Ο νέος γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ Μαρκ Ρούτε, συμπυκνώνει σε μεγάλο βαθμό τα ιδανικά χαρακτηριστικά για την θέση που απέκτησε. Επί δεκατέσσερα χρόνια ως πρωθυπουργός της Ολλανδίας, υπήρξε έμπρακτος υποστηρικτής της στρατηγικής σχέσης ΕΕ-ΗΠΑ, κήρυκας της δημοσιονομικής ακαμψίας και λιτότητας και φυσικά εναρμονισμένος με την πολεμοκάπηλη πολιτική ΝΑΤΟ και ΕΕ. Το τελευταίο αποδείχθηκε έντονα, τα τελευταία χρόνια με αποστολή ισχυρού πολεμικού εξοπλισμού στην Ουκρανία και αύξηση ρεκόρ των πολεμικών δαπανών της Ολλανδίας.
Η συνάντηση που έγινε την περασμένη Τρίτη στην Αθήνα μεταξύ του Ρούτε και του πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη (είχε προηγηθεί συνάντηση με Ν. Δένδια και Γ. Γεραπετρίτη), επιβεβαίωσε για άλλη μια φορά την άνευ όρων σύμπνοια και υποταγή της χώρας μας στους στρατηγικούς σχεδιασμούς του ΝΑΤΟ.
Πρώτα από όλα, τονίστηκε, η δέσμευση του ελληνικού κράτους ως προς την συνέχιση της στήριξης στο καθεστώς Ζελένσκι στο πλαίσιο του πολέμου της Ουκρανίας. Αυτό θα γίνει, εκτός των άλλων, με παροχή νέων πυρομαχικών καθώς και εκπαίδευση Ουκρανών πιλότων στον χειρισμό μαχητικών αεροσκαφών F-16. Έτσι, θα βαθύνει ακόμα περισσότερο η ελληνική εμπλοκή στον πόλεμο, συμβάλλοντας σε όξυνση της ήδη υπάρχουσας ανάφλεξης.
Σημαντικό ρόλο στην συνάντηση έπαιξε επίσης η συζήτηση για την χρηματοδότηση του ΝΑΤΟ, ενόψει και της επικείμενης Αμερικάνικης προεδρίας Τραμπ, ο οποίος αιτείται αύξηση ΝΑΤΟικών δαπανών στο 4% του ΑΕΠ κάθε χώρας. Εντός αυτού του πλαισίου ο Κ. Μητσοτάκης δεχόμενος και τις επευφημίες του Ρούτε, υπερτόνισε τις υψηλές επιδόσεις της Ελλάδας στις εξοπλιστικές δαπάνες δηλώνοντας: «Η Ελλάδα επενδύει λίγο παραπάνω από το 3% του ΑΕΠ της στην άμυνα. Είμαστε από τους πρωταγωνιστές στην Ευρώπη και θέλω να θυμίσω ότι επενδύαμε άνω του 2% στην άμυνα και τις πολύ δύσκολες εποχές των μνημονίων, όταν άλλες ευρωπαϊκές χώρες επένδυαν πολύ λιγότερο από αυτό». Πράγματι, σε μια χώρα που οι στοιχειώδεις κοινωνικές παροχές είναι λειψές ή απούσες, είναι φαίνεται «άξιο περηφάνιας» για τον πρωθυπουργό, να μιλάει για τα υπέρογκα ποσά που δαπανώνται για εξοπλιστικές δαπάνες και στρατιωτικές αποστολές.
Ταυτόχρονα, ο πρωθυπουργός εξέφρασε για άλλη μια φορά το αίτημα για κοινή αντιπυραυλική προστασία της Ευρώπης μέσω της αύξησης των αμυντικών κονδυλίων. Η Ελλάδα μαζί με ΗΠΑ, Πολωνία, Εσθονία και Λετονία βρίσκεται ήδη στην πρώτη πεντάδα με την υψηλότερη αναλογία ποσοστού σε πολεμικό εξοπλισμό. Η εδώ και δύο χρόνια πολεμική οικονομία στην Ευρώπη και η γενικότερη κούρσα εξοπλισμών προτεραιοποιεί την παραγωγή και κυκλοφορία οπλικών συστημάτων διευρύνοντας την λιτότητα και την φτώχεια και απομακρύνοντας την αναγκαία ειρηνική προοπτική τόσο στην περιοχή μας όσο και ευρύτερα.
Τα θέματα στις συνομιλίες μεταξύ παραγόντων της ελληνικής κυβέρνησης και του Μαρκ Ρούτε δεν σταμάτησαν εκεί. Τόσο οι υπουργοί Εθνικής Άμυνας και Εξωτερικών, όσο και ο πρωθυπουργός, επισήμαναν στον γγ του ΝΑΤΟ την «ανάγκη σεβασμού του διεθνούς δικαίου». Ο Κυριάκος Μήτσοτάκης εξέφρασε την υποτιθέμενη προσήλωση της κυβέρνησης του στο διεθνές δίκαιο λέγοντας: «Να προχωρούμε από κοινού με πίστη στις θεμελιώδεις αρχές της δημοκρατίας, της ελευθερίας, της αλληλεγγύης με αναγκαία και απαραίτητη, απαρέγκλιτη προσήλωση όλων στην τήρηση του Διεθνούς Δικαίου και των διεθνών συνθηκών κάτι που αφορά ιδιαίτερα και την ευαίσθητη περιοχή των Δυτικών Βαλκανίων».
Την ίδια ώρα βέβαια που ο Κυριάκος Μητσοτάκης μιλούσε τόσο παραστατικά για την τήρηση του Διεθνούς Δικαίου, ο εκπρόσωπος τύπου της κυβέρνησης Παύλος Μαρινάκης αποδοκίμασε το ένταλμα σύλληψης του γενοκτόνου Μπενιαμίν Νετανιάχου από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (ΔΠΔ). Πιο συγκεκριμένα, στην συνέντευξη Τύπου του κυβερνητικού εκπροσώπου, όταν δημοσιογράφος τον ρώτησε, αν θα συλληφθεί ο Νετανιάχου, όπως είναι υποχρεωμένη η χώρα να κάνει σε περίπτωση που ο Ισραηλινός πρωθυπουργός επισκεφτεί την Ελλάδα, ο εκπρόσωπος Τύπου απάντησε: «Δεν νομίζουμε ότι βοηθάνε τέτοιες αποφάσεις».
Να σημειώσουμε πως το ένταλμα σύλληψης για τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Νετανιάχου και τον πρώην υπουργό άμυνας Γκάλαντ εκδόθηκε την προηγούμενη εβδομάδα από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (ΔΠΔ) «για εγκλήματα κατά τις ανθρωπότητας και εγκλήματα πολέμου». Η Ελλάδα είναι από τα ιδρυτικά μέλη του συγκεκριμένου οργανισμού και ουσιαστικά δεσμεύεται από τις αποφάσεις του.
Διάφορες χώρες, όπως οι Καναδάς, Βέλγιο και Ολλανδία έχουν δηλώσει, έστω και τυπικά, πως θα συμμορφωθούν με την απόφαση του ΔΠΔ. Ωστόσο, η ελληνική κυβέρνηση εμμένει στην ουσιαστική κάλυψη και συνεργασία σε διάφορα επίπεδα, με το Ισραηλινό κράτος. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη δείχνει πως όσο και να επικαλείται το Διεθνές Δίκαιο σε διάφορα θέματα, όπως για παράδειγμα τα ελληνοτουρκικά, ο τρόπος που το αντιλαμβάνεται και πράττει είναι αυθαίρετος και εργαλειακός.
Με την ουσιαστική αποδοκιμασία της απόφασης του ΔΠΔ, η ελληνική κυβέρνηση μπαίνει σε μια δέσμη χωρών όπως οι ΗΠΑ και η Ουγγαρία του ακροδεξιού Όρμπαν, που επίσης αντιτάχθηκαν στην απόφαση σύλληψης του Νετανιάχου, ξεπλένοντας για άλλη μια φορά το κράτος δολοφόνο του Ισραήλ, που σύμφωνα με τα νέα στοιχεία έχει σκοτώσει από πέρσι τον Οκτώβριο πολύ πάνω από 45.000 ανθρώπους και έχει τραυματίσει τουλάχιστον 105.000.
Η γενικότερη κατάσταση τόσο με την ανάφλεξη του πολέμου στην Ουκρανία όσο και με την συνεχιζόμενη γενοκτονία του Παλαιστινιακού λαού απαιτεί μέγιστη συγκέντρωση δυνάμεων για την συγκρότηση ενός μαζικού αντιπολεμικού-αντιιμπεριαλιστικού κινήματος. Είναι αναγκαία η άμεση συγκρότηση και ενίσχυση πολύμορφων ενωτικών μετώπων αγώνα αντίστασης, απέναντι στην δράση του ΝΑΤΟ, στην στήριξη της χώρας μας στο Ουκρανικό Καθεστώς, καθώς και στις δολοφονικές σιωνιστικές επιχειρήσεις σε Γάζα και Λίβανο.