Πηγή: εφημ. ΤΑ ΝΕΑ
Η Τουρκία δημοσιοποίησε προχτές τη δική της εκδοχή για το θαλάσσιο χωτοταξικό σχεδιασμό ενώ το Ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών υπογράμμισε ότι «ο τουρκικός χάρτης δεν έχει έρεισμα στο διεθνές δίκαιο, καθώς επιχειρεί να σφετεριστεί περιοχές ελληνικής δικαιοδοσίας, και δεν απευθύνεται σε διεθνή οργανισμό που επιβάλλει υποχρέωση ανάρτησης σχετικών χαρτών».
Στην πραγματικότητα δεν φαίνεται να υπάρχει κάποιο πραγματικά καινούργιο στοιχείο στην “αντιπαράθεση των χαρτών”. Η Τουρκία συνεχίζει να προωθεί με τον ένα ή άλλο τρόπο τις δικές της θεωρήσεις και τις δικές της επιδιώξεις, που αντιτίθενται στο διεθνές δίκαιο της θάλασσας. Από την άλλη συνεχίζεται η επικοινωνία των δύο μερών, η διαπραγμάτευση, τα λεγόμενα “ήρεμα νερά”. Μόνο που αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα αντικειμενικά συζητά όχι το μόνο υπαρκτό ζήτημα (οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ) αλλά το σύνολο των τουρκικών διεκδικήσεων. Τούτο συμβαίνει μάλιστα τη στιγμή που ο ρόλος της Τουρκίας αναβαθμίζεται καθώς η στρατιωτική συνεργασία της με την ΕΕ πρόκειται να διευρυνθεί ενόψει της ευρωενωσιακής εξοπλιστικής φρενίτιδας.
Το χειρότερο όμως είναι άλλο: είναι ότι όλα αυτά συμβαίνουν εν μέσω θύελλας και η θύελλα δεν αναμένεται, έχει ήδη ξεσπάσει. Η επίθεση του Ισραήλ στο Ιράν και η πολύ σοβαρή πιθανότητα κλιμάκωσης και εξάπλωσης του πολέμου διαμορφώνουν ένα διαφορετικό, εκρηκτικό κλίμα. Η ελληνική κυβέρνηση έχει επιλέξει το δρόμο της στρατιωτικο-πολιτικής και διπλωματικής στήριξης της γενοκτονικής κυβέρνησης του Ισραήλ σε αυτή την πορεία θανάτου. Στο πλαίσιο αυτό αναβαθμίζεται μάλιστα ο ρόλος της αμερικανονατοϊκής βάσης στη Σούδα.
Έτσι όμως εκθέτει τη χώρα μας πολύπλευρα. Πρώτο, γιατί υποστηρίζει έναν απροκάλυπτα επιθετικό πόλεμο, που παραβιάζει όλες τις γραμμές της διεθνούς νομιμότητας. Το επιχείρημα των μελλοντικών πυρηνικών του Ιράν είναι τόσο έωλο όσο και τα χημικά όπλα του Σαντάμ που δεν βρέθηκαν ποτέ, χώρια που το Ισραήλ είναι η μόνη υπαρκτή, μεσανατολική χώρα που κατέχει ήδη πυρηνικά, σε αντίθεση με τη σχετική διεθνή συμφωνία. Δεύτερο, εκθέτει την Ελλάδα γιατί τη μετατρέπει δυνητικά σε στόχο αντιποίνων. Τρίτο, βοηθά τον Ερντογάν να πλασάρει την εικόνα του υπερασπιστή του διεθνούς δικαίου. Τέταρτο, γιατί η ελληνική κυβέρνηση δεν αναλογίζεται ότι το κουρέλιασμα του διεθνούς δικαίου σημαίνει ότι στη θέση των Ιρανών μπορεί στο μέλλον να βρεθεί ο ελληνικός λαός, αντιμέτωπος με τη βαρβαρότητα ενός άλλου επιτιθέμενου.
Σε τέτοιες συνθήκες η “μάχη των χαρτών” συνιστά το λιγότερο πολιτική μυωπία. Αυτό που χρειάζεται επειγόντως είναι μια πολιτική στροφή, που θα φέρει την πλήρη και απόλυτη απεμπλοκή της Ελλάδας από όλα τα μέτωπα του πολέμου και την ανάληψη διπλωματικών πρωτοβουλιών στη βάση του διεθνούς δικαίου για τoν τερματισμό του πολέμου στο Ιράν και της γενοκτονίας στην Παλαιστίνη. Αυτός είναι ο μόνος δρόμος που μπορεί να διασφαλίσει την ειρήνη, την ευημερία και την κυριαρχία του ελληνικού λαού.