πρόοδοι στη μη μονοπωλιακή παραγωγή που επιτεύχθηκαν στην Κίνα φαίνεται να έχουν φτάσει στο σημείο όπου αρχίζουν να υπονομεύουν τη διαμόρφωση του ιμπεριαλιστικού μονοπωλίου. Είναι εύκολο να καταλάβει κανείς ότι αν τα νέα μονοπώλια καταρρέουν πολύ γρήγορα, αυτό καθιστά αδύνατο το ίδιο το μονοπώλιο. Η κλίμακα των επενδύσεων που απαιτούνται για τη δημιουργία και την εμπορική διάθεση μιας σημαντικής προηγμένης τεχνολογίας είναι συνήθως τεράστια. Αν δεν μπορεί να αναμένεται μια παρατεταμένη περίοδος υπερκερδών λόγω της υπερβολικά ταχείας ανάπτυξης των παραγωγών του Παγκόσμιου Νότου, τότε δεν είναι δυνατόν να δημιουργηθεί μονοπώλιο σε καπιταλιστική βάση.

Εάν οι ιμπεριαλιστικές κοινωνίες δεν μπορούν πλέον να επιτύχουν διαρκή υπερ-κέρδη αναπτύσσοντας ή πουλώντας νέες παραγωγικές διαδικασίες με τον τρόπο που το έκαναν σε όλη τη σύγχρονη ιστορία τους, αυτό υπονομεύει θεμελιωδώς την ικανότητα του ιμπεριαλισμού να λειτουργεί όπως μέχρι τώρα. Κατ’ αρχάς, τα πολύ υψηλά επίπεδα υλικής κατανάλωσης των εργαζομένων στον Παγκόσμιο Βορρά μπορούν να εξασφαλιστούν μόνο με βάση τα διαρκή υπερ-κέρδη του ιμπεριαλισμού.

Καίριας σημασίας είναι το γεγονός ότι, χωρίς την ύπαρξη υπερκερδών, οι ιμπεριαλιστικές κοινωνίες αδυνατούν να συγκεντρώσουν το απαιτούμενο μέγεθος κεφαλαίου και συλλογικών κοινωνικών πόρων, το οποίο είναι απαραίτητο για να επανεπενδυθεί στην αναπαραγωγή και διατήρηση της μονοπωλιακής τους θέσης έναντι του Παγκόσμιου Νότου. Διατυπωμένο αλλιώς, η ιστορική ικανότητα του καπιταλιστικού ιμπεριαλισμού να μονοπωλεί τη συλλογική επιστημονική και τεχνολογική πρόοδο της ανθρωπότητας, στηρίχθηκε στην παραγωγή εμπορευμάτων που μπορούσαν να διατεθούν στην αγορά σε τιμές επαρκώς υψηλές ώστε να αποφέρουν υπερκέρδη. Η κατάρρευση αυτών των υπερκερδών συνεπάγεται την αποδιάρθρωση της ηγεμονικής θέσης του ιμπεριαλισμού επί των παγκόσμιων κοινωνικών πόρων.

Είναι δύσκολο να γνωρίζουμε πόσο απειλητικές είναι πραγματικά οι παραγωγικές δυνάμεις της Κίνας για τον ιμπεριαλισμό χωρίς μια πολύ πιο λεπτομερή τεχνική ανάλυση. Η κλιμάκωση της γενικευμένης στρατιωτικής και οικονομικής επιθετικότητας των ΗΠΑ εναντίον της Κίνας οδηγεί τους περισσότερους ανθρώπους να υποθέσουν (συνήθως χωρίς καμία πραγματική ανάλυση) ότι το επίπεδο της απειλής πρέπει να είναι υπαρξιακό. Ωστόσο, η ιστορία του ιμπεριαλισμού είναι μια ιστορία ακραίας επιθετικότητας, ακόμη και έναντι απειλών που δεν είναι υπαρξιακές. Ακόμη και μια μερική υπονόμευση της ηγεμονίας των ΗΠΑ ή μια μερική υποτίμηση του κεφαλαίου τους θεωρείται εντελώς απαράδεκτη για τους ρατσιστές στην κορυφή του αμερικανικού κράτους. Ίσως να μηνέχουνάλλη επιλογή.

 

Σημειώσεις:

  1. Samir Amin, Unequal Development: An Essay on the Social Formations of Peripheral Capitalism, Sussex, Harvester, 1976, p. 211.

 

 

Για μια λεπτομερέστερη ανάλυσητων βασικώνεννοιών πουδιέπουν την ανάλυσητου παρόντοςάρθρου βλ.: King, Sam, Imperialism and the Development Myth: How rich countries dominate in the twenty-first century, Manchester University Press, 2021.

 

0ΥποστηρικτέςΚάντε Like

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ ΑΠΟ ΣΥΝΤΑΚΤΗ

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ