Από τον Μάτιου Φορντ λέκτορα στο Σύλλογο Διδασκόντων στη Fresno
Μετάφραση Αντωνίας Πάνου
Ο Σύλλογος Διδασκόντων της Καλιφόρνιας καλεί σε απεργία μιας εβδομάδας στο μεγαλύτερο δημόσιο πανεπιστημιακό σύστημα των Ηνωμένων Πολιτειών για να εναντιωθεί στις περικοπές μισθών και να περιφρουρήσει ένα ζωτικό δημόσιο αγαθό.
Για πάνω από μια δεκαετία, η διοίκηση του Πολιτειακού Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια (CSU) μειώνει τα κονδύλια στο μεγαλύτερο δημόσιο πανεπιστημιακό σύστημα των Ηνωμένων Πολιτειών. Το αποτέλεσμα είναι η καταστροφή της ακαδημαϊκής ακεραιότητας του ιδρύματος και η υπονόμευση του βασικού του στόχου: να υπηρετεί το δημόσιο καλό. Ευτυχώς, μεταξύ των μελών του διδακτικού προσωπικού, αναπτύσσεται σθεναρή αντιπολίτευση.
Αυτό κορυφώθηκε όταν, μετά την πρόσφατη κατάρρευση των διαπραγματεύσεων με τη διοίκηση του CSU, η Ένωση Καθηγητών της Καλιφόρνιας (CFA) δεσμεύτηκε να απεργήσει και στις είκοσι τρεις πανεπιστημιουπόλεις, αρχής γενομένης από αυτή τη Δευτέρα, 22 Ιανουαρίου. Οι είκοσι εννέα χιλιάδες καθηγητές απεργούν επισήμως λόγω του πρόσφατου διαπραγματευτικού αδιεξόδου, αλλά η σύγκρουση έχει πολύ βαθύτερες ρίζες.
Προετοιμασία για απεργία
Κάποτε, ένα πολλά υποσχόμενο κρατικό δημόσιο πανεπιστημιακό σύστημα που σχεδιάστηκε για να παρέχει εκπαίδευση χωρίς δίδακτρα στην εργατική τάξη της Καλιφόρνιας, το CSU έχει εκφυλιστεί σε ένα εταιρικό μεγαθήριο που χλευάζει τις δημοκρατικές αξίες πάνω στις οποίες ιδρύθηκε. Οι φοιτητές πνίγονται στα χρέη για να πληρώνουν τις ατελείωτες αυξήσεις των διδάκτρων, οι καθηγητές τα βγάζουν πέρα με μισθούς μικρότερους από αυτούς των νηπιαγωγών, ενώ οι ανεξέλεγκτοι διοικητικοί υπάλληλοι εισπράττουν εξαψήφιους μισθούς και πρόσθετα οφέλη, όπως δωρεάν αυτοκίνητα και σπίτια.
Το φθινοπωρινό εξάμηνο του 2023 έληξε, με την Ένωση Διδασκόντων της Καλιφόρνια να πραγματοποιεί μονοήμερες στάσεις εργασίας σε τέσσερις διαφορετικές πανεπιστημιουπόλεις. Αυτές ήταν οι τελευταίες εξελίξεις στην εργασιακή διαμάχη μεταξύ της διοίκησης του Πολιτειακού Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια και του Συλλόγου Διδασκόντων της Καλιφόρνια. Οι διαπραγματεύσεις είχαν σταματήσει το καλοκαίρι του 2023, αφού τα δύο μέρη δεν είχαν καταφέρει να βρουν κοινό έδαφος σε μια σειρά προτάσεων.
Μεταξύ των σημαντικότερων ήταν το αίτημα της CFA για γενική αύξηση των μισθών κατά 12%. Η διοίκηση του CSU απέρριψε την πρόταση αυτή και αντιπρότεινε άμεση αύξηση 5%, και στη συνέχεια δύο ακόμη αυξήσεις των 5%,, υπό όρους, σε εξάρτηση από τις κρατικές πιστώσεις. Ωστόσο, με μόνο 5 τοις εκατό εγγυημένα από τα 15, η προσφορά δεν ισοδυναμεί με αύξηση της αγοραστικής δύναμης ( μιας και ο περσινός πληθωρισμός είχε φθάσει στο 8 τοις εκατό).
Για αυτό αλλά και για άλλους λόγους, η CFA απέρριψε την προσφορά και στις 9 Αυγούστου κηρύχθηκε επίσημο αδιέξοδο στις διαπραγματεύσεις.
Ένα από τα μεγαλύτερα παράπονα είναι η εισοδηματική ανισότητα μεταξύ διδασκόντων και διοικητικών υπαλλήλων
Οι καθηγητές, για παράδειγμα, πλήρους απασχόλησης που είναι κάτοχοι διδακτορικού, λαμβάνουν μηνιαίο μισθό 5.400 δολάρια, ενώ ο μηνιαίος μισθός του γενικού διευθυντή (chancellor’s) του Πολιτειακού Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια (CSU) αποτελείται από 66.250 δολάρια, μαζί με μηνιαίο επίδομα στέγασης 8.000 δολαρίων και επίδομα αυτοκινήτου 1.000 δολαρίων.
Επί κεφαλής κάθε μιας από τις είκοσι τρεις πανεπιστημιουπόλεις του CSU, οι πρόεδροι αποκομίζουν ετήσιους μισθούς μεταξύ 325.000 και 533.000 δολαρίων, μαζί είτε με δωρεάν σπίτια είτε με ετήσια στεγαστικά επιδόματα 50.000 έως 60.000 δολαρίων. Και ενώ η διοίκηση απορρίπτει τις προτάσεις για αύξηση των μισθών των καθηγητών κατά 12%, πολλοί πρόεδροι έχουν λάβει αυξήσεις έως και 29%. Με άλλα λόγια, οι μέτριες μισθολογικές αυξήσεις για όσους κάνουν την κύρια ακαδημαϊκή εργασία απορρίπτονται από γραφειοκράτες που δίνουν στους εαυτούς τους ακόμη μεγαλύτερες μισθολογικές αυξήσεις.
Οι μισθολογικές διαφορές αντανακλούν ένα βαθύτερο ζήτημα:
Την εγκατάλειψη των αρχών πάνω στις οποίες οικοδομήθηκε το CSU και την υιοθέτηση της νεοφιλελεύθερης επίθεσης προς κάθε τι δημόσιο.
Επικεφαλής είναι μια τρέχουσα φουρνιά επιχειρηματικά σκεπτόμενων πανεπιστημιακών διοικητών που περιφρονούν τις αξίες και τα ιδανικά που, όχι πολύ καιρό πριν, θεωρούνταν ένα υγιές δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα απαραίτητο για μια ισχυρή δημοκρατική κοινωνία.
Η διοίκηση του CSU είναι ένα αντιδιανοητικό σώμα ακαδημαϊκών γραφειοκρατών, μεγάλο μέρος των οποίων δεν είναι καν κάτοχοι διδακτορικού, ή έχουν εντυπωσιακά μικρή συνεισφορά στον ακαδημαϊκό τους τομέα.
Ενώ η διοίκηση εισπράττει εξαψήφιους μισθούς και συνεισφέρει ελάχιστα στην ακαδημαϊκή κοινότητα, το διδακτικό προσωπικό αγωνίζεται για να αποκτήσει έναν σταθερό, βιώσιμο μισθό και παροχές. Στις καλές εποχές -που είναι εξαιρετικά σπάνιες- οι λέκτορες διδάσκουν πέντε μαθήματα ανά εξάμηνο, δικαιούνται ασφάλιση υγείας και κερδίζουν 65.000 δολάρια ετησίως. Αλλά κάθε εξάμηνο φέρνει νέα εμπόδια. Τα μαθήματά μας – και τα εισοδήματά μας – περικόπτονται τακτικά, αποκλείοντάς μας συχνά από τα επιδόματα.
Για παράδειγμα, τα τελευταία τέσσερα χρόνια, δεν έχω καταφέρει να μαζέψω δύο συνεχόμενα εξάμηνα με πέντε μαθήματα. Αφού απολαμβάνω ένα πλήρες διδακτικό φορτίο το φθινόπωρο, έχω δύο μαθήματα προγραμματισμένα για το εαρινό εξάμηνο, πράγμα που μεταφράζεται σε απώλεια του 60% του εισοδήματός μου.
Το χειρότερο είναι ότι οι “καλές εποχές” είναι στην πραγματικότητα αρκετά κακές. Πολλοί από τους φοιτητές μου έχουν επάξια βρει καλές δουλειές με υψηλότερους μισθούς από τους δικούς μου. Ένας εργάζεται σε ένα τοπικό συσκευαστήριο οδηγώντας περονοφόρο ανυψωτικό μηχάνημα, ένας άλλος είναι υπάλληλος σε σούπερ μάρκετ. Για να συμπληρώσουν τα πενιχρά εισοδήματα, πολλοί καθηγητές πιάνουν δεύτερη ή τρίτη δουλειά. Μετά από χρόνια εκπαίδευσης σε μεταπτυχιακές σχολές και αμέτρητες ώρες διεξαγωγής διδακτορικής έρευνας, δημοσιεύσεων σε επιστημονικά περιοδικά με κριτές και διδασκαλίας τεράστιου φόρτου μαθημάτων, ο εξευτελισμός στον οποίο υποβάλλονται οι πανεπιστημιακοί καθηγητές είναι αδικαιολόγητος.
Για όλους τους παραπάνω λόγους, στις 18 Δεκεμβρίου, το Διοικητικό Συμβούλιο της CFA ψήφισε την προκήρυξη απεργίας σε όλο το σύστημα για την εβδομάδα 22-26 Ιανουαρίου σε συνεργασία με την τοπική οργάνωση Teamsters Local 2010. Υπήρχε, ωστόσο, μια ακόμη ευκαιρία να αποφευχθεί η έναρξη του νέου εξαμήνου με μια απεργία σε όλο το σύστημα. Την εβδομάδα της 8ης Ιανουαρίου, άνοιξε ένας ακόμη γύρος διαπραγματεύσεων μεταξύ της ηγεσίας της CFA και της διοίκησης του CSU. Ωστόσο, αφού αρνήθηκε να διαπραγματευτεί, η διοίκηση αποχώρησε από τη συνάντηση, εξασφαλίζοντας έτσι ότι οι φοιτητές σε όλη την πολιτεία θα επέστρεφαν σε πανεπιστήμια γεμάτα διαμάχες και αίθουσες διδασκαλίας χωρίς καθηγητές.
Έκθεση του Χάουαρντ Μπάνσις (Howard Bunsis)[1]
Καθώς ξεκινούν οι απεργιακές κινητοποιήσεις, οι διοικητικοί υπάλληλοι συνεχίζουν να προβάλλουν το ίδιο φθαρμένο επιχείρημα: ότι δηλ. το CSU δεν μπορεί να αντέξει οικονομικά την αύξηση των μισθών των καθηγητών. Ωστόσο, μια πρόσφατη ανάλυση των ηλεγμένων οικονομικών καταστάσεων του CSU, από τον Howard Bunsis, αποκαλύπτει ότι το ίδρυμα βρίσκεται σε σχεδόν άψογη οικονομική κατάσταση και είναι περισσότερο από εξοπλισμένο για να πληρώσει την απαιτούμενη αύξηση.
Σύμφωνα με την έκθεση του Bunsis, μια γενική αύξηση των μισθών κατά 12% θα κόστιζε στο CSU περίπου 376 εκατομμύρια δολάρια, ενώ η αύξηση των μισθών που αντιπροτείνει το CSU θα κόστιζε περίπου 154 εκατομμύρια δολάρια. Έτσι, το πραγματικό ερώτημα είναι αν το CSU μπορεί να αντέξει οικονομικά τη διαφορά μεταξύ των δύο αυτών προτάσεων, η οποία ανέρχεται σε 232 εκατομμύρια δολάρια.
Στα δεκαέξι από τα δεκαεπτά τελευταία χρόνια, το CSU έχει αποκομίσει μεγαλύτερο πλεόνασμα από 232 εκατομμύρια δολάρια. Σε δώδεκα από τα τελευταία δεκαεπτά χρόνια, το πλεόνασμα ξεπέρασε τα 376 εκατομμύρια δολάρια. Χωρίς να υπολογίζεται το 2022, το οποίο ήταν ένα εντυπωσιακό έτος οικονομικής αφθονίας, η έκθεση του Bunsis δείχνει ότι το μέσο πλεόνασμα από το 2006 έως το 2021 ήταν 490 εκατομμύρια δολάρια. Έτσι, αν η πρόσφατη ιστορία αποτελεί ουσιαστικό δείκτη της δυνατότητας χρηματοδότησης των μισθολογικών αυξήσεων που απαιτεί η CFA, τα στοιχεία είναι συντριπτικά σαφή ότι αυτό μπορεί να γίνει με ευκολία.
Αυτή η απίστευτη ικανότητα “εξοικονόμησης” χρημάτων – ή, με άλλο τρόπο, να μην ξοδεύονται τα χρήματα που εισπράττονται από τους φορολογούμενους για την παροχή μιας δημόσιας υπηρεσίας – έχει οδηγήσει σε ένα τεράστιο “αποθεματικό ταμείο” (ή λογαριασμό αποταμίευσης) ύψους 8 δισεκατομμυρίων δολαρίων, το 80% του οποίου είναι απεριόριστο και ανοιχτό προς χρήση. Αυτές οι οικονομικές πρακτικές έχουν αποφέρει στο CSU άψογες αξιολογήσεις ομολόγων από τους οίκους Moody‘s και Standard and Poor‘s (Aa2 και AA– αντίστοιχα), οι οποίες βασίζονται τόσο στη ρευστότητα όσο και στα οικονομικά περιθώρια. Αν και το CSU έχει υποστηρίξει ότι η ανάλυση της Bunsis υπερβάλλει για την οικονομική υγεία του CSU, οι εν λόγω οίκοι αξιολόγησης έχουν καταλήξει σε παρόμοια συμπεράσματα.
Με έναν αποταμιευτικό λογαριασμό 8 δισεκατομμυρίων δολαρίων και περισσότερα από επαρκή πλεονάσματα τα τελευταία χρόνια, οι διαχειριστές δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν στοιχεία από την πρόσφατη οικονομική ιστορία του CSU για να δικαιολογήσουν την απόρριψη της αύξησης των μισθών κατά 12%.
Αυτό έχει οδηγήσει τη διοίκηση στην παρουσίαση υποθετικών σεναρίων καταστροφής ενός λιτού μέλλοντος που θα προκληθεί από υποθετικές μειώσεις στην οικονομική πρόσληψη του CSU. Συγκεκριμένα, η διοίκηση έχει επισημάνει την αστάθεια των δύο κύριων πηγών εσόδων – της κρατικής χρηματοδότησης και των τελών/διδάκτρων των φοιτητών – για να δικαιολογήσει την απόρριψη της πρότασης της CFA.
Παρά την επιφυλακτικότητα της διοίκησης, δεν υπάρχουν στοιχεία που να υποδηλώνουν ότι θα υπάρξει ουσιαστική μείωση αυτών των πηγών εσόδων. Όσον αφορά την κρατική χρηματοδότηση, ο κρατικός προϋπολογισμός του 2023-2024 περιλαμβάνει αύξηση 800 εκατ. δολαρίων σε σχέση με το προηγούμενο έτος και το Γραφείο Νομοθετικού Αναλυτή έχει προβλέψει ότι αυτή θα συνεχίσει να αυξάνεται μέχρι το 2025.
Όσον αφορά τα τέλη/δίδακτρα των φοιτητών, αυτή η πηγή εσόδων θα αυξηθεί επίσης, δεδομένου ότι οι διοικητικοί υπάλληλοι έχουν δεσμευτεί να αυξάνουν τα δίδακτρα με ετήσιο ρυθμό 6% μέχρι τουλάχιστον το 2029. Σύμφωνα με τον λειτουργικό προϋπολογισμό του CSU για το 2024-2025, αυτή η αύξηση των τελών θα προσφέρει στο CSU επιπλέον 148 εκατομμύρια δολάρια για το ακαδημαϊκό έτος 2024-2025.
Η σημαντικότερη απειλή για αυτή τη δεύτερη πηγή εσόδων είναι η μείωση των εγγραφών. Η αύξηση του κόστους των διδάκτρων οδηγεί τους φοιτητές εκτός CSU, και κατά συνέπεια η μείωση των εγγραφών μειώνει αυτή τη ροή εσόδων.
Λαμβάνοντας υπόψη την εύρωστη οικονομική υγεία του πανεπιστημίου, η αύξηση των διδάκτρων είτε εδράζεται σε μια βαθιά λανθασμένη λογική είτε σε μια αδιανόητη επιθυμία να φορτωθούν οι φοιτητές με περιττά οικονομικά βάρη.
Λογιστική της λιτότητας
Αξίζει να προβλέψουμε πιθανές λύσεις για το υποθετικό μέλλον της διοίκησης που μαστίζεται από τη λιτότητα, αν και οι ροές εσόδων του CSU φαίνεται να είναι αξιόπιστες και αυξανόμενες.
Μόνο πέρυσι, το CSU συγκέντρωσε ένα μνημειώδες πλεόνασμα περίπου 2 δισεκατομμυρίων δολαρίων (σύμφωνα με την Standard and Poor, το πλεόνασμα ήταν 1,7 δισεκατομμύρια δολάρια- σύμφωνα με την Bunsis, ήταν 2,1 δισεκατομμύρια δολάρια- σύμφωνα με την Moody‘s, ήταν 2,3 δισεκατομμύρια δολάρια).
Αλλά πόσο ακριβώς θα έφτανε αυτό το πλεόνασμα στην υποθετική εποχή της λιτότητας που φαντάζεται η διοίκηση του CSU; Από το 2015 έως το 2022, το μέσο σύνολο των δύο κύριων πηγών εσόδων του CSU (μαζί) ήταν περίπου 5,6 δισεκατομμύρια δολάρια. Ως εκ τούτου, ακόμη και αν αυτά εξαφανίζονταν ως δια μαγείας – και είναι απίθανο να μειωθούν έστω – το αποθεματικό ταμείο των 8 δισεκατομμυρίων δολαρίων θα έκανε κάτι περισσότερο από το να καλύψει το κενό.
Σε ένα δημόσιο ίδρυμα με αποστολή τη χρήση δημόσιου χρήματος για την παροχή δημόσιας παροχής παιδείας, η εκπληκτική αύξηση αυτού του αποθεματικού ταμείου θα έπρεπε να αποτελεί σκάνδαλο. Ο αποταμιευτικός λογαριασμός άνω των 8 δισεκατομμυρίων δολαρίων συσσωρεύτηκε με τη μη δαπάνη των οικονομικών πόρων που οι φορολογούμενοι προόριζαν να πάνε για την παροχή εκπαιδευτικών υπηρεσιών.
Φυσικά, σε μεγάλο βαθμό, δημιουργήθηκε στις πλάτες των κακοπληρωμένων καθηγητών. Η προσθήκη εκατομμυρίων δολαρίων σε έναν αποταμιευτικό λογαριασμό, ενώ οι καθηγητές λαμβάνουν αξιοθρήνητα χαμηλούς μισθούς και η χρηματοδότηση της έρευνας μειώνεται, αποτελεί ωμή κακή κατανομή των δημόσιων πόρων (από το 2019 έως το 2022, η χρηματοδότηση της έρευνας μειώθηκε κατά 16 εκατομμύρια δολάρια). Σίγουρα, κανείς δεν θα αρνιόταν ότι η ύπαρξη ενός δίχτυ οικονομικής ασφάλειας έκτακτης ανάγκης είναι καλή ιδέα. Αλλά ένα αποθεματικό ύψους 8 δισεκατομμυρίων δολαρίων που συσσωρεύεται από την υποαμοιβή των εργαζομένων είναι κάτι διαφορετικό.
Μετά τη διενέργεια μιας επισκόπησης των οικονομικών καταστάσεων του CSU, ο Howard Bunsis δικαίως ρώτησε “για ποιο σκοπό” δημιουργείται το αποθεματικό ταμείο. Οι γραφειοκράτες που αποφασίζουν να μην χρησιμοποιήσουν δημόσιους οικονομικούς πόρους για μια δημόσια υπηρεσία θα πρέπει να αναγκαστούν να απαντήσουν σε αυτό το εύλογο ερώτημα.
Η ανάλυση των δαπανών του CSU από τον Bunsis αποκάλυψε και άλλες λεπτομέρειες που φωτίζουν τις προτεραιότητες της διοίκησης. Καθώς οι καθηγητές αντιμετωπίζουν μεγάλα και αυξανόμενα μεγέθη τάξεων, το ποσοστό που δαπανάται για τη διδασκαλία ωχριά σε σύγκριση με τη διαχείριση.
Από το φθινόπωρο του 2018 έως το φθινόπωρο του 2022, ο αριθμός των εκτελεστικών και διοικητικών υπαλλήλων αυξήθηκε κατά 6,4 τοις εκατό, ενώ το διδακτικό προσωπικό αυξήθηκε μόνο κατά 2,5 τοις εκατό.
Αυτό μεταφράζεται σε σημαντικά οικονομικά στοιχεία: την περίοδο 2019-2022, οι δαπάνες για τη διδασκαλία μειώθηκαν κατά 37 εκατομμύρια δολάρια, ενώ η “θεσμική υποστήριξη” αυξήθηκε κατά 215 εκατομμύρια δολάρια. Αν και σοκαριστική, αυτή η τάση των δαπανών είναι απολύτως σύμφωνη με την ευρύτερη νεοφιλελεύθερη αναδιάρθρωση του CSU – η διόγκωση της πανεπιστημιακής γραφειοκρατίας δεν σταματά ποτέ να αυξάνεται, ενώ η διδασκαλία και η έρευνα βρίσκονται σε συνεχή πτώση.
Δημοσιευμένο στο διαδικτυακό τύπο Jacobin, 2024/1
[1] Eastern Michigan University. Καθηγητής Λογιστικής, Σύμβουλος Διδακτικού Προσωπικού για τη Λέσχη Λογιστικής, Σύμβουλος Διδακτικού Προσωπικού για το Beta Alpha Psi