26.2 C
Athens
Παρασκευή, 15 Αυγούστου, 2025

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Τον Αύγουστο δεν υπάρχουν ειδήσεις, της ΄Ολγας Μοσχοχωρίτου

 

Τον Αύγουστο λέει δεν υπάρχουν ειδήσεις. Ποιος να τις δημιουργήσει μέσα στη χαύνωση ενός μήνα που σέρνει τις σαγιονάρες σε βρεγμένα πλακόστρωτα και σκονισμένα σκίνα.

«Θεέ μου, πόσο μπλε ξοδεύεις για να μη σε βλέπουμε»…λέει η Μαρία Νεφέλη του ποιητή.

Μα δεν ξοδεύτηκε μόνο από τον επουράνιο περίσσιο χρώμα για να συγκαλυφτούν τα δύσκολα κι επώδυνα. Κι εμείς σπαταλήσαμε τόνους λαδιού και νοματοσαλάτας, κόκκινου και πράσινου σκοτωμένου, γεμίσαμε τις αυλές με ταψιά γεμάτακουκούτσια καρπουζιού και φλοίδες από πεπόνι. Κοκκινοκίτρινα φρούτα και χνούδια από ροδάκινα που έτρεχαν μαζί με τα ζουμιά τους από παιδικά στόματα.

Τραπέζια με ουζάκια, μπύρες, μεζέδες, τσιγάρα, πολλά τσιγάρα, τηγανιτό γαύρο και μελιτζάνες. Αρμύρα, θάλασσες, ψαρέματα και ψευδαισθήσεις για αιώνιους έρωτες ενώ πετάγαμε μπουκάλια στη θάλασσα μ’ ανεπίδοτα γράμματα.

Κουφώσαμε τα παράθυρα να μην μπαίνει τόσο φως, τόσο ανελέητο φως στα δωμάτιατου ύπνου, κυρίως σε κείνα των ανδρόγυνων.

Σφίγγαμε τα μάτια μήπως και μας πάρει το απογευματινό γλυκοΰπνι, πριντα περασμένα παιδικά μας καλοκαίρια ορμήσουν ξέφρενα στο δρόμο πίσω από την καταβρεχτήρα του Δήμου.

Πριν εμφανιστεί ο συνταξιούχος του δημοσίουστο απέναντι μπαλκόνι του ακάλυπτου, με το φανελάκι Ατθίς και τη σωβρακοβερμούδαγια να πιεί τον καφέ του, ελληνικό κι ευωδιαστό. Τον σερβιρισμένο από την συμβία του, με τηνρόμπα την ελαφριά, την πικέ, την ξεμανίκωτη και τα πρησμένα όλο κιρσούς πόδια της. Σερβιρισμένος στο μικρό δίσκο, πάνω σε δαντελωτό πετσετάκι και συντροφευμένο με γλυκό νερατζάκι ή καρυδάκι ή βύσσινο περσινό, «τα φετινά δε βγήκαν ακόμη, δεν είχαν στη λαϊκή». «Φόρεσε χριστιανέ μου κάνα – παντελόνι, σε βλέπει κι ο κόσμος απ’ απέναντι».

Μα ήταν τάχα ο πατέρας αυτός; Κι εκείνη με την λεπτότητα της δαντέλας στην όψη και την επίκριση στο μάτι, ήταν η μάνα;

Και πού βρίσκονταν; Στην προικώα μονοκατοικία της επαρχιακής πόλης του γάμου τους,στην αυλή με τα βρεγμένα πλακάκια ή στο μπαλκόνι του δεύτερου, που έβλεπε στον ακάλυπτο, έναν θλιβερό ακάλυπτο στην πολυκατοικία της τελευταίας μετακόμισης λόγω υγείας;

Η αλήθεια είναι πως είχαν αδειάσει και τα μπαλκόνια τα τελευταία χρόνια. Κι ούτε πετάγονταν πιτσίλες από το απογευματινόπότισμα.Βρίσκοντανκλεισμένοι όλοι στα διαμερίσματα, με το κλιματιστικό να στάζει και να αντικαθιστά το ελαφρύ αεράκι.

Ο βόμβος του κάλυπτε ακόμα και το γουργούρισμα των περιστεριών που έψαχναν λίγο ίσκιο ή και νερό στα παχύφυλλα του μπαλκονιού. Κι ήτανο θόρυβος της τηλεόρασης που σταδιακά αντικατέστησε την οικειότητα εκείνης της λαϊκής φλυαρίας που γέμιζε τις γειτονιές με φωνές έστω κι από μπαλκόνι σε μπαλκόνι.

Γειτονιές με εξαφανισμένα παιδιά πια, γερασμένες γειτονιές.

Σ’ αυτή τη χώρα,που ο Αύγουστος δεν έχει ειδήσεις, ή δεν αντέχουν οι κάτοικοί της κι άλλες ειδήσεις, θέλουν μια παύση στα νέα, που ακόμα κι ένας πρωθυπουργόςέκανε έκκληση «να μην χαλάνε τα μπάνια του λαού», σ’ αυτή τη χώρα λοιπόν, ο Αύγουστος σέρνει ακόμα τις εκκρεμότητεςτου Ιουλίου.Αλήθεια τί μήνας κι αυτός.

Τα Ιουλιανά του ’65, τα Ιουλιανά του‘15, όλα εισβάλλουν και στον Αύγουστο.

 Και ο ένας αιώνας, εισβάλει μέσα στον άλλον και οι αναλυτές γράφουν «βαρύς ο μήνας Ιούλιος: το παλατιανό πραξικόπημα,η δολοφονία του Πέτρουλα, οι διαδηλώσεις, η Δημοκρατία νασέρνεται στους δρόμους του κέντρου της Αθήνας αλλά και σ’ ολόκληρη τη χώρα, οι οικοδόμοι να αμύνονται , να ‘χουν πάρει την υπόθεση στα χέρια τους σαν καδρόνια και να τώρα, 3 Ιούλη του‘15 η μεγάλη συγκέντρωση.

Χαρούμενα πλήθη γέμιζαν την πλατεία Συντάγματος αγνοώντας τη ζέστη και τις κλειστές τράπεζες. Τραγούδια πετάριζανστον αέρα. Αντίσταση, διαμαρτυρία, πορεία και διαδήλωση χωρίς μουσικές και τραγούδια δεν νοούνται.

Τη στρίμωξε ένα σμήνος νεαρών, Ελλήνων αλλά και ξένων τουριστών μάλλον,στο πεζουλάκι της κάτωπλατείας, απέναντι από το ξενοδοχείο της Μ. Βρετάνιας που φαινόταν ερμητικά κλειστό.Σα φυλάκιο της εξουσίας φάνταζε με τον όγκο και τη λαμπρότητά του. Σα βρετανικό κάστρο αιματοβαμμένο. Ο Δεκέμβρης του ‘44 έπαιζε σκάκι με τον Ιούλιο του ‘15. Ποιος θα πάρει την παρτίδα;

«Όχι άλλη Βάρκιζα»φώναζε το πλήθος δίπλα της.Άνθρωποι σε ώριμη ηλικία, τα παιδιά του Πολυτεχνείου και της πρώτης μεταπολίτευσης.

Τότε ήταν που την έπιασε εκείνη η δυσοίωνη κρίση πανικού. Μια αίσθηση χαμού, δύσπνοιας και τάση λιποθυμίας την κατέκλυσε.

Είχε χαθεί από την παρέα της, τα τραγούδια κι οι μουσικές της τρυπούσαν το κρανίο. «Όχι άλλη Βάρκιζα».

«Πόση Ιστορία να καταναλώσει πια κιαυτή η χώρα. Μεγάλη η παραγωγή, γεμίσαμε στοκ τις αποθήκες της μνήμης.

Κι εγώ δε θυμάμαι καθαρά σε ποια διαδήλωση μπλέχτηκα γυρνώντας από την Πειραιώς 260, 23 Ιούλη του ‘15 θα ‘ταν, όπου το Φεστιβάλ Αθηνών συνέχιζε να κρατά μια επίφαση ρουτίνας και καθημερινότητας. Ότι δηλαδή το θέατρο συνέχιζε να υπάρχει, άρα όλα βαίναν καλώς.

Στον μεταμοντέρνο αποδομημένο θεατρικό χώρο των παλιών εγκαταστάσεων του Τσαούσογλουπαιζόταν ο Ιούλιος Καίσαρας του Σαίξπηρ.Τί σύμπτωση.

44 π.Χ.και η Ρώμη είναι σε αναβρασμό. Το «αβγό του φιδιού» επωάζεται και εκκολάπτεται στη Σύγκλητο. Αλλεπάλληλες συνωμοσίες, δολοφονίες, βία και διαπλοκή. Και στο παρασκήνιο ένας λαός που έχει μετασχηματιστεί σε όχλο, χειραγωγούμενος από δημαγωγούς πολιτικούς.

Μέσα στο Κοινοβούλιο της Ελλάδας ο πρωθυπουργός ζητούσε εξουσιοδότηση για να «πάει λέει να διαπραγματευτεί με τους Ευρωπαίους τα νέα μέτρα, τα νέα δάνεια, τους νέους όρους, το νέο πρόγραμμα, το νέο Μνημόνιο».

Δεν του έφτανε το Δημοψήφισμα του ελληνικού λαού λίγες μόνο μέρες πριν, χρειαζόταν την ψήφο μιας ελεεινής πλειοψηφίας επί των τριακοσίων, για να νομιμοποιήσει την μεγάλη απάτη. Και το έπραξε.

Φτηνά κόλπα γυρολόγων αγυρτών.

Ο αέρας μύριζε χημικά. Oαέρας είχε μετατραπεί σε μια συμπαγή μάζα δηλητηριωδών αερίων που έκαιγαν. Το καλοκαίρι γινόταν εχθρικό.

Τα παιδικά μας καλοκαίρια μύριζαν γάλα και γιασεμιά. Παγωτό χωνάκι βανίλια και καραμέλα μέντα και κανέλα.

Ένιωθε την ανάγκη να τα προστατέψει. Έκλεισε τα τζάμια του αυτοκινήτου της και ανέβηκε τη Σόλωνος κι από κει τη Μασσαλίας μέχρι που έπεσε πάνω στα κτίρια του Γαλλικού Ινστιτούτου. Εκεί που κάποτε ονειρεύτηκε τη Γαλλική Επανάσταση.

******

Κι έφτασε παραμονή της Παναγίας. 14 Αυγούστου 2015. Άλλα καλοκαίριαθα ετοιμάζονταν για την επομένη που γιόρταζε η μάνα.

Εκείνη θα είχε το σπίτι να τρίζει από πάστρα. Θα είχε τηγανίσει τις μελιτζάνες για το μουσακά της επομένης και θα είχε φτιάξει το περίφημογλυκό ψυγείου. Το καμάρι της. Μπισκοτάκια βουτηγμένα σε γάλα και κονιάκ, σαντιγί Μόρφατμε κακάο, όλα σε στρώσεις και στο τέλος σοκολάτα σκουληκάκι για επικάλυψη.

«Θα μας περίμενε όλους. Ένα δεδομένο ραντεβού που τερμάτιζε τις διακοπές μας στα νησιά και μας έφερνε στα παλιά παράταιρα πλακάκια της αυλής των παιδικών μας χρόνων κι ένα γεροφοίνικα που μας σκέπαζε».

Όμως τώρα η ατμόσφαιρα μυρίζει μπαρούτι.

Και κείνοι που την έκαναν να αισθάνεται παιδί είχαν φύγει. Η ίδια είχε γίνει ορατή από άλλους. Άλλα μάτια, παιδικά, εφηβικά, νεανικά, την κοίταζανκαι περίμεναν να τα καθησυχάσει. Να μην χάσουν την εμπιστοσύνη τους στο μέλλον.

Περίμεναν από κείνη να σιγοντάρει τους δικούς τους μύθους.Αυτούς που θα έφτιαχναν οι ίδιοι. Τους μύθους της εποχής τους.

Μέσα στο κτίριο της Βουλής παιζόταν η τελευταία πράξη του δράματος ή της φαρσοκωμωδίας , όπως το δει κανείς.

14 Αυγούστου ξημερώματα, ψηφίστηκε το Γ΄Μνημόνιο. Το λεγόμενο και φαρμακερό. 14 Αυγούστου, μια τέτοιανύχτασκοτώσαν τον Πλουμπίδη.

Αποφάσισε να μην πάθει πάλι κρίση πανικού.

Άφησε το χρόνο να κάνει τη δουλειά του κι ας έφερνε ό,τι άντεχε η Ιστορία.

Ακόμα κι αν ο Αύγουστοςθα μύριζε καμένο πεύκο και πεθαμένα λεμονοπορτόκαλα. Ακόμα κι αν έπρεπε να πενθήσει μαζί με τους γονείς και τους χαμένους φίλους και τα περασμένα καλοκαίρια.

Για το μέλλον φαντάστηκε να γιορτάζεται ο Αύγουστοςσε μια τεράστια διαδήλωση νέων και παιδιών με μια φέτα καρπούζι στο χέρι, ζουμερή, ολοκόκκινη με μικρά μαύρα σποράκια που τα έφτυναν μακριά στα ρείθρα των λεωφόρων, με αυθάδεια και εμπιστοσύνη στον εαυτό τους.

Την καταβρόχθιζαν με βουλιμία έως κάτω στην άσπρη σάρκακαιτην πράσινη φλούδα. Κι έμοιαζε από ψηλά, από τα ντρόουνς που χειρίζονταν άλλα νεανικά χέρια,σα να κυμάτιζαν χιλιάδες παλαιστινιακές σημαίες. Και τα παιδιά και οι νέοι και οι νέες, λέει,ζούσαν όλοι.

ΥΓ. Η φράση “Τον Αύγουστο δεν υπάρχουν ειδήσεις” είναι ο τίτλος ενός βιβλίου του Ουμπέρτο Έκο. Στο βιβλίο αυτό, ο Έκο σχολιάζει τη φύση των ειδήσεων και υποστηρίζει ότι τον Αύγουστο, λόγω του καλοκαιριού και των διακοπών, υπάρχει έλλειψη σημαντικών γεγονότων που να καλύπτονται από τα ΜΜΕ, ή ότι τα γεγονότα που συμβαίνουν δεν θεωρούνται “είδησεις” με την ίδια βαρύτητα.

0ΥποστηρικτέςΚάντε Like

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ ΑΠΟ ΣΥΝΤΑΚΤΗ

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ