16.8 C
Athens
Τρίτη, 25 Μαρτίου, 2025

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Μετάβαση: “Για την κοινωνική έκρηξη της 28ης Φεβρουαρίου και την προοπτική της”

 

ΜΕΤΑΒΑΣΗ – οργάνωση για την κομμουνιστική προοπτική

Πανελλαδικό Συμβούλιο

Απόφαση της 9ης Μαρτίου 2025

– Για μια μαζική παρέμβαση στο νέο ανώτερο κύκλο κινητοποιήσεων που ξεσπά

– με ενωτικό και ανατρεπτικό σχέδιο για το μαζικό κίνημα, την Αριστερά, την επανίδρυση της κομμουνιστικής προοπτικής

– για να νικήσει ο λαός με κατακτήσεις και ανατροπή της αντιλαϊκής πολιτικής

– για να αποδοθούν οι ποινικές και πολιτικές ευθύνες για το έγκλημα των Τεμπών

– για να περάσουν τώρα οι σιδηρόδρομοι στο δημόσιο, χωρίς αποζημίωση, κάτω από τον έλεγχο των εργαζόμενων και της κοινωνίας

Α. ΠΡΩΤΕΣ ΕΚΤΙΜΗΣΕΙΣ

Εισαγωγή

Την Παρασκευή 28 Φλεβάρη 2025, εμφανίστηκε στη χώρα μας ένα κοινωνικό φαινόμενο πρωτόγνωρων διαστάσεων, με τέτοιο όγκο που είναι σπάνιο στην ιστορία. Κάθε φορά που συμβαίνει κάτι ανάλογο, ξαφνιάζει τους πάντες και ξεπερνά τη φαντασία ακόμη και των πιο προωθημένων πρωτοποριών. Από αυτή τη σκοπιά, απαιτείται χρόνος για την κατανόηση αυτού του φαινομένου. Ωστόσο, είναι αναγκαίο να κάνουμε τις πρώτες βασικές εκτιμήσεις μας, ενώ μπορούν ακόμη και τώρα να εξαχθούν ορισμένα πολύτιμα συμπεράσματα που θα βοηθήσουν την ανατρεπτική Αριστερά να προσανατολιστεί σωστά στο μαζικό κίνημα και στην επίδραση που επιδιώκουμε να ασκήσουμε σε αυτό.

Η δυσαρέσκεια εκατομμυρίων καταπιεσμένων που είχε συσσωρευτεί για χρόνια και είχε ήδη μετασχηματιστεί σε μαζική οργή, έσπασε όλες τις ασφαλιστικές δικλείδες του συστήματος και πήρε τη μορφή μιας γιγαντιαίας ηφαιστειακής κοινωνικής έκρηξης. Ποιο είναι το πραγματικό μέγεθος αυτής της έκρηξης; Ποιο είναι το κοινωνικό βάθος της; Και κυρίως, ποια είναι η πολιτική προοπτική της; Με βάση όλα αυτά, ποιο είναι το αναγκαίο ενωτικό και ανατρεπτικό, πολιτικό και κοινωνικό σχέδιο που ανταποκρίνεται σε αυτές τις νέες συνθήκες;

Η απάντηση στο πρώτο ερώτημα είναι, σχετικά, η πιο εύκολη. Για να κατανοήσουμε κάτι από το μέγεθος των συγκεντρώσεων της 28ης Φεβρουαρίου, χρειάζεται μια απλή σύγκριση με τις μεγάλες κινητοποιήσεις του 2023, αμέσως μετά τη σύγκρουση των αμαξοστοιχιών, καθώς και με την «εξεγερσιακή φάση» του 2010 – 12. Στις κινητοποιήσεις του Μαρτίου 2023 πήραν μέρος περίπου 1,4 εκατομμύρια άνθρωποι, σύμφωνα με δημοσκοπήσεις. Αλλά σε έναν μήνα. Στις κινητοποιήσεις κατά των μνημονίων, από τον Ιούλιο 2011, μέχρι τον Φεβρουάριο 2012, πήραν μέρος γύρω στα 3,1 εκατομμύρια. Αλλά σε οχτώ μήνες. Τώρα, όλα δείχνουν ότι πάνω από ένα εκατομμύριο άνθρωποι, ίσως και ενάμισι, πήραν μέρος σε πάνω από 250 συγκεντρώσεις στην Ελλάδα και σε 120 στο εξωτερικό, σε μια ημέρα. Αυτό και μόνον δείχνει το μέγεθος, τη συμπυκνωμένη ισχύ της έκρηξης.

Για να απαντήσουμε στα άλλα τρία ερωτήματα, χρειάζεται καταρχήν να ξεκλειδώσουμε την αντιφατική διαλεκτική σχέση ανάμεσα στο δεσπόζον γεγονός, από τη μια, και στο κυρίαρχο ζήτημα, από την άλλη.

Α.1. Δεσπόζον γεγονός, το έγκλημα των Τεμπών

Είναι αυτονόητο, βέβαια, ότι το δεσπόζον γεγονός, αυτό που ώθησε εκατομμύρια στους δρόμους, είναι το έγκλημα των Τεμπών. Είναι φανερό ότι το έγκλημα κατά των επιβατών της συγκεκριμένης αμαξοστοιχίας μετασχηματίστηκε στη συνείδηση των μαζών σε έγκλημα κατά όλης της κοινωνίας. Ότι στις αδικίες κατά των συγγενών των θυμάτων εκατομμύρια είδαν κάθε αδικία που υπέστησαν. Και ότι στις προσβολές και τους εξευτελισμούς εναντίον των συγγενών, από την κυβέρνηση, τη δικαστική και μιντιακή εξουσία, εκατομμύρια είδαν τις προσβολές και τους εξευτελισμούς που υφίστανται κάθε μέρα επί χρόνια, στην επιχείρηση, στο εργοστάσιο, στη σχολή και το σχολείο. Όμως, υπήρξαν και άλλα παρόμοια μαζικά εγκλήματα στο παρελθόν, στην Ελλάδα, ή ακόμη και μεγαλύτερα, σε άλλες χώρες. Τι είναι αυτό το ιδιαίτερο που μετέτρεψε το συγκεκριμένο, από ένα μαζικό έγκλημα σε «έγκλημα κατά όλης της κοινωνίας»; Τι είναι αυτό που το μετέτρεψε σε «δεσπόζον γεγονός», το οποίο επιμένει εδώ και δυο χρόνια;

Ξεχωρίζουν τέσσερις κύριες πλευρές: Η πρώτη είναι η εδώ και δυο χρόνια ασυλία και ατιμωρησία των «υψηλά ιστάμενων» υπευθύνων και η οφθαλμοφανής και σκανδαλώδης κυβερνητική, επιχειρηματική και δικαστική συγκάλυψή τους. Σε αυτά προστέθηκε και η κραυγαλέα συγκάλυψη της έκρηξης του παράνομου φορτίου καυσίμων. Όλα μαζί δημιούργησαν την αμετάκλητη αίσθηση της μη δικαίωσης που συνιστά προσβολή προς τους νεκρούς. Και η προσβολή των νεκρών από την εξουσία, όχι μόνον για την αρχαία ελληνική τραγωδία, αλλά για όλους τους λαούς, είναι ασυγχώρητη, είναι μια Ύβρις.

Η δεύτερη πλευρά, είναι η πλατιά λαϊκή αίσθηση ότι θύμα σε αυτό το έγκλημα θα μπορούσε να είναι οποιοσδήποτε από εμάς. Σε αντίθεση, για παράδειγμα, με την ιστορία των υποκλοπών όπου το σκάνδαλο αφορά πολιτικούς και επιχειρηματικούς παράγοντες, το έγκλημα των Τεμπών αφορά όλη την κοινωνία και ειδικά τα πιο λαϊκά στρώματα. Από αυτή τη σκοπιά, και σε συνδυασμό με την σκανδαλώδη κρατική συγκάλυψη, το αίτημα για δικαιοσύνη είναι μία μετωνυμία μέσα από την οποία εμφανίζεται το οξύτατο δημοκρατικό ζήτημα της εποχής μας. Είναι μία κραυγή αγωνίας και οργής των λαϊκών στρωμάτων ενάντια σε μία κυβέρνηση και ένα πολιτικό σύστημα που αδιαφορεί, όχι μόνον για την ασφάλεια και τη ζωή μας, αλλά και για το δικαίωμα να έχουμε γνώμη ακόμη και για νεκρούς μας. Αυτή η ποταπή καταπάτηση των στοιχειωδών δημοκρατικών δικαιωμάτων στρέφεται συστηματικά εναντίον των λαϊκών συμφερόντων σε όλη την περίοδο των μνημονίων και της κρίσης. Η πλευρά αυτή – και τα ανάλογα αιτήματα – χρειάζεται να ιεραρχηθούν ψηλά από το μαζικό κίνημα και την Αριστερά.

Η τρίτη πλευρά είναι αυτή καθαυτή η αθλιότητα να λειτουργούν οι ελληνικοί σιδηρόδρομοι με όρους της εποχής Τρικούπη στην εποχή της Τεχνητής Νοημοσύνης. Το τρένο είναι ένα κατεξοχήν νεανικό και λαϊκό μέσο μεταφοράς. Η αίσθηση του απροστάτευτου των επιβατών, που συνεχίζεται μάλιστα για δυο χρόνια, γεννά οργή σε μια εποχή όπου οι νέες τεχνολογίες μπορούν να προσφέρουν πολύ μεγαλύτερη ασφάλεια εξαφανίζοντας σχεδόν το ανθρώπινο λάθος. Η μετωπική σύγκρουση των τρένων εξευτέλισε το κυβερνητικό αφήγημα Μητσοτάκη – Πιερρακάκη για μια τεχνολογικά σύγχρονη «Ελλάδα 2.0». Δεν μπορεί, ίσως, να υπάρξει κάποιο περισσότερο χαρακτηριστικό παράδειγμα για την αδυναμία του σύγχρονου καπιταλισμού, των ιδιωτικών πολυεθνικών ομίλων και του κράτους τους να ανταποκριθούν επαρκώς σε στοιχειώδεις κοινωνικές ανάγκες, όπως είναι οι μεταφορές.

Η τέταρτη πλευρά που συνέτεινε στη μετατροπή του εγκλήματος των Τεμπών σε δεσπόζον γεγονός, είναι η δράση του υποκειμενικού παράγοντα. Με αποφασιστική, εδώ, τη δημιουργία και την παρέμβαση των συλλόγων των συγγενών των θυμάτων και προεξάρχουσα τη φυσιογνωμία της Μαρίας Καρυστιανού. Ολόκληρο το εργατικό λαϊκό κίνημα και όλη η Αριστερά οφείλουν να σκύψουν και να μελετήσουν τη δράση τους. Αυτά που ξεχωρίζουν και μας διδάσκουν είναι: Η προσήλωση στο στόχο, η τεκμηρίωση των λόγων και των έργων, η κομματική ανεξαρτησία τους, οι πολύπλευρες συμμαχίες, η συγκέντρωση δυνάμεων ενάντια στον κύριο αντίπαλο, η χρησιμοποίηση όλων των πεδίων πάλης, θεσμικών και εξωθεσμικών, η αυτοπεποίθηση μαζί με την αυτοσυγκράτηση εκεί που πρέπει, ο αγώνας διαρκείας. Δημιουργήθηκε έτσι, το κίνημα των Τεμπών. Χωρίς αυτό, δεν θα ήταν εφικτή η έκρηξη.

Ωστόσο, ούτε το κίνημα των Τεμπών, ούτε η έκρηξη της 28ης Φλεβάρη θα είχαν επιτευχθεί, εάν το υπαρκτό εργατικό και λαϊκό κίνημα δεν στήριζε τους συλλόγους συγγενών. Η κήρυξη των απεργιών προσέδωσε κοινωνική ισχύ μεγατόνων στο δίκιο τους. Η εργατική πίεση «από τα κάτω και αριστερά» ξεπέρασε τα εμπόδια των γραφειοκρατών και των πυροσβεστών του συνδικαλιστικού κινήματος. Ανάγκασε ακόμη και τη ΓΣΕΕ να κηρύξει απεργία. Η εμπειρία αυτή δείχνει, για ακόμη μια φορά και με εμφατικό τρόπο, ότι για να μετασχηματιστεί ένα λαϊκό διαταξικό ζήτημα σε γενικό πολιτικό διακύβευμα, απαιτείται η συμμαχία και η κινητοποίηση της εργατικής τάξης και του κινήματός της. Πρόκειται για μια μεγάλη παρακαταθήκη για το μέλλον του κινήματος των Τεμπών και για όλα τα λαϊκά, διαταξικά κινήματα, όπως το δημοκρατικό, το γυναικείο κι έμφυλο, το οικολογικό κ.α.

Α.2. Κυρίαρχο, το οξύτατο κοινωνικό ζήτημα

Είναι αδύνατον να εκδηλωθεί μια τέτοια έκρηξη χωρίς να έχουν μετακινηθεί υπογείως οι τεκτονικές πλάκες των ταξικών αντιθέσεων. Το έγκλημα των Τεμπών, ως δεσπόζον γεγονός, είναι η πολιτική μορφή μέσα από την οποία εμφανίστηκε με εκρηκτικό τρόπο το κυρίαρχο, δηλαδή, το οξύτατο κοινωνικό ζήτημα. Το υπόστρωμα είναι η αύξηση της πολύμορφης φτώχειας, πυρήνας της οποίας είναι η βαθύτερη και εξουθενωτική εκμετάλλευση της σύγχρονης εργατικής τάξης από το κεφάλαιο. Το σύνθημα «Δεν έχω οξυγόνο» συμπυκνώνει ακριβώς αυτή την αίσθηση κοινωνικής και πολιτικής ασφυξίας που βιώνει η ελληνική κοινωνία εδώ και 15 χρόνια, και ειδικότερα από την πανδημία έως σήμερα.

Και στο πεδίο αυτό, από το 2019, έχουν συμβεί σημαντικές εξελίξεις. Το 2023, όταν συνέβη το έγκλημα των Τεμπών, πολλά κοινωνικά στρώματα βρίσκονταν τότε στην κορυφή μιας ανοδικής πορείας στο εισόδημά τους, σε σχέση βέβαια, με τη μνημονιακή πτώση τους. Δημοσκοπήσεις έδειχναν ότι, το 2019 – 23, ένα ποσοστό 30% ήταν χειρότερα, αλλά άνω του 60% των ερωτηθέντων δήλωνε βελτίωση. Αυτό οφειλόταν κυρίως στη χαλάρωση του Συμφώνου Σταθερότητας της ΕΕ λόγω της πανδημίας, αλλά και σε μια άνοδο του οικονομικού κύκλου στην Ελλάδα. Τον Φεβρουάριο 2025, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι μόνον ένα 25% έχει δει βελτίωση στο εισόδημά του από το 2023, ενώ οι πολίτες ιεραρχούν σαν πρώτο πρόβλημα την ακρίβεια, με ποσοστά μεταξύ 60 – 80%. Ο πληθωρισμός, σημαντικό μέρος του οποίου οφείλεται στη στάση της κυβέρνησης και της ΕΕ στον πόλεμο της Ουκρανίας, εξανέμισε τις αστείες αυξήσεις στους μισθούς και συντάξεις της εργατικής τάξης που έδωσε η κυβέρνηση. Και η μεγάλη αύξηση της φορολογίας στους μικρομεσαίους, με την οποία η κυβέρνηση ξεκίνησε τη δεύτερη θητεία της, μείωσε τις όποιες αποταμιεύσεις του προηγούμενου διαστήματος. Ταυτόχρονα, ο υπερτουρισμός, το airbnb και τα κυβερνητικά προγράμματα επιδότησης στέγης εκτίναξαν τα ενοίκια και τις τιμές των ακινήτων, προσθέτοντας το οξύ πρόβλημα της στέγης στην εργατική τάξη, τα φτωχά λαϊκά στρώματα και τη νεολαία. Και όλα αυτά σε ένα όργιο κερδών για τους επιχειρηματικούς ομίλους και τις τράπεζες.

Έχει σπάσει οριστικά η κοινωνική συμμαχία που στήριζε την κυβέρνηση, ενώ ισχυρά τμήματα του κεφαλαίου και των μέσων ενημέρωσης στέκονται ενάντιά της για τους δικούς τους ιδιοτελείς σκοπούς. Καμία ταξική ερμηνεία για την 28η Φλεβάρη και συνεπώς, κανένα ανατρεπτικό πολιτικό και κοινωνικό σχέδιο δεν επιτρέπεται να ξεπεράσει αφ’ υψηλού το δεσπόζον ζήτημα και τις παραμέτρους του, ούτε όμως να θαμπωθεί από αυτό υποτιμώντας το κυρίαρχο κοινωνικό ταξικό ζήτημα.

Α.3. Η έλλειψη βαλβίδων εκτόνωσης

Για να συμβεί η κοινωνική έκρηξη της 28ης Φεβρουαρίου χρειάστηκε μια ακόμη, πολύ σημαντική παράμετρος: η αχρήστευση ή δυσλειτουργία ορισμένων πολύ σημαντικών βαλβίδων εκτόνωσης που χρησιμοποιεί το σύστημα. Μια τέτοια σημαντική βαλβίδα που αχρηστεύτηκε σε μεγάλο βαθμό, είναι αυτή της «ανεξάρτητης Δικαιοσύνης», δηλαδή, το επίχρισμα αμεροληψίας της δικαστικής εξουσίας. Για το ρόλο αυτής της βαλβίδας αρκεί να υπενθυμίσουμε πόσες φορές χρησιμοποίησε το «όπλο» αυτό η συνδικαλιστική γραφειοκρατία, και γενικότερα ο ρεφορμισμός, ως εργαλείο αναμονής και εκτόνωσης. Η παρέμβαση στις δικαστικές μάχες είναι ορισμένες φορές, όπως τώρα, απολύτως αναγκαία. Η υποταγή σε αυτές είναι όμως επικίνδυνη.

Η δεύτερη βαλβίδα που έλειψε είναι η ύπαρξη άμεσων κοινοβουλευτικών εναλλακτικών. Σημαντικό ρόλο για την κοινωνική έκρηξη έπαιξε η απουσία μιας άμεσα προγραμματισμένης εκλογικής μάχης. Το 2023, η προοπτική των τριπλών εκλογών, με πρώτη και άμεση αυτή των βουλευτικών εκλογών, στις αρχές Ιουνίου βοήθησε στην εκτόνωση της τότε δυνητικής κοινωνικής έκρηξης. Ταυτόχρονα, ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο έπαιξε η απουσία μιας αξιόπιστης και ικανής κοινοβουλευτικής αξιωματικής αντιπολίτευσης. Μια ορατή εναλλακτική κυβερνητική λύση βοηθά στην αναμονή, στην ανάθεση, στην ενσωμάτωση στο κοινοβουλευτικό παιγνίδι.

Με την πολύ μεγάλη αποχή εκτεταμένων λαϊκών τμημάτων, με τον ΣΥΡΙΖΑ υπό διάλυση, με το 41% και το μπόνους των 50 εδρών στην τσέπη, η δεύτερη κυβέρνηση της ΝΔ πίστεψε ότι είναι ανίκητη και ότι ξεμπέρδεψε με το ζήτημα των Τεμπών. Υποτίμησε το λαό και απέκτησε αλαζονικά χαρακτηριστικά. Υποτίμησε τη συντηρητική και θρησκόληπτη βάση της με το νόμο για το γάμο των ομόφυλων ζευγαριών. Η δύναμή της μετατράπηκε σε αδυναμία. Τα επίχειρα ήρθαν με το 28% στις ευρωεκλογές. Η κοινωνική συμμαχία που στήριζε την κυβέρνηση διαλύθηκε, ενώ εμφανίστηκαν ισχυροί επιχειρηματικοί αντίπαλοι που την αμφισβητούν ευθέως μέσω διόδων που ελέγχουν, όπως τα ΜΜΕ, οι οπαδικοί στρατοί κ.α.

Α.4. Από κατώτερη πολιτική αφετηρία

Η κοινωνική έκρηξη της 28ης Φλεβάρη και το κίνημα των Τεμπών έχουν αποκτήσει καθαρά αντικυβερνητικά πολιτικά χαρακτηριστικά. Ωστόσο, απέχουν ακόμη από το να έχουν τη δυνατότητα για μια ανατροπή της κυβέρνησης «από τα κάτω». Το κυρίαρχο ενοποιητικό αίτημα είναι αναμφίβολα, η δικαίωση, η απόδοση δικαιοσύνης, η τιμωρία των ενόχων. Αυτό προσδίδει τεράστια κοινωνική πλατύτητα, αγκαλιάζει πολλά κοινωνικά στρώματα, διευκολύνει τη συμμετοχή πολιτών από όλο το πολιτικό φάσμα, ακόμη και ψηφοφόρους της κυβερνητικής παράταξης. Χωρίς αυτό δεν θα μπορούσε να υπάρξει η γιγαντιαία έκρηξη.

Ταυτόχρονα, το κίνημα των Τεμπών δυσκολεύεται εδώ και δυο χρόνια να γενικεύσει το ζήτημα. Το σύνθημα «τα κέρδη τους – οι ζωές μας» δείχνει ότι ένα μέρος του στρέφεται μισο-αυθόρμητα ή και μισο-συνειδητά σε μια αριστερή, αντικαπιταλιστική κατεύθυνση. Ωστόσο, ακόμη και αυτό παραμένει στο επίπεδο μιας καταγγελίας. Το κίνημα των Τεμπών ξεκινά από μια πολύ κατώτερη πολιτική αφετηρία σε σχέση με αυτό του 2010-12, όπου η φύση του διακυβεύματος ήταν καθολική. Η ήττα του 2015 έχει βάλει τη σφραγίδα της.

Το αναγκαίο και επίκαιρο αίτημα «να περάσουν οι σιδηρόδρομοι στο δημόσιο» τώρα, με τους απαραίτητους, νέους κοινωνικούς όρους που απαιτεί η εποχή μας, είναι ακόμη πολύ πίσω, είναι μειοψηφικό μέσα στο κίνημα. Το ζήτημα της ιδιωτικοποίησης τίθεται μεν, αλλά κυρίως αμυντικά, ως καταγγελία του κέρδους «που δολοφονεί». Ενώ το κίνημα του 2010 – 12 έθεσε το ζήτημα πολύ πιο επιθετικά, έφτανε έως και την κρατικοποίηση των τραπεζών. Το ξεπούλημα των σιδηροδρόμων από τον ΣΥΡΙΖΑ, ένα κόμμα που στη συνείδηση του κόσμου λογίζεται ακόμα στην Αριστερά, σε αντίθεση με το πρόγραμμά του και χωρίς καμία εργατική και κοινωνική αντίδραση, έχει προξενήσει μεγάλη ζημιά, έχει δυσκολέψει πολύ την επαναφορά αυτής της διεκδίκησης. Η πεισματική άρνηση του ΚΚΕ να υιοθετήσει αυτό το αίτημα, δυσκολεύει ακόμη περισσότερο την κατάσταση. Ταυτόχρονα, η σημερινή κοινωνική έκρηξη ξεκινά πολύ πιο πίσω όσον αφορά τις κοινωνικές οργανώσεις της εργατικής τάξης και γενικά του κόσμου της εργασίας. Η ήττα του 2015 οδήγησε σε μείωση του αριθμού μελών, της ποιότητας και του κύρους τους, ενώ το κύρος των αριστερών κομμάτων είναι ακόμη πιο μικρό.

Οι αδυναμίες αυτές ξεπεράστηκαν σε έναν βαθμό από τις ενώσεις των συγγενών των θυμάτων, που έπαιξαν σπουδαίο ρόλο, καθώς και από τη λαϊκή αυτενέργεια, με τη δημιουργία πολλών κινήσεων από τα κάτω, οι οποίες οργάνωσαν τις συγκεντρώσεις. Ενστικτωδώς, ο κόσμος της εκμεταλλευόμενης εργασίας χρησιμοποίησε εν μέρει ξανά τα συνδικάτα και τους μαζικούς φορείς του, για να πετύχει την ενότητά του, αλλά δεν έχει ακόμη ξεπεράσει την απόσταση και την καχυποψία απέναντί τους. Οι εσωτερικές αυτές αδυναμίες και αντιφάσεις του σημερινού κινήματος και της Αριστεράς, κρατούν ανοιχτή τη δυνατότητα για μια παγίδευσή του στις μακρόχρονες δικαστικές διαμάχες και για την ενσωμάτωση, με νέους τρόπους, στην κοινοβουλευτική και κυβερνητική ατραπό.

Α.5. Με ανώτερη πολιτική προοπτική

Μπορεί το κίνημα των Τεμπών να ξεκινά από μια κατώτερη πολιτική βάση, την ίδια όμως στιγμή, ξεκινά από μια βάση πολύ βαθύτερων, δηλαδή, ανώτερων ταξικών αντιθέσεων στο εσωτερικό της ελληνικής κοινωνίας. Όταν ξέσπαγε το αντιμνημονιακό κίνημα, το 2010, ο ελληνικός καπιταλισμός προερχόταν από μια δεκαετή ανοδική πορεία. Παρά το γεγονός της ύπαρξης μεγάλων ταξικών αντιθέσεων, πολυάριθμα μεσαία στρώματα και ανώτερα τμήματα της εργατικής τάξης είχαν κατακτήσει ένα σχετικά επαρκές εισόδημα. Με τη γνωστή χυδαιότητά του, ο Πάγκαλος εκτιμούσε ότι «υπάρχει ακόμα λίπος». Αυτή η οικονομική κατάσταση αποτελούσε δύναμη συγκράτησης της ταξικής πάλης της περιόδου εκείνης. Σήμερα, αυτή η δύναμη συγκράτησης έχει μειωθεί κατά πολύ. Μετά από δέκα χρόνια μνημονίων οι μισθοί και οι συντάξεις παραμένουν πολύ πίσω από το 2009, η ανεργία κοντά στο 10%, η εργασία έχει γίνει πολύ πιο εξουθενωτική, η αναπαραγωγή της εργασιακής δύναμης στην υγεία, την παιδεία και την οικογένεια πολύ πιο σκληρή, οι συντάξεις έχουν μετατραπεί σε συντάξεις πείνας για εκτεταμένα τμήματα, όλοι οι όροι εμπορευματοποίησης έχουν εκτιναχθεί, οι δημόσιες υποδομές και υπηρεσίες λειτουργούν πλέον εξευτελιστικά.

Ταυτόχρονα, το τωρινό κίνημα κινείται και επηρεάζεται από ένα διεθνές περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από την πορεία παρακμής της αμερικανικής αυτοκρατορίας και από την εκτίναξη των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων που υπόσχεται ένα μέλλον πολέμων και καταστροφών. Η ανοιχτή βαρβαρότητα της νέας αμερικανικής κυβέρνησης απέναντι στη Γάζα, την Γκουέρνικα της εποχής μας, αποτελεί μήνυμα τρομοκρατίας και κατά της εργατικής τάξης και των λαών. Οι ναζιστικοί χαιρετισμοί από κυβερνητικά πρόσωπα και στελέχη της Ακροδεξιάς αποδεικνύουν ότι η πολιτική αυτή δεν είναι μετα-φασιστική, αλλά προ-φασιστική με ό,τι αυτό σημαίνει για το μέλλον. Η Ευρωπαϊκή Ένωση τελειώνει σαν θετικό πολιτικό και κοινωνικό όραμα και μετατρέπεται σε μια στρατοκρατική Ένωση που σχεδιάζει ανοιχτά να εκτινάξει τις πολεμικές δαπάνες περικόπτοντας δραστικά τις κοινωνικές. Η ευρωπαϊκή ήπειρος κινδυνεύει να βυθιστεί μελλοντικά σε ένα νέο ευρωπαϊκό πόλεμο.

Ταυτόχρονα, η εξουθένωση της εργατικής τάξης, πρώτα από όλα στις ΗΠΑ, τα ασταθή και διακυβευόμενα ποσοστά κέρδους, το διαρκώς διογκούμενο χρέος, η κλιματική κρίση και η περιβαλλοντική καταστροφή, η αδυναμία των αστικών κυβερνήσεων να χαλιναγωγήσουν, έστω, αυτά τα φαινόμενα, αποτελούν ισάριθμους μάρτυρες για την ολοένα και μεγαλύτερη όξυνση των αντιθέσεων και αντιφάσεων του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής. Θα ήταν, βέβαια, μοιραία αυταπάτη μια πεποίθηση ότι αυτός ο καπιταλισμός θα καταρρεύσει περίπου αυτόματα. Τίποτα τέτοιο δεν πρόκειται να συμβεί χωρίς τη συνειδητή παρέμβαση του υποκειμενικού παράγοντα.

Το μακρύ καθοδικό κύμα, η ζοφερή έλλειψη θετικής προοπτικής από το σύστημα επηρεάζει βαθύτερα τα σημερινά κινήματα και ξεσπάσματα, όπως το κίνημα και το ξέσπασμα των Τεμπών. Δεν είναι καθόλου τυχαία το αντίστοιχο επίμονο και πρωτότυπο σερβικό κίνημα για το έγκλημα στο σιδηροδρομικό σταθμό του Νόβι Σαντ, αλλά και αντίστοιχες παλιότερες κινητοποιήσεις στις ΗΠΑ για σιδηροδρομικά και άλλα δυστυχήματα σε μεταφορές και υποδομές.

Οι αβάσταχτες σημερινές κοινωνικές συνθήκες και η γενικότερη αδυναμία του καπιταλισμού να ικανοποιήσει τις εργατικές – λαϊκές ανάγκες βρίσκονται πίσω από την πρωτόγνωρη πολιτική επιμονή του κινήματος των Τεμπών. Προσδίδουν στην κοινωνική έκρηξη της 28ης Φλεβάρη ανώτερες ανατρεπτικές πολιτικές δυνατότητες.

*****

Όλα τα παραπάνω δίνουν στο κίνημα των Τεμπών την ανοιχτή δυνατότητα να βαδίσει σε πολλαπλούς δρόμους, που σε τελική ανάλυση, καθορίζονται από μια διπλή, αντιφατική προοπτική: Από τη μια πλευρά, ο κίνδυνος της ενσωμάτωσης στο δικαστικό και κοινοβουλευτικό παιχνίδι. Από την άλλη, η απελευθέρωση των ανατρεπτικών δυνατοτήτων του για μια σημαντική αλλαγή των κοινωνικοπολιτικών συσχετισμών, σε έναν αγώνα διαρκείας, για αποφασιστικές νίκες πάνω στην κυβέρνηση, την αστική πολιτική και το σύστημα. Το ποια θα κυριαρχήσει εξαρτάται καθοριστικά από την ταξική πάλη, από τις υποκειμενικές αποφάσεις του μαζικού κινήματος κάτω και από την επίδραση των οργανωμένων πρωτοποριών του.

 

Α.6. Προς μια νέα ιστορική φάση με ποιοτικά χαρακτηριστικά

Τέτοιες κοινωνικές εκρήξεις παράγουν τόσο άμεσα, όσο και μακροπρόθεσμα παλιρροϊκά κύματα, στην πολιτική σφαίρα, αλλά και στο κοινωνικό σώμα, στις συνειδήσεις και στην ψυχολογία των λαϊκών μαζών. Με αυτή την έννοια αποτελούν ένα κοινωνικό «συμβάν» που δημιουργεί προϋποθέσεις για αλλαγή της ιστορικής εξέλιξης, συνιστούν μια ρήξη στο χρόνο και ανοίγουν τη δυνατότητα για μια αντιστροφή του βέλους της ιστορίας. Είναι άραγε, η έκρηξη της 28ης Φλεβάρη, ανάλογη με την έκρηξη του εργατικού κινήματος, την άνοιξη του 2001, που ανάγκασε την κυβέρνηση Σημίτη να αποσύρει το νομοσχέδιο Γιαννίτση για το Ασφαλιστικό; Η έκρηξη αυτή, μαζί με το κίνημα κατά της παγκοσμιοποίησης που αναπτυσσόταν τότε, οδήγησε στο πέρασμα σε μια νέα ιστορική φάση, αφήνοντας πίσω την στρατηγική ήττα του 1989 – 90. Όμως, δεν οδήγησε σε μια αλλαγή ιστορικής περιόδου, δηλαδή, σε μια ποιοτική αλλαγή συσχετισμών ανάμεσα στην πολύμορφη εργατική πολιτική και τη νεοφιλελεύθερη αστική πολιτική. Μήπως η έκρηξη της 28ης Φλεβάρη είναι βαθύτερη και ανάλογη της αντιμνημονιακής έκρηξης του Μάη 2010, που αποτέλεσε την έναρξη ενός δίχρονου εξεγερτικού κινήματος και που οδήγησε στην ιστορική περίοδο 2010 – 15 με την ανατροπή των συσχετισμών υπέρ του κινήματος και της Αριστεράς; Αυτά τα ερωτήματα δεν μπορούν, βέβαια, να απαντηθούν με ακρίβεια. Η ζωή είναι πρωτότυπη και η Ιστορία δεν επαναλαμβάνεται, ούτε είναι προδιαγεγραμμένη, δεν φυλακίζεται σε σχήματα. Γράφεται τη στιγμή που γίνεται. Ωστόσο χρειαζόμαστε τη γνώση της ιστορίας και τα αφαιρετικά θεωρητικά σχήματα για να προσεγγίζουμε όσο το δυνατόν πιο συγκεκριμένα το πραγματικό και την κίνησή του.

Με αυτό σαν οδηγό και με βάση τα χαρακτηριστικά που περιγράψαμε, πολλά δείχνουν ότι με την κοινωνική έκρηξη της 28ης Φλεβάρη: Περνάμε σε μια νέα ιστορική φάση που σφραγίζεται από το ζήτημα και το κίνημα των Τεμπών. Το κίνημα αυτό δείχνει να ξεπερνά την ήττα του 2015 και να αναζητά μια ανατροπή των πολιτικών συσχετισμών, το πέρασμα σε μια ανώτερη ιστορικά, περίοδο ταξικών αναμετρήσεων.

Ταυτόχρονα με την κοινωνική έκρηξη και το κίνημα των Τεμπών, βρίσκεται υπό εξέλιξη ένας δεύτερος ουσιώδης παράγοντας που κινείται παράλληλα και θα επηρεάσει αποφασιστικά την κοινωνική και πολιτική ζωή της χώρας: η διεθνής αναταραχή που μετά την ανάληψη της προεδρίας Τραμπ παίρνει τα χαρακτηριστικά χιονοστιβάδας η οποία ανατρέπει τα μεταπολεμικά δεδομένα. Αυτός ο παράγοντας συντείνει στην εκτίμηση ότι μπαίνουμε σε μια νέα ιστορική φάση που θα σφραγιστεί, εκτός από το ζήτημα των Τεμπών, και από το ζήτημα των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών. Για αυτό το ζήτημα, όμως, απαιτείται ξεχωριστή σοβαρή μελέτη και ανάλογη πολιτική τοποθέτηση.

*****

Η παραπάνω βασική πολιτική εκτίμηση για τη νέα ιστορική φάση σημαίνει ότι παραμένει μεν η στρατηγική και η βασική πολιτική κατεύθυνση της τακτικής και το μεταβατικό πρόγραμμα όπως τέθηκαν στην Ιδρυτική Συνδιάσκεψη, απαιτείται όμως μια ουσιώδη προσαρμογή της τακτικής στις νέες συνθήκες, του μεταβατικού πολιτικού προγράμματος, των μορφών οργάνωσης και των μορφών πάλης. Και στα τρία πεδία: στο κίνημα, στο μέτωπο και στο επίπεδο της οργάνωσης. Απαιτεί νέα ιεράρχηση και νέα συνθήματα. Απαιτεί ένα συγκεκριμένο, καινούριο σχέδιο για το μαζικό κίνημα, την Αριστερά και την επανίδρυση της κομμουνιστικής προοπτικής εντός τους.

 

Β. ΓΙΑ ΕΝΑ ΣΧΕΔΙΟ ΣΤΙΣ ΝΕΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ

Β.1. Ο κρίκος που τραβάει όλη την αλυσίδα

Είναι γνωστή η ρήση του Λένιν για «το αίτημα κρίκο που τραβάει όλη την αλυσίδα» του προγράμματος. Εκτιμούμε ότι ο κρίκος που συνδέει την πάλη για δικαίωση των νεκρών με την προοπτική της ανατροπής της πολιτικής που γέννησε το έγκλημα των Τεμπών, είναι το αίτημα για εθνικοποίηση – κρατικοποίηση των σιδηροδρόμων ή, με όρους πιο κοντά στο πνεύμα της εποχής μας και πιο ολοκληρωμένα: «οι σιδηρόδρομοι στο δημόσιο, τώρα, με νέους κοινωνικούς όρους, χωρίς αποζημίωση, κάτω από τον έλεγχο των εργαζομένων και της κοινωνίας».

Η επαναστατική κομμουνιστική και σοσιαλιστική Αριστερά προβάλλει στρατηγικά την κοινωνικοποίηση των επιχειρήσεων ως το αναγκαίο ιστορικό αίτημα. Διότι απαιτούνται επιχειρήσεις, παραγωγή και κατανάλωση με σκοπό την εκπλήρωση των ανθρώπινων αναγκών και όχι το κέρδος. Με εργατική αυτοδιεύθυνση και πανκοινωνικό σχέδιο των συνεργαζόμενων παραγωγών, με εργατική εξουσία και στην κατεύθυνση της άλλης κοινωνίας. Αυτό προκύπτει και από το γεγονός της κοινωνικοποίησης και διεθνοποίησης της εργασίας, αλλά και της μεγαλύτερης από ποτέ γνώσης και των αντίστοιχων επιστημονικών ανακαλύψεων στη σημερινή εποχή. Η ατομική ιδιοκτησία, η αγορά, το εμπόρευμα, αποδεικνύονται ολοένα και περισσότερο ανίκανες να ανταποκριθούν στις νέες ανάγκες των ανθρώπων που γεννά η εποχή μας.

Σαν βήμα σε αυτή την κατεύθυνση, το εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα πάντα διεκδικούσε τακτικά την «κρατικοποίηση» των επιχειρήσεων με εργατικό έλεγχο. Την διεκδικούσε και την διεκδικούμε και σήμερα, με νέους όρους, για δυο λόγους: Ο πρώτος είναι διότι έτσι διαταράσσεται η ομαλή λειτουργία της ατομικής ιδιοκτησίας και της αγοράς και επιβάλλεται μια ορισμένη προστασία της εργατικής τάξης και όλης της κοινωνίας από την καταστροφική δράση των «τυφλών νόμων» τους, όπως έλεγε ο Μαρξ. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι με αυτόν τον τρόπο διαπαιδαγωγούνται οι εργάτες/τριες και οι εργαζόμενοι/ες στον έλεγχο των επιχειρήσεων ώστε να καταστούν ικανοί να κατέχουν και να διευθύνουν οι ίδιοι/ες τις επιχειρήσεις και την παραγωγή.

Η άρνηση αυτής της κατεύθυνσης στο όνομα ότι «καπιταλιστικό είναι και το ιδιωτικό και το κρατικό», αποτελεί ιστορική παραδοξότητα, σοφιστεία και καθαρή διαστρέβλωση του μαρξισμού. Πολιτικά, αποτελεί συνθηκολόγηση με επαναστατική φρασεολογία που βοηθά το κεφάλαιο, την αστική πολιτική και τη σημερινή κυβέρνηση στο έργο τους. Φυσικά, το σημερινό εργατικό και λαϊκό κίνημα δεν μπορεί να ζητά μια επανάληψη των χρεοκοπημένων και διεφθαρμένων κρατικών επιχειρήσεων του κεϊνσιανισμού και της προηγούμενης εποχής του καπιταλισμού, όσο κι αν φαντάζουν όαση μπροστά τις σημερινές κατακερματισμένες και αλληλοσυγκρουόμενες ιδιωτικές επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν τις επενδύσεις για ασφάλεια ως περιττό κόστος. Για αυτό θέτουμε την ανάγκη για «νέους κοινωνικούς όρους» στις κρατικοποιήσεις στην εποχής μας.

Αίτημα – κρίκος, όμως, δεν σημαίνει μονοστοχία:

– Απαιτείται να τεθούν πιο δυναμικά ακόμη τα αιτήματα για την αποκάλυψη, σύλληψη, δίκη και παραδειγματική τιμωρία των διευθυντικών στελεχών της Hellenic Train, της ΤΡΕΝΟΣΕ και της ΓΑΙΟΣΕ, καθώς και των επιχειρήσεων που εμπλέχτηκαν και δεν υλοποίησαν τις συμβάσεις έργων για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων. Επίσης η άρση ασυλίας του υπουργού Μεταφορών Κ. Καραμανλή, αλλά και όλων των άμεσα εμπλεκόμενων υπουργών και στελεχών της τότε κυβέρνησης. Ευθύνες, όχι μόνον πολιτικές, αλλά και ποινικές άλλου τύπου, έχουν και οι υπουργοί των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ που κατακερμάτισαν και ξεπούλησαν τον ΟΣΕ.

– Χρειάζεται να τεθούν τα αιτήματα για μια ριζοσπαστική αλλαγή των όρων απόδοσης δικαιοσύνης. Για την εκλογή των δικαστών από τα κάτω, από τους ίδιους, με λαϊκή παρέμβαση και όχι με διορισμό τους από τα πάνω, από την κυβέρνηση. Για την επέκταση και τον πιο αποφασιστικό ρόλο του θεσμού των ενόρκων σε όλες τις βαθμίδες.

– Μπορούν και πρέπει να τίθενται τα αιτήματα για την αποφασιστική βελτίωση των μισθών και των όρων εργασίας των εργαζόμενων στους σιδηρόδρομους, η κατάργηση των ελαστικών σχέσεων, η μείωση των ωρών εργασίας. Ακόμα περισσότερο μπορούν και πρέπει να τίθενται αυτά τα ζητήματα συνολικά για τον κόσμο των εργαζομένων μαζί με τα ευρύτερα ζητήματα της ακρίβειας, της στέγης και των ενοικίων κλπ. που αποτελούν το υλικό υπόστρωμα για την μεγάλη αύξηση της κοινωνικής δυσαρέσκειας.

– Ταυτόχρονα, αναγκαστικά ανοίγει και το ζήτημα της ΕΕ, διότι η ιδιωτικοποίηση των σιδηροδρόμων είναι υποχρεωτική οδηγία της. Άμεσα, απαιτούμε την απειθαρχία στις οδηγίες για την ιδιωτικοποίηση των σιδηροδρόμων και γενικότερα των μεταφορών. Να αυξηθούν οι δαπάνες για τους δημόσιους σιδηροδρόμους, τα δημόσια κοινωνικά αγαθά, όλες τις δημόσιες δομές κι επιχειρήσεις, για την ασφάλεια εργαζομένων, επιβατών και πολιτών – όχι στη μείωση των κοινωνικών δαπανών και την αύξηση των πολεμικών εξοπλισμών που προωθεί η ΕΕ, το ΝΑΤΟ και οι ΗΠΑ.

Πέρα από όλα αυτά, στην πορεία και ανάλογα με τον κλάδο, τον τόπο εργασίας, ζωής και σπουδών, ανάλογα με τις ιστορικές συγκυρίες, μπορούν να ξεδιπλωθούν και να τεθούν τα γενικότερα αιτήματα του μεταβατικού προγράμματος τακτικής, για τους μισθούς και την ακρίβεια, το χρόνο εργασίας, την παιδεία και την υγεία, το ζήτημα της ΕΕ, για τις εξοπλιστικές δαπάνες και τον πόλεμο, η αλληλεγγύη στην Παλαιστίνη κ.λπ.

Β2. Η στάση απέναντι στην κυβέρνηση

Σε τέτοιες καμπές πάντα ανοίγει το «ζήτημα της κυβέρνησης», καταρχάς αντικειμενικά, στο βαθμό που οι τεράστιες κινητοποιήσεις της 28 Φλεβάρη θέτουν εκ των πραγμάτων το ζήτημα μίας ουσιαστικής απονομιμοποίησης της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Αλλά και υποκειμενικά είτε αυθόρμητα, από κόσμο που στο μυαλό του έχει πάντα την ανάθεση σε κάποια κυβερνητική κοινοβουλευτική λύση. Είτε από εκείνη την Αριστερά που αρέσκεται να κολακεύει τέτοια χαρακτηριστικά, είτε από βολονταριστικά τμήματα αντικαπιταλιστικών πρωτοποριών που βλέπουν κάθε έξαρση του κινήματος ως περίπου επαναστατική κατάσταση. Δεδομένης και της καταστροφικής, για το κίνημα, εμπειρίας από την διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, το ζήτημα αυτό πρέπει να αντιμετωπίζεται με πολύ προσοχή και να επιλέγονται εκείνα τα συνθήματα που είναι ώριμα και αναγκαία.

Στις σημερινές συνθήκες είναι φανερό ότι το εργατικό λαϊκό κίνημα δεν είναι σε θέση να επιβάλει τη δική του κυβέρνηση. Ωστόσο, είναι προς το συμφέρον του λαού να οξυνθεί η κρίση νομιμοποίησης για την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και ακόμα περισσότερο να φτάσουμε ακόμα και στο σημείο να πέσει κάτω από την πίεση του λαϊκού κινήματος, διότι η επόμενη θα είναι αναγκασμένη να λάβει υπόψη τις διεκδικήσεις του. Όμως, προϋπόθεση για να γίνει εφικτό και να επιβληθούν κατακτήσεις σε οποιαδήποτε κυβέρνηση, αλλά και για να ανατραπεί όχι μόνο η κυβέρνηση, αλλά και η πολιτική του κεφαλαίου και του νεοφιλελευθερισμού, είναι το μαζικό εργατικό λαϊκό κίνημα με τη βοήθεια της μαχόμενης Αριστεράς να θέσει με σαφήνεια το δικό του πρόγραμμα πάλης. Ώστε να αναγκάσει πολιτικές δυνάμεις να υιοθετήσουν και να δεσμευτούν για την υλοποίηση αυτών των διεκδικήσεων. Με αυτό το κριτήριο θα κρίνει το πρόγραμμα των κομμάτων, ακόμη και της Αριστεράς, τις προγραμματικές δηλώσεις της όποιας κυβέρνησης και κυρίως τις πράξεις της.

Από αυτή τη σκοπιά, με βάση το σημερινό επίπεδο ανάπτυξης του κινήματος χρειάζεται να ιεραρχηθούν ψηλά τα αιτήματα γύρω από το πέρασμα των σιδηροδρόμων στο δημόσιο ως το αίτημα που τεστάρει όλες τις πολιτικές δυνάμεις. Αποτελεί το αίτημα κρούσης, τον πολιορκητικό κριό που σπάει τη μακρόχρονη επίθεση του κεφαλαίου σε έναν από τους πυλώνες του νεοφιλελευθερισμού. Παράλληλα, εισερχόμενοι στη νέα ιστορική φάση και με βάση την εκφρασμένη βούληση σημαντικών τμημάτων του λαού να φύγει η σημερινή κυβέρνηση, όπως εκφράστηκε με το αυθόρμητο σύνθημα «παραιτήσου», στην κοινωνική έκρηξη της 28ης Φεβρουαρίου, απαιτείται να τεθεί με συγκεκριμένο, επιθετικό και ουσιαστικό τρόπο, το αίτημα για «ανατροπή της κυβέρνησης Μητσοτάκη από το λαό, αλλά και κάθε πολιτικής που αρνείται να δικαιώσει τους νεκρούς των Τεμπών και να δώσει τους σιδηρόδρομους στο δημόσιο, που συνεχίζει τη νεοφιλελεύθερη πολιτική».

Β3. Δοκιμάζουμε νέες μορφές πάλης του μαζικού κινήματος

Οι νέες καταστάσεις απαιτούν και νέες πρωτότυπες μορφές συσπείρωσης των εργαζομένων και του λαού ή τουλάχιστον τμημάτων τους, για να διεκδικηθούν και να επιβληθούν τα αντίστοιχα αιτήματα. Αυτό δεν σημαίνει απόσυρση από τις κλασικές υπαρκτές δομές των σωματείων, συνδικάτων, συλλόγων, κινήσεων, συντονισμών κ.λπ., αλλά και αναζήτηση για νέες διακριτές μορφές οργάνωσης που θα επιτυγχάνουν τη μέγιστη δυνατή συγκέντρωση εργατικών, λαϊκών και διανοητικών δυνάμεων, πάνω στο κύριο αίτημα και στις άλλες βασικές πλευρές του ζητήματος των Τεμπών.

Από αυτή τη σκοπιά απαιτούνται:

– Μια πρωτοβουλία συσπείρωσης σωματείων και συνδικάτων γύρω από το αίτημα – αιχμή «οι σιδηρόδρομοι στο δημόσιο», η οποία θα θέτει και το ζήτημα «κάθε δημόσιο αγαθό στα χέρια του δημόσιου», χωρίς να αφήνει και τα αιτήματα για δικαίωση – δικαιοσύνη.

– Ο πειραματισμός με πλατιές κι ενωτικές συσπειρώσεις μαζικών φορέων ή/και κατοίκων για τα Τέμπη, σε δήμους και πόλεις, που θέτουν το τρίπτυχο δικαίωση – δικαιοσύνη – δημόσιο, με ιεραρχήσεις ανάλογα με τις διαθέσεις και το επίπεδο συνείδησης των συμμετεχόντων.

– Η δημιουργία μιας κίνησης πολιτών, επιστημόνων και συνδικαλιστών/τριων με αντίστοιχη γνώση για την προβολή της αναγκαιότητας και την τεκμηρίωση του αιτήματος για δημόσιους σιδηρόδρομους με νέους κοινωνικούς όρους. Μια κίνηση που θα στηρίζει τους συλλόγους συγγενών, θα βοηθά τα συνδικάτα και τους λαϊκούς φορείς, αλλά θα θέτει το ζήτημα και θεσμικά.

– Η δημιουργία μιας μορφής συσπείρωσης δικηγόρων και νομικών για την παρακολούθηση και παρέμβαση στη δίκη για το έγκλημα των Τεμπών που θα κρατήσει πολύ, θα έχει πολλαπλές καμπές και μεγάλες απαιτήσεις.

– Πέρα από αυτές τις νέες μορφές που αναζητούμε: Στο φοιτητικό κίνημα χρειάζεται η δράση μέσα από τους συλλόγους, επιδιώκοντας το συντονισμό με τις άλλες αριστερές δυνάμεις που υιοθετούν το αίτημα για το δημόσιο σιδηρόδρομο. Χρειάζεται να εξετάζονται οι δυνατότητες για κινηματική κλιμάκωση συνδέοντας το ζήτημα των Τεμπών και των ιδιωτικοποιήσεων με τα αιτήματα αιχμής μέσα στις σχολές αυτή την περίοδο (ιδιωτικά πανεπιστήμια, διαγραφές φοιτητών μετά το όριο φοίτησης κλπ). Σε περίπτωση κλιμάκωσης είναι αναγκαίο να τίθεται το ζήτημα του συντονιστικού των γενικών συνελεύσεων των κινητοποιούμενων φοιτητικών συλλόγων για να οργανωθεί καλύτερα ο αγώνας και να συγκροτηθεί ένα κεντρικό συντονιστικό όργανο αγώνα.

– Χρειάζεται να υπάρξει ένας προβληματισμός για πιθανή ειδική συσπείρωση μαθητών γύρω από το ζήτημα των Τεμπών.

Β4. Η στάση των άλλων πολιτικών δυνάμεων

– Η κυβέρνηση και η Νέα Δημοκρατία είναι εμφανές ότι έχουν πιεστεί σοβαρά από την κίνηση των μαζών. Αυτό φαίνεται και από την αλλαγή του κυβερνητικού αφηγήματος τρεις φορές μέσα στον τελευταίο μήνα καθώς και από την διαρκή αναζήτηση κάποιας διεξόδου εκτόνωσης (προανακριτική για Τριαντόπουλο, ανασχηματισμός, πιθανή επανεξέταση της σύμβασης με τους Ιταλούς για την Hellenic Train που βέβαια δυσκολεύει από την σαφή άρνηση της Μελόνι πρόσφατα, προσπάθεια χρέωσης των ευθυνών στο «βαθύ κράτος» και φυγή προς τα εμπρός με διάλυση του ΟΣΕ, κλπ.). Προς το παρόν η ΝΔ δεν φαίνεται να επιλέγει εκλογές, κάτι που συνάδει και με την γενικότερη στρατηγική διαχείρισης του αστικού πολιτικού συστήματος στην περίοδο των μνημονίων και της κρίσης. Κάτι τέτοιο θα συνιστούσε υποχώρηση στην πίεση του λαϊκού παράγοντα και η άμεση πτώση της κυβέρνησης και προσφυγή σε εκλογές υπό την πίεση του «πεζοδρομίου» θα τόνωνε τη λαϊκή αυτοπεποίθηση σε κάποιο βαθμό. Αντιθέτως, με την τοποθέτηση Μητσοτάκη στη Βουλή η κυβέρνηση δείχνει ότι θέλει να επιχειρήσει μία ακόμα φυγή προς τα εμπρός στοχοποιώντας ως αιτία της τραγωδίας των Τεμπών το «βαθύ κράτος» και το δημόσιο και ανοίγοντας εκ νέου επιθετικά ζητήματα όπως η διάλυση του ΟΣΕ, η άρση της μονιμότητας στο δημόσιο κλπ. Είναι απολύτως κρίσιμο απέναντι σε αυτό να δοθούν όλες οι δυνάμεις ώστε να σηκωθεί το γάντι αυτής της αντιπαράθεσης και από τις δυνάμεις του κινήματος και της Αριστεράς, ξεπερνώντας την υποτίμηση ή την άρνηση του κομβικού αιτήματος να περάσουν οι σιδηρόδρομοι στο δημόσιο τώρα και με νέους κοινωνικούς όρους. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να δώσουμε όλες τις δυνάμεις μας ώστε η κυβέρνηση να δεχτεί την μέγιστη δυνατή κοινωνική πίεση που μπορεί να οδηγήσει σε ανατροπή όψεων της πολιτικής της ή ακόμα και της ίδιας αν υπάρξει συνέχεια, μαζικοποίηση και διάρκεια του αγώνα.

– Η κεντροαριστερή αντιπολίτευση (ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, Νέα Αριστερά, Κίνημα Δημοκρατίας) φαίνεται πολυδιασπασμένη και ένα παιχνίδι διαρκούς διαγκωνισμού για την πρωτοκαθεδρία στο εσωτερικό του χώρου της σοσιαλδημοκρατίας που δεν εμπνέει μαζικά. Η προσπάθειά της να περιορίσει την μαζική κίνηση στο κοινοβουλευτικό κανάλι διαχείρισης είναι σαφής και διαρκής, αλλά δυστυχώς στερείται αξιοπιστίας και αυτή τη στιγμή δεν καθορίζει τα πράγματα. Η παρέμβαση αυτών των κομμάτων στο επίπεδο του δρόμου είναι πρακτικά ανύπαρκτη και αυτό δημιουργεί προϋποθέσεις για συνέχεια και ανάπτυξη του κινηματικού κύματος με καλύτερους όρους και οφείλουμε να το ενισχύσουμε αυτό με την παρέμβασή μας.

– Η Ακροδεξιά και ειδικά η Ελληνική Λύση δείχνουν να κερδίζουν στο έδαφος της φθοράς της ΝΔ. Ο χαρακτήρας και η φυσιογνωμία των κινητοποιήσεων βάζουν ευτυχώς όμως όρια στην ανάπτυξη και την επίδρασή τους παρά το διεθνές κλίμα που ευνοεί τις δυνάμεις αυτές. Η Φωνή Λογικής της Λατινοπούλου δείχνει πλέον πολύ ανοιχτά ότι επιδιώκει να παίξει το ρόλο συμπολίτευσης στη ΝΔ και πιθανού κυβερνητικού εταίρου προοπτικά, κάτι που πιθανώς να κάμψει κάπως τη δημοσκοπική δυναμική που έδειχνε σε ένα προηγούμενο διάστημα. Η εξασφάλιση μίας κινηματικής συνέχειας στο δρόμο, μίας διεκδικητικής φυσιογνωμίας στις κινητοποιήσεις και το αναγκαίο περιεχόμενο αγώνα μπορούν να συμβάλλουν σοβαρά στο να μπει φρένο στη δυναμική της ακροδεξιάς ανοίγοντας νέες δυνατότητες για την ανάπτυξη της κοινωνικής και πολιτικής Αριστεράς.

– Η Πλεύση Ελευθερίας δείχνει να έχει ανοδική δυναμική επενδύοντας και στη στάση και την εμπλοκή της Κωνσταντοπούλου στη νομική βοήθεια στο σύλλογο των συγγενών. Στο έδαφος και της υπαρκτής ήττας της Αριστεράς, τόσο στη χώρα μας μετά το 2015 όσο και διεθνώς, το κενό αυτό καλύπτεται περιστασιακά και ανεπαρκώς από προσωποπαγή μορφώματα με στοιχεία λαϊκιστικού λόγου που σε όψεις τους μπορεί να φλερτάρουν ακόμα και με συντηρητικά αντανακλαστικά. Η τάση αυτή είναι υπαρκτή και φαίνεται να εμφανίζεται πλέον και στη χώρα μας. Η Πλεύση Ελευθερίας παρά τη διαφημιζόμενη από τα μίντια “αντισυστημικότητα”, δεν θέτει καν το αίτημα να περάσουν οι σιδηρόδρομοι στον δημόσιο.

– Το ΚΚΕ έχει μία συνεπή παρουσία στις κινητοποιήσεις εξασφαλίζοντας και έναν οργανωτικό κορμό σε πολλές περιπτώσεις, ειδικά σε πόλεις που ελέγχει το Εργατικό Κέντρο και μεγάλες ομοσπονδίες. Όμως, η σαφής άρνησή του να θέσει συγκεκριμένους στόχους πάλης στο κίνημα και πολύ περισσότερο να αναδείξει το κρίσιμο ζήτημα της εθνικοποίησης των σιδηροδρόμων (με το κίβδηλο αντεπιχείρημα «τι δημόσιο, τι ιδιωτικό, καπιταλισμό έχουμε») οδηγούν πρακτικά σε αποκλιμάκωση και πολιτική απονεύρωση του αγώνα και αντικειμενικά λειτουργούν ως δικλείδα ασφαλείας για τη συστημική σταθερότητα.

– Ο χώρος του ΜΕΡΑ25 προσπαθεί να παρέμβει στις εξελίξεις κυρίως κεντρικά – πολιτικά (δηλώσεις Βαρουφάκη και στελεχών, κομματικά πανό στις συγκεντρώσεις κλπ.). Έχει διορθώσει κάπως το λόγο του σε επίπεδο περιεχομένου (αναδεικνύοντας γενικά την ανάγκη για δημόσιες, ασφαλείς μεταφορές όταν πριν δύο χρόνια ήταν σαφώς στη λογική «τι δημόσιο, τι ιδιωτικό»), αλλά εκτός κοινοβουλίου δείχνει σαφή πολιτικά όρια στο βαθμό που δεν έχει ένα κρίσιμο κοινωνοπολιτικό βάθος και εκπροσωπήσεις. Συνεχίζεται και η ταλάντευσή του σε σχέση με τον τόνο για την ΕΕ με τις τελευταίες διεθνείς εξελίξεις (βλ. πρόσφατη κριτική Βαρουφάκη στον αρχηγό των γερμανών χριστιανοδημοκρατών Μερτς ότι δεν θέλει μία δημοσιονομική ένωση κλπ).

– Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ αναδεικνύει πολιτικά το ζήτημα των εθνικοποιήσεων και επιδιώκει να παίρνει πρωτοβουλίες μέσω πρωτοβάθμιων σωματείων με σαφώς μικρότερη δυναμική και δυνατότητα από παλιότερα. Το πιο σημαντικό είναι όμως ότι χειρίζεται αυτές τις πρωτοβουλίες με γραφειοκρατικό τρόπο αρνούμενη τις όποιες δυνατότητες διεύρυνσης με άλλα πρωτοβάθμια σωματεία και επιβάλλοντας «από τα πάνω» τον κομματικό σχεδιασμό της. Χαρακτηριστικός ήταν ο τρόπος διαχείρισης γύρω από τη σχετικά μαζική σύσκεψη σωματείων, συλλόγων και αγωνιστών/τριων στις 5/2, ανακοινώνοντας προσυγκέντρωση στα Προπύλαια χωρίς να έχει συζητηθεί (αλλά και αλλάζοντάς τελικά κατά το δοκούν, τελευταία στιγμή και «από τα πάνω» αυτήν και άλλες αποφασισμένες κινήσεις εκεί, όπως η πορεία για τις 19/2). Οι δυνάμεις της έχουν υιοθετήσει μία σαφώς αυτόκεντρη λογική πλέον που αποτυπώνεται και στις κινήσεις τους στο κίνημα (άρνηση συντονισμού με άλλες δυνάμεις, διακριτή κίνηση των δυνάμεών τους στο φοιτητικό κίνημα κλπ.).

Β5. Τώρα, μια άλλη, ενωτική και ανατρεπτική Αριστερά

Η νέα κατάσταση στην οποία μπαίνουμε απαιτεί και μια Αριστερά που να μπορεί να ανταποκριθεί στις προκλήσεις, τις αντιθέσεις και τις δυνατότητές της. Η πρόταση για μια συσπείρωση της ανατρεπτικής και ενωτικής Αριστεράς είναι εξαιρετικά επίκαιρη. Το κίνημα και η έκρηξη των Τεμπών αντικειμενικά δίνουν μεγαλύτερη ώθηση σε αυτήν. Τα πρόσφατα βήματα που έγιναν, με τις δυο κοινές ανακοινώσεις και ειδικά με αυτήν για τα Τέμπη, τα κοινά πανό σε δυο συγκεντρώσεις, καθώς και η εκδήλωση αποτίμησης της κρίσιμης 5ετίας 2010 – 15 δείχνουν τις δυνατότητες να δημιουργηθεί και να προχωρήσει η πρόταση αυτή. Στις νέες συνθήκες απαιτείται μια νέα προσπάθεια, με την συσπείρωση των δυνάμεων της ενωτικής και ανατρεπτικής Αριστεράς για μία πολιτική κίνηση σε αντικαπιταλιστική και αντιιμπεριαλιστική κατεύθυνση, που θα δοκιμαστεί σε κινηματικές, πολιτικές και εκλογικές μάχες.

Με τρεις βασικές, θετικές προϋποθέσεις: Πρώτο, κατεύθυνση ρήξης και εξόδου από την ΕΕ, το ΝΑΤΟ και το σύστημα. Δεύτερο: ενωτική πολιτική συνεργασιών για την κοινή δράση με ΚΚΕ, ΜεΡΑ25 και ΑΝΤΑΡΣΥΑ και άλλων, για ένα ενιαίο αγωνιστικό κίνημα κατακτήσεων. Τρίτο, ισοτιμία και δημοκρατία με διαδικασίες βάσης των μελών. Και τις τρεις, όχι ανά δυο ή καθεμία χωριστά. Θέλουμε να προχωρήσουμε με όλους και όλες που τις έχουν διακηρύξει. Είμαστε αποφασισμένοι να προχωρήσουμε με όσους και όσες θα το αποφασίσουν.

Ταυτόχρονα, χρειάζεται να υπάρξουν συμφωνίες για κοινή δράση στο μαζικό κίνημα και σε επιμέρους πολιτικά μέτωπα με όλες τις δυνάμεις της μαχόμενης Αριστεράς. Χρειάζεται να ακούσουμε το μήνυμα των συγκεντρώσεων και των δράσεων του κινήματος των Τεμπών που επιβάλλει την ενότητα στις μορφές πάλης, ξεπερνώντας τις συμβιβαστικές αλλά και τις γραφειοκρατικές – σεχταριστικές αντιλήψεις και πρακτικές. Που επιβάλει επίσης την κοινή δράση όλης της μαχόμενης Αριστεράς. Σε αυτόν το δρόμο οφείλουμε να κινηθούμε πιο αποφασιστικά και συνειδητά.

Β6. Βήματα στην οργάνωση μιας νέας κομμουνιστικής προοπτικής

Στη νέα φάση στην οποία περνάμε χρειάζεται να κατανοηθεί συλλογικά ότι έχει ήδη αλλάξει η κατάσταση και ότι η κοινωνική έκρηξη θα την επιταχύνει. Οπότε χρειάζεται μεγαλύτερη τόλμη για τα σχέδιά μας, πιο θαρραλέο και ανοιχτό πνεύμα. Στο επόμενο διάστημα πρέπει να ρίξουμε όλο το βάρος μας στον αγώνα που έχει ξεσπάσει, να αφουγκραζόμαστε και να προσπαθούμε να καταλάβουμε διαρκώς τις διαθέσεις των κινητοποιούμενων μαζών. Αυτό είναι το πρώτο και βασικό καθήκον για να μπορούμε να συμβαδίζουμε με τις μαζικές διαθέσεις, χωρίς να αποκοπούμε από τη δυναμική που δημιουργείται και επιδιώκοντας να την μπολιάσουμε πολιτικά όσο μπορούμε καλύτερα στο επίπεδο του περιεχομένου αλλά και με έμπρακτες κινήσεις και κινηματικούς κόμβους που θα μπορέσουν να δώσουν διάρκεια και βάθος στον αγώνα. Κρίσιμο δίπτυχο για την παρέμβασή μας είναι η ανάδειξη αφενός του αιτήματος για δικαιοσύνη και απόδοση των ποινικών και πολιτικών ευθυνών και αφετέρου της ανάγκης να περάσουν οι σιδηρόδρομοι στο δημόσιο με νέους όρους, χωρίς αποζημίωση και με εργατικό – κοινωνικό έλεγχο. Με αιχμές αυτά επιδιώκουμε να βαθύνουμε την παρέμβασή μας αναδεικνύοντας όλα όσα θέσαμε παραπάνω, με προσπάθεια διαρκούς τεκμηρίωσης των επιχειρημάτων μας, αξιοποιώντας όλα τα στοιχεία και πορίσματα που βγαίνουν στην επιφάνεια.

Ταυτόχρονα, και για να ανταποκριθούμε σε αυτή την ανάγκη πρέπει να αποκτήσουμε ποιοτικότερη και πιο συνεκτική εξώστρεφη-αυτοτελή και εσωτερική λειτουργία της οργάνωσης και φυσικά να συνεχίσουμε να λειτουργούμε καταλυτικά για το προχώρημα των διεργασιών για τη συσπείρωση της ενωτικής και ανατρεπτικής Αριστεράς, επιταχύνοντας τις σχετικές κινήσεις και πρωτοβουλίες. Σημαντικό καθήκον σε αυτές τις συνθήκες είναι η διαρκής προσπάθεια για αναβάθμιση της οργανωτικής λειτουργίας και ανάπτυξης της Μετάβασης.

Προχωράμε σε έκτακτο ολομελειακό πανελλαδικό σώμα το Σάββατο 12 Απρίλη 2025 στην Αθήνα με θέματα το κίνημα των Τεμπών, τις διεθνείς εξελίξεις και τα νέα καθήκοντα.

 

0ΥποστηρικτέςΚάντε Like

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ ΑΠΟ ΣΥΝΤΑΚΤΗ

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ