
Εσύ κι εγώ είμαστε δυο μεταμφιεσμένοι συγγραφείς και δυο μεταμφιεσμένοι παρατηρητές, λέει ένας στίχος του ποιήματος.
Η ποίηση μπορεί να μιλάει για πολλά και διαφορετικά πράγματα, αναλόγως τη στιγμή που διαβάζεις. Στη δική μας ανάγνωση, στη δική μας μετάφραση του ποιήματος, κυριαρχεί ένα αίσθημα πολιτικής αμηχανίας, μπροστά στα γεγονότα και στα αντανακλαστικά μας. Ο τελευταίος στίχος του ποιήματος, μας αναγκάζει να αναζητήσουμε μια νέα αρχή για να ερμηνεύσουμε τη θέση μας για να αλλάξουμε ένα κείμενο ή ένα έργο που δεν είναι καθόλου επιδέξια γραμμένο.
Π.Φ.
Μαχμούντ Νταρουίς
Έχω μια θέση στο εγκαταλελειμμένο θέατρο
Έχω μια θέση στο εγκαταλελειμμένο θέατρο
στη Βηρυτό. Πιθανόν να ξεχνώ, και πιθανόν να θυμάμαι
την τελευταία πράξη χωρίς καημό… όχι για άλλο λόγο μα
γιατί το έργο δεν ήταν επιδέξια γραμμένο…
Χάος
όπως στις μέρες του πολέμου των απελπισμένων, και μια αυτοβιογραφία
της παρόρμησης του θεατή. Οι ηθοποιοί να σκίζουν τα κείμενά τους
να ψάχνουν για τον συγγραφέα ανάμεσά μας, εμείς
στις θέσεις μας μάρτυρες του συμβάντος
Λέω στον διπλανό μου τον καλλιτέχνη: Μην τραβάς πιστόλι,
περίμενε λίγο, εκτός αν είσαι εσύ ο συγγραφέας!
— Όχι
Με ρωτάει μετά: Μήπως εσύ είσαι ο συγγραφέας;
— Όχι
Καθόμαστε λοιπόν φοβισμένοι. Λέω εγώ: Να είσαι ένας ουδέτερος
ήρωας που ξεφεύγει απ’ την αληθινή του μοίρα
Λέει αυτός: Κανένας ήρωας δεν πέφτει ένδοξα στη δεύτερη
σκηνή. Θα περιμένω το παρακάτω. Ίσως θα έπρεπε
να ξαναγράψω κάποια πράξη. Κι ίσως να διόρθωνα
τι έκανε το σίδερο στα αδέλφια μου
Λέω λοιπόν εγώ: Ώστε είσαι εσύ;
Και απαντά: Εσύ κι εγώ είμαστε δυο μεταμφιεσμένοι συγγραφείς και δυο
μεταμφιεσμένοι παρατηρητές
Εγώ λέω: Πώς προέκυψαν όλες αυτές οι έγνοιες; Είμαι ένας θεατής
Αυτός λέει: Δεν υπάρχουν θεατές πριν το βάραθρο… και κανείς
δεν είναι ουδέτερος εδώ. Και στο τέλος πρέπει
να διαλέξεις πλευρά
Κι έτσι λέω: Έχω χάσει την αρχή, ποια είν’ η αρχή;