15.9 C
Athens
Τρίτη, 23 Δεκεμβρίου, 2025

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Η λογική των αριθμών χωρίς ανθρώπους δεν είναι λογική, του Λευτέρη Τηλιγάδα

Πηγή: Agriniostories

Όταν η εξουσία ορίζει το «λογικό» από θέση ισχύος
και οι αγρότες διεκδικούν απλώς το δικαίωμα να συνεχίσουν να υπάρχουν 

Υπάρχει μια φράση που ακούγεται ωραία στο αυτί, σχεδόν καθησυχαστική: «ναι στον διάλογο, όχι στο παράλογο». Την είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, χτες για τους αγρότες που εδώ και εβδομάδες βρίσκονται στους δρόμους, με τρακτέρ, μπλόκα, απεργίες και με μια αγωνία που δεν είναι επικοινωνιακή αλλά υπαρξιακή. Γιατί για τον αγρότη το ζήτημα δεν είναι, αν θα βγει καλό το δελτίο ειδήσεων με ζωντανά πλάνα και δημοσιογραφικές εξάρσεις, αλλά αν θα μπορέσει να συνεχίσει να καλλιεργεί, να ζει, να υπάρχει.

Ας το πάρουμε όμως από την αρχή.

Τι πάει να πει «διάλογος», όταν το λέει κάποιος από θέση απόλυτης θεσμικής ισχύος; Και τι σημαίνει «παράλογο», όταν το αποδίδεις σε μια κοινωνική ομάδα που ζητάει τα στοιχειώδη για να επιβιώσει; Διάλογος δεν είναι να μιλάς εσύ και ο άλλος να ακούει. Διάλογος είναι να αναγνωρίζεις ότι ο συνομιλητής σου έχει λόγο, έχει εμπειρία, έχει γνώση και –κυρίως– έχει δίκιο να φωνάζει όταν πνίγεται. Εδώ βρίσκεται η μεγάλη αντίφαση. Μια κυβέρνηση που δεν εκπροσωπεί την κοινωνική πλειοψηφία, αλλά κυβερνά χάρη σε έναν εκλογικό νόμο που αλλοιώνει τις πραγματικές πολιτικές δυναμικές, εμφανίζεται ως ο απόλυτος ρυθμιστής, όχι μόνο των θεμάτων που έχει κληθεί να διαχειριστεί, αλλά και του καθορισμού τι είναι «λογικό» και τι είναι «παράλογο». Με μπόνους εδρών, με τεχνητές κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες, με ένα σύστημα που μετατρέπει τη μειοψηφία σε εξουσία, μιλά για ορθολογισμό απέναντι σε ανθρώπους που βάζουν στην οικονομία και την αγορά, όχι «τόνους αέρα» αλλά πραγματικές σταγόνες μεροκάματου.

Γιατί ας μη γελιόμαστε: οι αγρότες δεν είναι μια οποιαδήποτε κοινωνική ομάδα. Δεν είναι golden boy, δεν είναι συντεχνία γραφείου, δεν είναι ομάδα πίεσης χωρίς κοινωνικό αποτύπωμα. Είναι η ραχοκοκαλιά του πρωτογενούς τομέα, δηλαδή του μοναδικού τομέα που, ό,τι κι αν γίνει, όποιες κρίσεις κι αν έρθουν, παράγει κάτι χειροπιαστό: τρόφιμα, αυτά που γεμίζουν τα ράφια, που κρατούν τις τιμές –όσο μπορούν– χαμηλά και εξασφαλίζουν μια στοιχειώδη αυτάρκεια σε μια χώρα που έχει μάθει να εισάγει σχεδόν τα πάντα.

Κι όμως, αυτοί οι άνθρωποι παρουσιάζονται ως «παράλογοι». Παράλογοι, γιατί ζητούν μείωση του κόστους παραγωγής, όταν το ρεύμα, τα καύσιμα και τα λιπάσματα έχουν εκτοξευθεί. Παράλογοι, γιατί δεν αντέχουν άλλο να πουλάνε κάτω από το κόστος, ενώ στη διαδρομή από το χωράφι στο ράφι κάποιοι άλλοι θησαυρίζουν. Παράλογοι, γιατί βλέπουν τις επιδοτήσεις να κόβονται, την κλιματική κρίση, που κάποιους άλλους τους εκτοξεύει στους πλουσιότερους του κόσμου, αυτούς να τους καταστρέφει και το κράτος να τους αντιμετωπίζει είτε ως βάρος είτε ως πρόβλημα προς διαχείριση.

Το ερώτημα λοιπόν δεν είναι αν τα αιτήματα είναι «ρεαλιστικά» με όρους λογιστικούς ή πολιτικούς. Το ερώτημα είναι, αν είναι κοινωνικά δίκαια. Και εδώ η απάντηση είναι απλή: όταν μια κοινωνία δεν στηρίζει αυτούς που την ταΐζουν, τότε κάτι βαθιά παράλογο συμβαίνει στο ίδιο το σύστημα εξουσίας.

Υπάρχει όμως και κάτι ακόμη, πιο βαθύ. Όταν μια κυβέρνηση επικαλείται τον διάλογο, αλλά βάζει εκ των προτέρων όρια στο τι θεωρεί αποδεκτό, τότε δεν μιλάμε για διάλογο. Μιλάμε για μονόλογο με όρους: «ελάτε να μιλήσουμε, αλλά μόνο αν δε θίξετε τις βασικές επιλογές μας». Αυτό όμως δεν είναι πολιτική συζήτηση, είναι διαχείριση δυσαρέσκειας.

Κι εδώ η ειρωνεία αγγίζει τα όρια του κυνισμού. Μια πολιτική εξουσία που έχει μετατρέψει τη λογική της αγοράς σε υπέρτατο κανόνα, που έχει αποδεχθεί πλήρως ότι κάποιοι κλάδοι «δεν είναι βιώσιμοι» και άρα μπορούν να εγκαταλειφθούν, ζητά από τους αγρότες να είναι «λογικοί». Δηλαδή τι; Να αποδεχθούν τη σταδιακή εξαφάνισή τους με ψυχραιμία;

Η αλήθεια είναι ότι οι αγρότες δεν διεκδικούν κάτι παράλογο. Διεκδικούν το δικαίωμα να συνεχίσουν να υπάρχουν. Και αυτό, σε μια κοινωνία που θέλει να λέγεται δημοκρατική, δεν είναι ακραίο αίτημα. Είναι το ελάχιστο. Το πραγματικά παράλογο είναι να κυβερνάς ως μειοψηφία και να μιλάς ως απόλυτη πλειοψηφία. Να επικαλείσαι τον διάλογο ενώ απαξιώνεις τη φωνή του άλλου. Να ζητάς κοινωνική ειρήνη ενώ παράγεις κοινωνική ασφυξία. Και τελικά, να μιλάς για «λογική» την ώρα που αποκόβεσαι πλήρως από την πραγματική ζωή. Γιατί η λογική των αριθμών χωρίς ανθρώπους δεν είναι λογική. Είναι απλώς εξουσία. Και αυτό το ξέρουν καλά οι αγρότες. Γι’ αυτό και βρίσκονται στους δρόμους. Όχι από ιδιοτροπία. Αλλά γιατί, πολλές φορές, ο δρόμος είναι ο μόνος χώρος όπου ο «διάλογος» γίνεται επί της ουσίας.

0ΥποστηρικτέςΚάντε Like

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ ΑΠΟ ΣΥΝΤΑΚΤΗ

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ