Διασχίζοντας την Λεωφόρο Πατησίων στην Αθήνα, βλέπει κανείς δεκάδες Διαγνωστικά Ιατρικά Κέντρα, αρκετά από τα οποία ξεπετάχτηκαν τα τελευταία χρόνια, εξυπηρετώντας τις γύρω περιοχές της Κυψέλης και των Πατησίων. Το ίδιο περίπου συμβαίνει σήμερα σε όλη την υπόλοιπη Αθήνα αλλά και στις περισσότερες αν όχι όλες επαρχιακές πόλεις. Γύρω από τα Κέντρα Υγείας του ΕΣΥ (ΚΥ) τα οποία παλαιότερα είχαν σημαντικό ρόλο στην πρωτοβάθμια περίθαλψη, ξεφυτρώνουν διαρκώς ιδιωτικά Διαγνωστικά καλύπτοντας τις αυξανόμενες ανάγκες του πληθυσμού και τα κενά των ΚΥ.
Στην εποχή του COVID-19, δεκάδες δομές υγείας και ΚΥ εξακολουθούν να παραμένουν κλειστές, με ευθύνη των παλαιότερων κυβερνήσεων και της τωρινής, ενώ στα ΚΥ που λειτουργούν οι μεγάλες ελλείψεις δυσχεραίνουν τη λειτουργία τους. Η δε μετατροπή των ΚΥ στην παρούσα φάση σε εμβολιαστικά κέντρα, έχει παραμερίσει εντελώς τις υπάρχουσες κι εμμένουσες ανάγκες της κοινωνίας σε πρωτοβάθμια περίθαλψη (δες εδώ).
Η πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας- ΠΦΥ-, ως κοινωνικό μοντέλο και ως λογική επικεντρώνεται στην δημόσια υγεία του πληθυσμού, κυρίως στην πρόληψη, την θεραπεία, την αποκατάσταση και την επανένταξη, με την ενεργοποίηση της τοπικής κοινωνίας. Αυτός ο προσανατολισμός στην ΠΦΥ έρχεται σε αντίθεση με τη σημερινή ακολουθούμενη λογική του κέρδους, την αντιμετώπιση της υγείας ως εμπόρευμα. Δεν είναι άλλωστε καθόλου τυχαίο ότι η ΠΦΥ αποτελεί ιστορικό γέννημα ριζοσπαστικών ιδεών, κοινωνικών κινημάτων και σήμερα στην εποχή του νεοφιλελευθερισμού φτάνει να απαξιώνεται μεθοδευμένα προς όφελος των ιδιωτών και των επιχειρηματικών ομίλων.
Η συγκρότηση της ΠΦΥ ξεκίνησε παράλληλα με τη δημιουργία του Εθνικού Συστήματος Υγείας-ΕΣΥ. Αντιμετωπιζόταν όμως συστηματικά από την πολιτεία ως ο φτωχός συγγενής του νοσοκομειακεντρικού μοντέλου, χωρίς ποτέ να υπηρετήσει ένα ανεξάρτητο οργανωμένο σχέδιο, αφήνοντας μάλιστα απ’ έξω βασικές ανάγκες πρωτοβάθμιας περίθαλψης όπως είναι η οδοντιατρική φροντίδα, η φυσιοθεραπευτική αποκατάσταση. Η πολιτική των μνημονιακών δεσμεύσεων σε ΕΕ και δανειστές, χειροτέρευσαν την κατάσταση στην ΠΦΥ, μειώνοντας τις κρατικές δαπάνες και φορτώνοντας το κόστος στις τσέπες του λαού. Το 2017 επί ΣΥΡΙΖΑ δημιουργήθηκαν οι Τοπικές Μονάδες Υγείας ΤΟΜΥ, αντικαθιστώντας τα παλιά ΙΚΑ, οι οποίες όμως δε λειτούργησαν ποτέ ουσιαστικά. Άρχισαν να λειτουργούν χωρίς πανελλαδικό σχεδιασμό, με την πλειοψηφία του νοσηλευτικού προσωπικού να είναι ορισμένου χρόνου εργασίας και με χρηματοδότηση σε πρόσκαιρα κονδύλια της ΕΕ μέσω αξιολογήσεων.
Σήμερα η Ελλάδα διαθέτει το χαμηλότερο ποσοστό δαπανών υγείας για την ΠΦΥ σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες με ότι συνεπάγεται αυτό ειδικά τώρα σε συνθήκες πανδημίας.
Όπως σημειώνει και το Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο για τα συστήματα υγείας (2019) στην Ελλάδα πάνω από το ένα τρίτο των δαπανών υγείας προέρχεται από τα νοικοκυριά δηλαδή τις τσέπες των πολιτών, κατατάσσοντας την Ελλάδα στην τέταρτη αντίστοιχη θέση στην Ευρώπη και στις πρώτες θέσεις παγκοσμίως.
Από την εμφάνιση της πανδημίας η κατάσταση στην ΠΦΥ έχει σαφώς χειροτερεύσει καθώς η κυβέρνηση της ΝΔ όχι μόνο δεν πήρε κανένα μέτρο στήριξης αλλά μάλιστα στο ψηφισμένο προϋπολογισμό για το 2021 μείωσε τις δαπάνες για την υγεία κατά 572 εκατομμύρια. Είναι κοινό μυστικό πως τα ιδιωτικά ΔΙΚ σήμερα δέχονται μεγάλο όγκο πολιτών ιδιαίτερα στα μεγάλα αστικά κέντρα, οι οποίο λόγω φόβου αλλά και λόγω των μεγάλων κενών που υπάρχουν στο ΕΣΥ δε προσφεύγουν στα δημόσια ΚΥ ή στα νοσοκομεία, επιβαρυνόμενοι οι ίδιοι το οικονομικό κόστος ή φορτώνοντας με επιπρόσθετες δαπάνες τον ΕΟΠΥΥ. Αποτέλεσμα τα ιδιωτικά ΔΙΚ να κερδοφορούν διαρκώς μέσα στην πανδημία. Τα καταγεγραμμένα στοιχεία του 2019-προ πανδημίας μάλιστα- για τις 31 σημαντικότερες επιχειρήσεις καταγράφουν ότι ο κύκλος εργασιών τους αυξήθηκες κατά 9,9%, ήτοι 175 εκ ευρώ ενώ τα κέρδη τους αυξήθηκαν συνολικά κατά 66%. Συνεπώς είναι λογικό πως η κερδοφορία τους ειδικά μέσα στην πανδημία θα εκτοξεύθηκε αφού αυξήθηκε ο όγκος της δουλειάς τους, ειδικά μέσα από τα διαγνωστικά τεστ του κορωνοϊού (δες εδώ).
Μπροστά σ’ αυτήν την κατάσταση η κυβέρνηση ετοιμάζει νέους σχεδιασμούς συνολικά για την υγεία κι ειδικά για την ΠΦΥ, όπως ανακοινώθηκε από το Μητσοτάκη την 1η Ιουνίου. Από πέρσι μάλιστα ακριβώς τέτοιες μέρες είχαμε πάρει μία πρώτη γεύση της πολιτικής ατζέντας της ΝΔ, η οποία προβλέπει νέα ΚΥ που θα λειτουργούν με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια και διοικήσεις από μάνατζερ, εισβολή εργολάβων στα νοσοκομεία και ανάπτυξη των ΣΔΙΤ μέσα στο ΕΣΥ.
Οι σχεδιασμοί τους αυτοί μπορεί να πάγωσαν προσωρινά εξαιτίας της εμφάνισης και εξέλιξης της πανδημίας καθώς δεν αφέθηκε χώρος να προχωρήσουν άμεσα οι προβλεπόμενες διοικητικές και νομοθετικές αλλαγές, όμως οι στόχοι τους παραμένουν ίδιοι κι από ότι φαίνεται δρομολογούνται σήμερα (δες εδώ).
Το τελευταίο και μεγάλο δώρο της κυβέρνησης προς τα ιδιωτικά ΔΙΚ και γενικά το ιδιωτικό κεφάλαιο στην υγεία είναι όλο το σύστημα των διαγνωστικών τεστ, καθώς πλέον καθίσταται υποχρεωτικό για τους ανεμβολίαστους για τη μετακίνησή τους σε νησιά αλλά και το εξωτερικό, τη στιγμή που αυτά δεν παρέχονται από κάποια δημόσια δομή δωρεάν αλλά χρεώνονται από 20 έως 70 ευρώ του ένα τεστ. Το εργατολαϊκό κίνημα, τα εργατικά συνδικάτα, οι ενώσεις υγειονομικών και οι σύλλογοι συνταξιούχων χρειάζεται να αποκαλύψουν τα υπάρχοντα προβλήματα, να αντιπαλέψουν τους κυβερνητικούς σχεδιασμούς για την περαιτέρω ιδιωτικοποίηση του Δημόσιου Συστήματος Υγείας. Χρειάζεται να παλέψουν για αύξηση των δαπανών υγείας, για μαζικές προσλήψεις γιατρών, νοσηλευτών, παραϊατρικού και λοιπού προσωπικού, για την άμεσα επαναλειτουργία των δομών υγείας που έκλεισαν με αποφάσεις προηγούμενων κυβερνήσεων, για τη μονιμοποίηση των χιλιάδων συμβασιούχων και του επικουρικού προσωπικού στο ΕΣΥ και τα ΚΥ. Η πρωτοβάθμια υγεία για να μπορέσει να υπηρετήσει τον ρόλο που έχει ανάγκη ο λαός είναι ανάγκη να λάβει τα χαρακτηριστικά ενός ολοκληρωμένου πανελλαδικού σχεδίου φροντίδας που θα βασίζεται στο τετράπτυχο Πρόληψη-Διάγνωση-Περίθαλψη-Αποκατάσταση.
Για να προχωρήσει μία εργατολαϊκή ριζοσπαστική υγειονομική πολιτική και στην ΠΦΥ χρειάζεται η ενεργή παρέμβαση του μαζικού κινήματος. Όμως είναι φανερό ότι αυτή δε μπορεί να προχωρήσει πραγματικά πόσο μάλλον να ολοκληρωθεί από κυβερνήσεις που υπηρετούν τους νόμους της αγοράς, της κερδοσκοπίας του κεφαλαίου, που υπηρετούν την πολιτική της ΕΕ. Δε μπορεί να προχωρήσει αν αυτή δε σσυνδυαστεί με την εθνικοποίηση των ιδιωτικών δομών, ειδικά των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων που δραστηριοποιούνται στο χώρο της υγείας. Το σύνθημα “μόνο ο λαός θα σώσει το λαό” μπορεί να δώσει ζωή στα φτωχά λαϊκά στρώματα και να αντιπαλέψει τις ανορθολογικές και συνωμοσιολογικές θεωρίες που αναπτύσσονται μέσα στην πανδημία.
*Πρώην πρόεδρος της Ομοσπονδίας Συλλόγων Νοσηλευτικών Ιδρυμάτων Ελλάδας (ιδιωτικός τομέας υγείας)