Δεν πέρασαν λίγες μέρες από την επίσκεψη Ερντογάν στην Γερμανία και στις 7 Δεκεμβρίου στην Αθήνα είδαμε έναν άλλο Ερντογάν.
«Εμείς δεν χρωστάμε σε κανέναν.» Είχε δηλώσει μπροστά στον Γερμανό Καγκελάριο σχετικά με την στάση της Γερμανίας στην μέση Ανατολή. Για να τον ενημερώσει αμέσως μετά και σε σχέση με τα Euro fighter ότι «Αεροπλάνα δεν φτιάχνει μόνον η Γερμανία».
Στην επίσκεψη του στην Αθήνα είδαμε έναν άλλον Ερντογάν. Πράγματι ήταν «άλλος» σε σχέση με το ύφος , διότι στην ουσία δεν υπήρχε καμιά έκπληξη.
Η συνέντευξη του στην «Καθημερινή» την περασμένη Τετάρτη προετοίμαζε το έδαφος για την συνάντηση των δύο αντιπροσωπειών.
-Δέχεται να πάνε οι δύο χώρες στο διεθνές δικαστήριο αλλά για όλα τα ανοιχτά ζητήματα και όχι μόνον για την υφαλοκρηπίδα.
-Για το μεταναστευτικό να γίνει πανευρωπαϊκό ζήτημα και όχι αντικείμενο διένεξης Ελλάδας Τουρκίας.
-Για την Κύπρο ούτε λόγος, βέβαια.
Ακολούθησαν επιμέρους συμφωνίες για την διευκόλυνση της έκδοσης βίζας σε Τούρκους ταξιδιώτες, ιδιαίτερα στα νησιά του Αιγαίου, παιδικές κατασκηνώσεις, εκπαιδευτικές εκδρομές μεταξύ των δύο χωρών κλπ.
Οι λόγοι για τους οποίους η Τουρκία φαίνεται να επιλέγει μια πιο ήπια (όσον αφορά την ρητορική τουλάχιστον) στάση απέναντι στην Ελλάδα φαίνεται να είναι βασικά δύο.
Καταρχάς θέλει να διατηρήσει και να διευρύνει τις οικονομικές και εμπορικές της σχέσεις με τις χώρες της Δύσης.
Η Τουρκία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα με την οικονομίας της, ύστερα μάλιστα από τους σεισμούς, και δεν έχει την πολυτέλεια να ορθώνει τείχη. Απόδειξη αυτού είναι ότι πριν λίγες μέρες ο Ερντογάν αναγκάστηκε ματαιώσει την συνάντησή του με τον Ιρανό πρόεδρο Εμπραχίμ Ραϊσί στην Άγκυρα εξαιτίας του ότι (καθώς έγραψαν τόσο οι Τουρκικές όσο και οι Ιρανικές εφημερίδες) ο Ραϊσί πίεζε τον Ερντογάν να διακόψει η Τουρκία τις εμπορικές της σχέσεις με το Ισραήλ.
Ο Ερντογάν (που δεν δίστασε να διοργανώσει διαδήλωση ενός εκατομμυρίου στην Ισταμπούλ για την Γάζα και που απεκάλεσε τον Νετανιάχου «Χασάπη της Γάζα») όταν πιέστηκε να σταματήσει τις εμπορικές του σχέσεις με το Ισραήλ τότε φαίνεται να έκανε πίσω.
Όπως δήλωσε ο διευθυντής του Κέντρου Ιρανικών Σπουδών της Ισταμπούλ, Χακί Ουιγούρ: «Η Τουρκία υιοθέτησε μια προσέγγιση στην οποία προσέχει ιδιαίτερα να διαχωρίζει τα πολιτικά από τα εμπορικά ζητήματα».
Παρόλα αυτά στην Αθήνα δεν υπεγράφη καμιά εμπορική συμφωνία μεγάλης σημασίας. Περισσότερο έμοιαζε με μια κίνηση καλής θέλησης προκειμένου να στείλει ένα μήνυμα προς τις ΗΠΑ ότι η Τουρκία δεν είναι μια χώρα που επιδιώκει μια οριστική ρήξη με το ΝΑΤΟ και την ΕΕ.
Οι εξελίξεις στον κόσμο, μάλιστα, δείχνουν ότι οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοι εισέρχονται σε μια πολύ δύσκολη γι’ αυτές περίοδο παραμένοντας ωστόσο ακόμα ο ισχυρότερος παράγοντας παγκοσμίως.
Μια τακτική, επομένως, είναι για την Τουρκία να μην ξύνει τις πληγές ενός γίγαντα που κινδυνεύει για πρώτη φορά στην ιστορία του να χάσει ταυτόχρονα δύο σημαντικότατους πολέμους (στην Ουκρανία και στην Μέση Ανατολή) με ανυπολόγιστες, για τις παγκόσμιες εξελίξεις, επιπτώσεις εις βάρος του.
Αυτός πρέπει να είναι και ο δεύτερος λόγος.
Ο Ερντογάν είναι ένας ηγέτης αντάξιος της εποχής, των προκλήσεων για την Τουρκία και των δυνάμεων του κεφαλαίου που εκπροσωπεί. Στην Ελλάδα ήρθε με τον αέρα μιας περιφερειακής δύναμης που ξέρει και μπορεί να κάνει τις κινήσεις που απαιτούν οι ιστορικές στιγμές που ζούμε.
Αντιθέτως, η Ελλάδας έχει ταχθεί, ως ορντίναντσα των ΗΠΑ, με την «σωστή πλευρά της ιστορίας» και μένει να υπολογίσουμε πόσο θα μας κοστίσει αυτό στο μέλλον.