Πηγή: Εποχή
Οι διεκδικήσεις των κατοίκων για την προστασία και αναβάθμιση των μεγάλων πάρκων στην Αττική αποτελούν έναν από τους πιο ζωντανούς και δυναμικούς άξονες του αστικού κινήματος. Σε μια μητροπολιτική περιοχή με έντονο πολεοδομικό φορτίο, περιορισμένους ελεύθερους χώρους και χρόνια υποβάθμιση του περιβάλλοντος, τα πάρκα δεν αποτελούν απλώς πνεύμονες πρασίνου, αλλά κρίσιμους χώρους κοινωνικής ζωής, αναψυχής και συλλογικής έκφρασης.
Η Αττική φιλοξενεί μερικά από τα πιο σημαντικά αστικά πάρκα της χώρας: το Μητροπολιτικό Πάρκο Γουδή, το Πάρκο Τρίτση στο Ίλιον, το Πεδίον του Άρεως στο κέντρο της Αθήνας, το Πάρκο Δρακόπουλου στα Πατήσια. Παρά την τεράστια σημασία τους για τη βιωσιμότητα της πόλης και την ποιότητα ζωής των κατοίκων, τα πάρκα αυτά συχνά αντιμετωπίζουν ελλιπή συντήρηση, ελλείψεις υποδομών, αποσπασματικές παρεμβάσεις και σχέδια εμπορευματοποίησης, που απειλούν τον δημόσιο χαρακτήρα τους.
Η έντονη υπερδόμηση που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια στην Αθήνα, κυρίως λόγω της αύξησης των βραχυχρόνιων μισθώσεων και της τουριστικοποίησης, έχει οδηγήσει σε περαιτέρω μείωση των ελεύθερων χώρων, αύξηση της θερμικής νησίδας και επιδείνωση της ποιότητας ζωής.
Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί ο σχεδιασμός της κυβέρνησης για τη μεταφορά των υπουργείων από το κέντρο της πόλης στον Δήμο Δάφνης-Υμηττού, ο οποίος τείνει να ακυρώσει την προοπτική δημιουργίας μεγάλου αστικού πάρκου σε μια περιοχή, που πλήττεται ήδη από την έλλειψη ελεύθερων χώρων.
Τα επίσημα στοιχεία καταγράφουν σημαντική αύξηση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης σε πολλές περιοχές της Αττικής, με υπερβάσεις στις τιμές μικροσωματιδίων PM10 και PM2.5, γεγονός που συνδέεται άμεσα με την έλλειψη πρασίνου και την κυκλοφοριακή επιβάρυνση. Η ανάγκη για ενίσχυση των πράσινων χώρων αποκτά πλέον διαστάσεις δημόσιας υγείας και περιβαλλοντικής δικαιοσύνης.
Την ίδια στιγμή, οι υπηρεσίες πρασίνου των Δήμων εμφανίζουν διαρκή απαξίωση, είτε λόγω έλλειψης προσωπικού είτε λόγω μεταφοράς της ευθύνης σε εργολαβίες με χαμηλό επίπεδο ελέγχου και ποιότητας. Οι δημοτικές αρχές σε πολλές περιπτώσεις επιλέγουν να υλοποιήσουν πολυδάπανα έργα βιτρίνας (βλ. Μεγάλος Περίπατος, γήπεδο της ΠΑΕ Παναθηναϊκός) παραμελώντας τη συστηματική συντήρηση και φροντίδα της αστικής χλωρίδας. Αυτό το κενό προσπαθούν συχνά να καλύψουν κάτοικοι και συλλογικότητες, αναλαμβάνοντας εθελοντικές δράσεις καθαρισμού, φύτευσης ή παρακολούθησης της κατάστασης των χώρων πρασίνου.
Επιπλέον, σημαντικές είναι και οι ανεπάρκειες σε θέματα πυροπροστασίας, ιδιαίτερα ενόψει της αυξανόμενης απειλής των δασικών πυρκαγιών λόγω της κλιματικής κρίσης. Πολλά αστικά πάρκα στερούνται βασικών υποδομών όπως υδατοδεξαμενές, πυροσβεστικές φωλιές, επαρκή δίκτυα πρόσβασης για οχήματα έκτακτης ανάγκης και σαφείς σχεδιασμούς εκκένωσης. Οι περικοπές στους προϋπολογισμούς των Δήμων και η υποστελέχωση των αντίστοιχων υπηρεσιών καθιστούν τα πάρκα ευάλωτα σε έκτακτα συμβάντα, ενώ δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις όπου οι ίδιες οι συλλογικότητες των κατοίκων επισημαίνουν κινδύνους και οργανώνουν εθελοντικές ομάδες περιφρούρησης. Η ενίσχυση της πρόληψης και της ετοιμότητας απέναντι σε πυρκαγιές πρέπει να αποτελέσει άμεση προτεραιότητα της πολιτείας.
Η συμμετοχή των πολιτών στην υπεράσπιση των πάρκων εμφανίζεται με πολλαπλές μορφές: επιτροπές κατοίκων, πρωτοβουλίες γειτονιάς, δράσεις ακτιβισμού, συλλογές υπογραφών, μηνύσεις ή προσφυγές στο ΣτΕ, αλλά και δημιουργία εναλλακτικών σχεδίων διαχείρισης από τα κάτω. Ενδεικτικά, στο Μητροπολιτικό Πάρκο Γουδή, πολίτες και επιστημονικοί φορείς έχουμε συμβάλει ενεργά στην αποτροπή σχεδίων οικοδόμησης και μεταφοράς δημόσιων υπηρεσιών εντός του χώρου του πάρκου.
Εμβληματικά παραδείγματα
Το Μητροπολιτικό Πάρκο Γουδή αποτελεί έναν από τους πιο κρίσιμους πνεύμονες πρασίνου στην ευρύτερη περιοχή της Αθήνας. Παρά το θεσμικό του καθεστώς ως μητροπολιτικού πάρκου, κατά καιρούς υπάρχουν σοβαρές πιέσεις για αλλοίωση του χαρακτήρα του, είτε μέσω ανέγερσης διοικητικών κτιρίων και εγκαταστάσεων, είτε μέσω ασαφών χρήσεων που υπονομεύουν τη λειτουργία του ως ελεύθερου δημόσιου χώρου, με ευθύνες και του στρατού. Η Επιτροπή Αγώνα για το Μητροπολιτικό Πάρκο Γουδή σε συντονισμό με πλήθος συλλογικοτήτων αγωνίζεται καθημερινά για έναν χώρο υψηλού και πυκνού πρασίνου, χωρίς εμπορευματοποίηση, έτσι όπως έχει κατοχυρωθεί από μια σειρά νόμων, προεδρικών διαταγμάτων και μελετών των σημαντικότερων δημόσιων πανεπιστημιακών ιδρυμάτων της χώρας.
Το Πεδίον του Άρεως αποτελεί μια εμβληματική περίπτωση διεκδίκησης. Η παραμέληση του πάρκου από την Περιφέρεια Αττικής είχε οδηγήσει στην πλήρη υποβάθμιση του. Οι κάτοικοι της περιοχής οργάνωσαν κινητοποιήσεις, δημόσιες συνελεύσεις και συνέβαλαν στην ανάδειξη του ζητήματος στον Τύπο και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Το σύνθημα «Το πάρκο ανήκει σε όλους» έγινε κεντρικό σημείο συσπείρωσης. Αντίστοιχα, οι κινητοποιήσεις για το Άλσος Νέας Σμύρνης, το οποίο κινδύνεψε με τσιμεντοποίηση λόγω σχεδίου κατασκευής γηπέδου και εμπορικών χρήσεων, έδειξαν τη δυνατότητα των τοπικών κοινωνιών να επηρεάσουν σχεδιασμούς που έρχονται σε αντίθεση με το δημόσιο συμφέρον.
Τα τελευταία χρόνια, έχει διαμορφωθεί ένα ευρύτερο κίνημα για τους ελεύθερους χώρους στην Αθήνα. Σε αυτό εντάσσονται και οι διεκδικήσεις για το Μητροπολιτικό Πάρκο στο Ελληνικό, οι οποίες, παρά την ένταξη του έργου σε ιδιωτική επένδυση, εξακολουθούν να εκφράζουν αιτήματα για ανοιχτό, μη εμπορευματικό χαρακτήρα του χώρου. Οι φωνές των κατοίκων σε αυτά τα μέτωπα συχνά έρχονται αντιμέτωπες με ισχυρά επιχειρηματικά συμφέροντα, αλλά και με την αδράνεια ή τη συναίνεση της τοπικής αυτοδιοίκησης. Παρόλα αυτά, οι κινητοποιήσεις αυτές έχουν κατορθώσει να συγκρατήσουν σειρά σχεδίων, που θα μείωναν τον δημόσιο χαρακτήρα των πάρκων.
Αντίστοιχες κινητοποιήσεις πραγματοποιούνται και στην Ακαδημία Πλάτωνα, όπου κάτοικοι και αρχαιολόγοι αντιτίθενται σε σχέδια που απειλούν τον αρχαιολογικό και κοινόχρηστο χαρακτήρα του πάρκου. Η περιοχή, που έχει σημαντικό ιστορικό και πολιτιστικό φορτίο, βρίσκεται στο επίκεντρο διεκδικήσεων για τη δημιουργία αρχαιολογικού πάρκου, τη διατήρηση των ελεύθερων χώρων και την αποτροπή κάθε μορφής εμπορευματοποίησης. Επίσης, σημαντικό πεδίο αγώνα αποτελούν και οι λόφοι της πόλης (Φιλοπάππου, Στρέφη, Λυκαβηττός), όπου οι κάτοικοι υπερασπίζονται τον φυσικό χαρακτήρα τους ενάντια σε έργα «ανάπλασης» που απειλούν τη χλωρίδα, τη δημόσια πρόσβαση και την πολιτισμική αξία αυτών των χώρων. Λόφοι, όπως αυτός του Στρέφη ή πλατείες που καταλαμβάνονται από εργοτάξια της Ελληνικό Μετρό ΑΕ και αποτελούν αστυνομοκρατούμενες περιοχές, που καθιστούν τον δημόσιο χώρο ολοένα και πιο εχθρικό στους κατοίκους, οι οποίοι εκτοπίζονται από τις γειτονιές τους ως αποτέλεσμα της τουριστικοποίησης.
Επίμονα συγκροτημένα αιτήματα
Οι διεκδικήσεις δεν αφορούν, όμως, μόνο την αποτροπή της ιδιωτικοποίησης, αλλά και την ενεργητική συμμετοχή των πολιτών στη διαχείριση των πάρκων. Η ανάγκη για δημόσια διαβούλευση, για διαφανή και συμμετοχικό σχεδιασμό, είναι ένα από τα πιο επίμονα αιτήματα. Η εμπειρία από αυτοδιαχειριζόμενους χώρους δείχνει ότι η εμπλοκή των πολιτών μπορεί να έχει θετικά αποτελέσματα για τη φροντίδα, την ασφάλεια και την πολυλειτουργικότητα των πάρκων.
Ιδιαίτερο ρόλο παίζουν και τα περιβαλλοντικά κινήματα που ενώνουν τις αστικές διεκδικήσεις με την κλιματική κρίση. Η αύξηση των θερμοκρασιών και η επιβάρυνση της ατμόσφαιρας ενισχύουν την ανάγκη για αστικό πράσινο, ως κρίσιμο παράγοντα της δημόσιας υγείας. Στο πλαίσιο αυτό, η πολιτεία καλείται να προχωρήσει σε πολιτικές που θα διασφαλίζουν την επαρκή χρηματοδότηση, την αποτροπή οικοδομικών πιέσεων και την ενεργή συμμετοχή των πολιτών στη διαμόρφωση του αστικού περιβάλλοντος.
Συνοψίζοντας, τα μεγάλα πάρκα της Αττικής δεν είναι ουδέτεροι χώροι πρασίνου, αλλά πεδία συγκρούσεων, συνεργασιών και κοινωνικής ενεργοποίησης. Οι διεκδικήσεις των κατοίκων αναδεικνύουν την ανάγκη για μια πόλη περισσότερο ανθρώπινη, βιώσιμη και συμμετοχική. Το μέλλον των αστικών πάρκων δεν είναι μόνο ζήτημα πολιτικών αποφάσεων, αλλά και κοινωνικών αγώνων, που εξελίσσονται καθημερινά στον δημόσιο χώρο.