Η μεταπολεμική Ελλάδα γεννήθηκε από το αίμα των ανυπότακτων ανθρώπων, αλλά πήρε και παίρνει το κυρίαρχο σχήμα της από τη βιομηχανία της αποκρουστικής πλαστικής αστικής πολιτικής που παραμορφώνει τα ιστορικά γεγονότα και τους ανθρώπους που πήραν ενεργό μέρος σε αυτά.
Αυτές τις ημέρες στο Επταπύργιο, στις Συκιές της Θεσσαλονίκης, βρέθηκαν θαμμένοι σε ομαδικούς τάφους 33 εκτελεσμένοι επαναστάτες (κομμουνιστές και άλλοι αγωνιστές), εκεί στον χώρο του πάρκου – μνημείου Εθνικής Αντίστασης, στη συμβολή των οδών Κανάρη, Σολωμού και Μιαούλη.
Η ανασκαφή – ανάπλαση του πάρκου, έφερε στο φως συγκλονιστικά τεκμήρια, σκελετοί πεταμένοι στους τρεις (ως τώρα) ομαδικούς τάφους, κρανία με τις οπές από τη σφαίρα, σφαίρες, μία χτένα, κουμπιά από ενδύματα, ένα γυναικείο παπούτσι, ένα άρβυλο, μία σόλα…ορισμένοι σκελετοί γυμνοί από τους οποίους προηγουμένως αφαιρέθηκαν τα ρούχα και τα παπούτσια τους για να πουληθούν από τους ποινικούς που τους είχε ανατεθεί να σκάβουν τους λάκκους (ξανά και ξανά προβάλλει η ηθική της εξουσίας, η ηθική των υπονόμων).
Η βαρβαρότητα αυτή είναι γέννημα και της απύθμενης αγριότητας των Άγγλων και των ντόπιων συνεργατών τους:
«Είστε υπεύθυνοι για τη διατήρηση της τάξης στην Αθήνα και για την εξουδετέρωση ή την καταστροφή όλων των ένοπλων ομάδων του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ που προσεγγίζουν την πόλη.
Μπορείτε να χρησιμοποιήσετε όποια στρατηγική θέλετε για τον αυστηρό έλεγχο των δρόμων και να χρησιμοποιήσετε όσους άντρες κρίνετε… Θα ήταν φυσικά καλό αν οι εντολές σας ενισχύονταν από το κύρος της ελληνικής κυβέρνησης… Μην διστάσετε όμως να δράσετε σαν να είστε σε μια κατακτημένη πόλη, όπου μια τοπική επανάσταση βρίσκεται σε εξέλιξη… Πρέπει να κρατήσουμε και να κυριαρχήσουμε στην Αθήνα. Θα ήταν πολύ καλό να το πετύχετε χωρίς αιματοχυσία, αν αυτό είναι δυνατό, αλλά και με αιματοχυσία αν χρειαστεί».
Ο άνθρωπος που έγραψε αυτές τις γραμμές δεν ήταν άλλος από τον Βρετανό πρωθυπουργό Ουίνστον Τσόρτσιλ το Δεκέμβριο του 1944: Τότε που τα ναζιστικά στρατεύματα εξακολουθούσαν να αντιστέκονται στους συμμάχους. Παρόλα αυτά οι ένοπλες ομάδες που στόχευε ο Τσόρτσιλ δεν ήταν οι ομάδες των συνεργατών των ναζί αλλά οι πατριώτες του ΕΑΜ, το οποίο επί τρία χρόνια αντιστεκόταν στους κατακτητές.
«Είναι εξαιρετικά σημαντικό να χτυπήσουμε απροειδοποίητα, χωρίς να προηγηθεί καμιά φανερή κρίση. Αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος για να προκαταλάβουμε το ΕΑΜ» υπογράμμιζε επίσης σε τηλεγράφημα του .
προς τον υπουργό Εξωτερικών της Αγγλίας Ήντεν. (Πηγή: Γ. Ανδρικόπουλος, 1944, Κρίσιμη χρονιά, τόμ. Β΄, κείμ. 197).
Οι λάκκοι λοιπόν που βρέθηκαν στις Συκιές ξυπνάνε τις μνήμες των ηρώων που μπροστά στο απόσπασμα δεν αποκήρυξαν τις ιδέες τους και τους συντρόφους τους.
Ταυτόχρονα αποτελούν αδιαμφισβήτητα αποδεικτικά στοιχεία της βαρβαρότητας του ελληνικού αστικού κράτους.
Δεν ήταν νεκροί μιας μάχης.
Καταδικάστηκαν σε θάνατο με συνοπτικές διαδικασίες από το Έκτακτο Στρατοδικείο Θεσσαλονίκης και εκτελέστηκαν σε μια περίοδο που την πολιτική εξουσία είχαν κυβερνήσεις «εθνικής ενότητας», «δημοκρατικές».
«Τράβηξα αποφασιστικά γι’ αυτό που πιστεύω για τον λαό»
Ο Δημοκρατικός Στρατός, τον Αύγουστο του 1949, ηττήθηκε.
Ηττήθηκε αλλά δεν συντρίφτηκε. Υποχώρησε συντεταγμένα δίχως όμως να μπορεί πλέον συνεχίσει τον πόλεμο.
Αυτή, η άξια μελέτης συγκλονιστική υποχώρηση, έγινε με τέτοιο τρόπο ώστε στο έδαφος της Αλβανίας και των άλλων Λαϊκών Δημοκρατιών να φτάσουν συντεταγμένα όχι μόνο τμήματα του ΔΣΕ (25.000 περίπου ένοπλοι αντάρτες) αλλά και 3.000 περίπου τραυματίες παρτιζάνοι καθώς και χιλιάδες πολίτες που υποστήριζαν τον αγώνα των ανταρτών και υποχρεώνονταν, λόγω των διώξεων του νικητή, να πάρουν το δρόμο της πολιτικής προσφυγιάς. Το τελικό αποτέλεσμα είναι πως 55.881 αντάρτες και πολίτες, πέρασαν στις τότε Λαϊκές Δημοκρατίες.
Δεν είναι τυχαία επομένως η αλματώδης ανάπτυξη της τότε ΕΔΑ η οποία ιδρύθηκε το 1951 με πρωτοβουλία του ΚΚΕ. Σε λίγα χρόνια από τη λήξη του εμφυλίου το σύνολο των μελών της ΕΔΑ, ήταν 9.500, το 1964 ανέρχονται σε 46.500 και στα τέλη του 1966 σε 88.458.
Ούτε ήταν τυχαίο πως το 1958, εννιά μόλις χρόνια από τη λήξη του εμφύλιου η ΕΔΑ αναδεικνυόταν αξιωματική αντιπολίτευση.
Λίγο αργότερα η Ελλάδα θα γνωρίσει μια πρώιμη, εκρηκτική κοινωνική «μεταπολίτευση», ανάλογη του 1974. Γι’ αυτό και η ολιγαρχία, το Παλάτι, οι Αμερικανοί, τρομαγμένοι, ανατρέπουν την κυβέρνηση Παπανδρέου τον Ιούλιο του 1965.

Ο εμφύλιος πόλεμος μπορεί να τελείωσε τον Αύγουστο του 1949.
Αλλά, σε αντίθεση με ότι συμβαίνει στους τακτικούς πολέμους, η ακριβής ημερομηνία έναρξης και κυρίως λήξης των εμφυλίων πολέμων παραμένει άγνωστη αφού ο αγώνας διαρκεί έως τη συντριβή του αντιπάλου.
Οι επίσημες εκτελέσεις λοιπόν συνεχίστηκαν από τους νικητές ως το 1952.
Οι δολοφονίες, οι φυλακίσεις, οι εξορίες, οι διακρίσεις και οι διωγμοί των ηττημένων συνεχίστηκαν στην ουσία ως το 1974. Τότε παραδόθηκαν και οι δυο τελευταίοι επικηρυγμένοι κρητικοί αντάρτες….
Στο ίδιο διάστημα ένα εκατομμύριο Έλληνες εργάτες πήραν το δρόμο της ξενιτιάς.
Εργάτες, φύση, περιβάλλον και πόλεις πλήρωσαν και πληρώνουν ακριβά την καπιταλιστική ανάπτυξη.
Και τελικά και στη χώρα μας κυριάρχησε το σημερινό κοινωνικό και πολιτικό σύστημα που αντικειμενικά διέψευσε όλες τις αυθεντικές προθέσεις και τις φλογερές επιδιώξεις των αγωνιστών.
Δεν είναι επομένως τυχαίο που Εμφύλιος, βουβός και ανομολόγητος, εξακολουθεί να αποτυπώνει την παρουσία του, όλο αυτό το χρονικό διάστημα – ένα σχεδόν αιώνα μετά την τυπική λήξη του-, στην άδηλη καθημερινότητα, στη συγκρότηση της συλλογικής μνήμης ακόμη και στη σχηματοποίηση συλλογικών και ατομικών στάσεων και συμπεριφορών.