9.8 C
Athens
Πέμπτη, 16 Ιανουαρίου, 2025

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Η τέχνη της υπομονής, του Σαράντου Φράγκου

Θα είναι κέρδος μου να καταχτήσω την υπομονή μέσα στην υπομονή μου, κι ας μου το λέει ένας μεταφυσικός όπως ο Ρίλκε.

 

«Τα έργα τέχνης ζουν μέσα σ’ απέραντη μοναξιά, κι η κριτική είναι το χειρότερο μέσο για να τα ζυγώσεις. Μονάχα η αγάπη μπορεί να τα “συλλάβει”, να τ’ αγκαλιάσει, να σταθεί δίκαιη απέναντί τους.

Να πιστεύετε, πάνω απ’ όλα, ό,τι σας λέει το δικό σας το αίσθημα, στο πείσμα όλων αυτών  των αναλύσεων, των συζητήσεων, των εισαγωγών. Κι άδικο ακόμα αν είχατε, η φυσική ανάπτυξη του εσωτερικού σας κόσμου θα σας οδηγήσει, σιγά-σιγά, με τον καιρό, προς άλλες γνωστικές καταχτήσεις.

Αφήστε τις κρίσεις σας ν’ ακολουθήσουν τη δική τους σιωπηλή, αδιατάραχτη εξέλιξη, που [όπως κάθε πρόοδος] πρέπει να ‘ρχεται απ’ τα βάθη του είναι σας, και δε μπορεί ν’ ανεχτεί ούτε πίεση, ούτε βιάση. Εγκυμοσύνη ως την κρίσιμην ώρα, και, τότε, γεννοβόλημα. Αυτό ειν’ όλο. Αφήστε κάθε εντύπωση, κάθε σπόρο συναισθήματος να ωριμάσει μέσα σας, στο σκοτάδι, στο χώρο του ανείπωτου, του υποσυνείδητου, όπου δε φτάνει η νόησή σας- και με βαθιά ταπεινοσύνη κι υπομονή, προσμείνετε την ώρα που θα γεννηθεί ένα καινούργιο φεγγοβόλημα. Αυτό και μόνο, θα πει ”ζω την τέχνη”, είτε απλός πιστός της είσαι, είτε δημιουργός.

Ο καιρός, εδώ, δε μετράει, ένας χρόνος δε λογαριάζεται, δέκα χρόνια είναι ένα τίποτα. Καλλιτέχνης θα πει – να μη μετράς, να μη λογαριάζεις, να ψηλώνεις όπως το δέντρο, που δε βιάζει το χυμό του, που αδείλιαστο αψηφάει τις ανοιξιάτικες μπόρες, χωρίς να φοβάται μη δεν έρθει το καλοκαίρι. Το καλοκαίρι έρχεται. Έρχεται, όμως, μονάχα για κείνους που ξέρουν να προσμένουν, ξένοιαστοι και γαλήνιοι σα νά ‘χανε μπροστά τους την αιωνιότητα. Κάθε μέρα πού ‘ρχεται και φεύγει μου φέρνει τούτη τη διδαχή- διδαχή πληρωμένη με πόνους, που τους χρωστώ, ωστόσο, χάρη. ΥΠΟΜΟΝΗ, αυτό είναι το μεγάλο μυστικό».

Rainer Maria Rilke «Γράμματα σ’ ένα νέο ποιητή»

 

Δεν ξέρω πώς, αλλά ξαναδιαβάζοντας τα «Γράμματα σ’ ένα νέο ποιητή» του Ρίλκε, ένιωσα πως ο Ρίλκε με αφορά, μου διευρύνει τον ορίζοντα, με ξεβολεύει. Ενδεχομένως άλλοι σε ανάλογη περίπτωση να αντιλέξουν.

«Μα ο Ρίλκε-μεγάλος λυρικός ποιητής, δε λέω, αλλά μεταφυσικός, υπαρξιστής, παιδί του Κίρκεγκωρ».

Ο Ρίλκε περιπλανήθηκε μέχρι να βρει τη μούσα του σε μια εποχή (αρχές του 20ου αιώνα) κοινωνικά δύσπιστη και ανήσυχη όπου κυριαρχούσαν η μοναξιά και η αποξένωση, η εσωτερική φθορά, αλλά ταυτόχρονα ήταν και η εποχή που εγκυμονούσε. Εγκυμονούσε το νέο, τη χειραφετημένη  εργατική τάξη που μέσα στην κοιλιά της μάνας της θα διεκδικούσε σε λίγο την ιστορική της θέση.

Αυτός  ο συμβολιστής και ιμπρεσιονιστής λυρικός ποιητής που θαυμάζει τον Ροντέν και τον Φρόυντ, μου δημιουργεί κίνητρο αυτοκριτικής και αναστοχασμού. Με προκαλεί να ομολογήσω -όπως παρακάτω-, δίχως να ξέρω αν η «ομολογία» μου μπορεί να αφορά και άλλους.

Πολλές φορές παλεύω ανάμεσα σε κριτικές, αισθητικές και ιστορικές μελέτες, ενίοτε μεροληπτικές και μονόπλευρες, απολιθωμένες χωρίς νόημα, άκαμπτες δίχως ψυχή και δημιουργική φαντασία.

Πολλές φορές παγιδεύομαι  σε επιδέξια λεκτικά παιγνίδια, στη μόδα του μεταμοντέρνου τίποτα, στους σκουπιδοτενεκέδες της αποδόμησης, στους θλιβερούς δασκάλους των «αφηγημάτων».

Πολλές φορές με αιχμαλωτίζουν οι αυτοσχέδιες  αναλύσεις, οι ατέρμονες συζητήσεις, οι φουσκωμένες εισαγωγές, με κόστος τη σπατάλη του δημιουργικού χρόνου.

Πολλές φορές αρνούμαι στο σπόρο του συναισθήματος να ωριμάσει, εκεί στο χώρο του ανείπωτου, στη σκιά, όπου φορές δε φτάνει η νόησή μου. Και επειδή δε φτάνει, είναι στιγμές που το «βιάζω» στο όνομα του καθαρού ρασιοναλισμού.

Πολλές φορές μετρώ και λογαριάζω, κρατώ σημειώσεις-ως οφειλόμενες απαντήσεις-αντίς να αφήνομαι να μεγαλώνω όπως το δέντρο που δε βιάζεται για τους χυμούς του, που αψηφά τις ανοιξιάτικες μπόρες.

Πολλές φορές μιλώ μόνο για χειμώνες, μόνο για μπόρες και κατακλυσμούς, μόνο για ήττες και απογοητεύσεις και δε βλέπω το καλοκαίρι, γιατί δεν ξέρω-δεν  έμαθα- να προσμένω  δρών και γαλήνιος την «αιωνιότητα».

Πολλές φορές προσπερνώ το ανάλαφρο άρωμα της ζωής, τον ψίθυρο, το μικρό δάκρυ του έρωτα , γιατί θα χάσω-λέω- το δρόμο μου, ένα δρόμο ξηρό και άνυδρο στρωμένο μόνο με μπροσούρες.

Πολλές φορές περιμένω το γεννοβόλημα, μιλάω φλύαρα γι’ αυτό, διεκδικώ την αποκλειστικότητά του, ενώ μου διαφεύγει το κρίσιμο-η εγκυμοσύνη- που την προσπερνώ ξώφαλτσα σα να μην υπάρχει, λες και πιστεύω στην παρθενογένεση, στον αυτοματισμό, στο παιδί  του «σωλήνα».

Θα είναι κέρδος μου να καταχτήσω την υπομονή μέσα στην υπομονή μου, κι ας μου το λέει ένας μεταφυσικός όπως ο Ρίλκε.

 

«Σβήστε τα μάτια μου-μπορώ να σε κοιτάζω,

τ’ αυτιά μου σφράγισέ τα, να σ’ ακούω μπορώ.

Χωρίς τα πόδια μου μπορώ να ‘ρθω σ’ εσένα,

και δίχως στόμα θα μπορώ να σε παρακαλώ.

Κόψε τα χέρια μου, θα σε σφιχταγκαλιάζω,

σαν να ήταν χέρια, όμοια καλά, με την καρδιά.

Σταμάτησέ μου την καρδιά, και θα καρδιοχτυπώ

 με το κεφάλι.

Κι αν κάμεις το κεφάλι μου σύντριμμα, στάχτη, εγώ

μέσα στο αίμα μου θα σ’ έχω πάλι

 

Το ξέρω, είναι δύσκολο να νιώθουμε  την ποίηση εντός μας, είναι δύσκολο να ακούμε τη σιωπή, προτιμούμε την «εκκωφαντική ερημία του πλήθους». Την ποίηση όχι σαν ξεχώρισμα, αλλά σαν δαχτυλίδι-αρραβώνα μέσα στο μεγάλο έργο το συντροφικό. Πρέπει να το τολμήσουμε, οι επαναστάτες του μέλλοντος θα είναι «δρώντες ποιητές», διαφορετικά δεν θα αναγνωρίζονται.

 

 

                                                                              

0ΥποστηρικτέςΚάντε Like

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ ΑΠΟ ΣΥΝΤΑΚΤΗ

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ