10.1 C
Athens
Τρίτη, 26 Νοεμβρίου, 2024

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Ρήγματα στο αστικό μπλοκ, του Βασίλη Λιόση

Με αφορμή τους 11 και τη διαγραφή Σαλμά

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών

ΗΝ.Δ. μοιάζει να παίζει χωρίς αντίπαλο στη δεύτερη τετραετία της. Και μοιάζει να είναι κυρίαρχη πολιτικά και ιδεολογικά. Ισχυρή αντιπολίτευση δεν υπάρχει, ούτε σε κοινωνικό ούτε σε πολιτικό επίπεδο. Ωστόσο, υπάρχουν σημάδια που θα έπρεπε να την κάνουν λιγότερη αμετροεπή. Και τα σημάδια αυτά προέρχονται από την κοινωνική δυσαρέσκεια που  αποτυπώνεται σε σειρά ερευνών αλλά και από ρήγματα στο εσωτερικό της και εν γένει στο αστικό μπλοκ (δυστυχώς η κοινωνική αντιπολίτευση είναι προς το παρόν αδύναμη). Τι άραγε σημαίνει η κοινοβουλευτική παρέμβαση των 11 και η διαγραφή Σαλμά; Ας επιχειρήσουμε να βάλουμε τα πράγματα σε μία τάξη.

Α. Η αποτύπωση της κοινωνικής δυσαρέσκειας

Η πιο ανάγλυφη αποτύπωση της δυσαρέσκειας προήλθε από το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών στις οποίες η ΝΔ σημείωσε μια αξιοσημείωτη απώλεια ψήφων σε ποσοστά και απόλυτους αριθμούς σε σχέση με τις προηγούμενες ευρωεκλογές. Συγκεκριμένα απώλεσε το 4,8% των ψήφων, σχεδόν 750.000 ψήφους (πολύ μεγάλο νούμερο) και έναν ευρωβουλευτή.

ΕΥΡΩΕΚΛΟΓΕΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΨΗΦΟΙ ΑΡΙΘΜΟΣ ΕΥΡΩΒΟΥΛΕΥΤΩΝ
2019 33,12% 1.873.137 8
2024 28,31% 1.125.510 7
ΔΙΑΦΟΡΑ – 4,81% -747.627

Τα ρήγματα στο εσωτερικό της ΝΔ και στο αστικό μπλοκ δεν είναι άσχετα από την κοινωνική δυσαρέσκεια. Ενδεικτικά, τα παρακάτω ευρήματα δείχνουν ότι τον Σεπτέμβριο μόνο ένα 18% δηλώνει «πολύ/αρκετά ικανοποιημένο» από την απόδοση της κυβέρνησης και μάλιστα σημειώνεται μία πτώση πέντε ποσοστιαίων μονάδων μέσα σε λίγους μήνες.

Όλο και περισσότεροι βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος και στελέχη του γίνονται δέκτες διαμαρτυριών και παραπόνων ακόμη και από την κομματική βάση και παραδοσιακούς ψηφοφόρους. Το γιατί γίνεται αυτό δεν απαιτεί δα και κάποια βαθυστόχαστη ερμηνεία. Τα βασικά αίτια της δυσαρέσκειας ανάγονται κατά κύριο λόγο στην οικονομική πίεση πλατιών λαϊκών στρωμάτων. Η Ελλάδα σπάει το ένα ρεκόρ μετά από το άλλο στον πληθωρισμό.

Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat για το έτος 2023, δεύτερη από το τέλος ανάμεσα στις 27 χώρες της ΕΕ βρέθηκε η Ελλάδα σε ό,τι αφορά τον δείκτη του κατά κεφαλήν (ΑΕΠ), εκφρασμένου σε μονάδες αγοραστικής δύναμης με μόνη χώρα τη Βουλγαρία να βρίσκεται κάτω από την Ελλάδα.

Στη δυσαρέσκεια που απορρέει από τη δεινή οικονομική κατάσταση, θα μπορούσε κάποιος να προσθέσει και τη δυσαρέσκεια που προέκυψε από την αντιμετώπιση των πυρκαγιών ή τα ζητήματα διαφάνειας, δημοκρατίας, δικαιοσύνης, με το έγκλημα των Τεμπών να ξεχωρίζει.

Β. Η κοινωνική δυσαρέσκεια προκαλεί (και εσωτερικούς) τριγμούς

Με βάση όλα τα παραπάνω ερμηνεύεται και η υποβολή της ερώτησης στη Βουλή των 11 βουλευτών της ΝΔ. Η ερώτηση αφορούσε τα κόκκινα δάνεια, το πώς λειτουργούν τα fund και τους κινδύνους που απορρέουν για τους δανειολήπτες από τη λειτουργία των fund. Η ερώτηση απευθύνθηκε προς τον υπουργό Οικονομικών Κωστή Χατζηδάκη.

Σε ραδιοφωνική συνέντευξή του ο Νικήτας Κακλαμάνης, ένας εκ των 11, δήλωσε το ιδεολογικό του στίγμα μιλώντας για «κοινωνικό φιλελευθερισμό». Με άλλα λόγια επικαλέστηκε την ιδεολογική ταυτότητα που προσέδωσε ο ιδρυτής της ΝΔ, Κωνσταντίνος Καραμανλής και που υιοθέτησε και ο ανιψιός του, Κώστας Καραμανλής. Πρόκειται για εκείνο το ρεύμα εντός της ΝΔ που φέρει τον τίτλο Λαϊκή Δεξιά και που εκφράζει ένα κάπως διαφοροποιημένο τρόπο διαχείρισης (θα μιλήσουμε λίγο πιο κάτω για αυτό).

Πιο οξύς από όλους στην κριτική απέναντι στην κυβέρνηση υπήρξε ο βουλευτής του κόμματος Μάριος Σαλμάς ο οποίος έκανε καταγγελίες  για “φωτογραφικούς” διαγωνισμούς από τα υπουργεία Πολιτισμού και Υγείας. Μάλιστα μετά τις ευρωεκλογές είχε συγκρουστεί με τον ίδιο τον πρωθυπουργό, στον οποίο είπε: «Κάνατε τίποτα για τους πολλούς; Δεν έχω τίποτα με τους υπουργούς, γιατί το επιτελικό κράτος είστε εσείς με πέντε συνεργάτες σας, που τους στέλνετε έτοιμα τα νομοσχέδια».

Η κριτική του Σαλμά προκάλεσε την παρέμβαση του ίδιου του Μητσοτάκη με κατάληξη τη διαγραφή του βουλευτή, ενώ φαίνεται ότι ο βουλευτής της ΝΔ εκφράζει τη δυσαρέσκεια ορισμένων τμημάτων της ελληνικής αστικής τάξης ίσως και κάποιων εύπορων μικροαστικών στρωμάτων επειδή «οι δουλειές δίνονται στους ημέτερους», ενώ δηλώνει στα λαϊκά στρώματα ότι «υπάρχει φωνή για εσάς».

Οι «αντάρτες» της ΝΔ επιχειρούν να εξασφαλίσουν την επόμενη εκλογή τους στις περιφέρειές τους δείχνοντας ότι είναι κοντά στις λαϊκές ανησυχίες ή/και βλέπουν πιο μακριά σκοπεύοντας να καναλιζάρουν την κοινωνική δυσαρέσκεια. Ανησυχούν, επίσης, για τη διάρρηξη της κοινωνικής συμμαχίας (αστική τάξη-μικροαστικά και εργατικά στρώματα) που έχει επιτευχθεί υπό την κυριαρχία της ΝΔ. Ας μην ξεχνάμε πως στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές η ΝΔ σάρωσε στις λαϊκές περιοχές.

Εμφανίζονται όμως και γενικότερα παραδοσιακές συντηρητικές φωνές εντός του αστικού στρατοπέδου που με τον έναν ή άλλο τρόπο δηλώνουν τη δυσαρέσκειά τους. Για παράδειγμα, ο Γιώργος Κύρτσος, διαφοροποιημένος εδώ και καιρό από τη ΝΔ, γράφει σε ανάρτησή του: «Δώσε θάρρος στον μητσοτακο/ολιγάρχη. Θα επιβληθεί χρέωση με την ώρα στο ρεύμα δήθεν για να εξυπηρετηθούν οι καταναλωτές, στην πραγματικότητα για να διατηρηθούν τα ουρανοκατέβατα κέρδη ολιγαρχών και funds. Το νοικοκυριό σαν στημένο χρηματιστήριο ενέργειας. Τι άλλο θα δούμε!».

Στις κριτικές φωνές και μάλιστα με έντονη αμφισβήτηση θα προσθέταμε την εμμονικά αντικομμουνιστική εφημερίδα Δημοκρατία και το συγκρότημα Μαρινάκη που για τους δικούς του λόγους δεν παίζει τον ρόλο που παίζουν η εφημερίδα Καθημερινή και ο ΣΚΑΪ (σε αυτή την περίπτωση έχουμε να κάνουμε με δυσαρέσκεια από τον διαμοιρασμό των δουλειών).

Στον χώρο της αστικής διανόησης μια κριτική προς την κυβέρνηση φωνή –φωνή που μπορεί κάποιος να ξεχωρίσει–  είναι αυτή του Γιώργου Κράλογλου ο οποίος σε άρθρο του γράφει: «”Ατμομηχανή” ο τουρισμός. Αν το σουβλάκι σού φέρει όσα και η ξαπλώστρα σώθηκες… Τι να την κάνεις τη βιομηχανία ή τη βιοτεχνία; Βουλγαρία είσαι;
Καλά δεν είμαστε ως δεύτερη ποιο φτωχή χώρα των 27 της Ε.Ε;

Άσχημα είναι που το βουλώνουμε και δεν ξεστομίζουμε εκείνα τα “μισθοί Βουλγαρίας…” από τότε που καταλάβαμε ότι οι δικοί μας μισθοί φτώχειας δεν σώζονται ούτε για τα διακεκριμένα (λόγω πτυχίων και μεταπτυχιακών) γκαρσόνια της Ευρώπης, που είμαστε και θα μείνουμε; […]

»Κουφάρια σημερινά μεν αλλά της 50χρονης ιστορίας της βιομηχανίας της χώρας, σε κλάδους όμως που ακόμη συντηρούν (τόσο καλά όσο δεν φαντάζεσαι…) γείτονές μας στην Ανατολική Ευρώπη. Και ενώ εμείς δεν περάσαμε (ούτε επενδυτικά…) ακόμη σε καινοτομία ή σύγχρονη βιομηχανική τεχνολογία.

»Μια ματιά στη Βουλγαρία (που την ξέραμε μόνο για τους μισθούς…) στην Τσεχία, στη Σερβία, στη Ρουμανία, στην Ουγγαρία και στην Πολωνία θα μας κάνει να καταλάβουμε ότι οι χώρες αυτές ούτε κυνήγησαν να κλείσουν (φορολογικά και με χίλιους άλλους τρόπους όπως στο Ελλαδιστάν) ούτε εγκατέλειψαν τη βιομηχανία τους, όταν οι πετρελαϊκές κρίσεις έφεραν τις γνωστές δυσκολίες στον ανταγωνισμό εντός και εκτός Ε.Ε. […]».

Ο Κράλογλου με τον τρόπο του θίγει τα δομικά ζητήματα της ελληνικής οικονομίας. Αλλά σε αυτό το σημείο απαιτείται μία υπενθύμιση. Η ελληνική τάξη είχε στους κόλπους της δύο γραμμές. Μία αυτή της βιομηχανικής ανάπτυξης και μία τάση του μεταπράτη και του ραντιέρη. Η πρώτη είχε μία σχετική κυριαρχία μεταπολεμικά που ωστόσο ήταν βραχύβια. Η κυρίαρχη είναι αναμφισβήτητα η δεύτερη τάση και είναι αυτή που έχει φέρει τη χώρα σε μία κατάσταση προϊούσας σήψης. Είναι αρπαχτική, εθελόδουλη, δεν έχει κανένα στρατηγικό σχεδιασμό. Είναι αυτή η αστική τάξη που ξεπουλά αντί πινακίου φακής τη δημόσια περιουσία στο ξένο κεφάλαιο και που οι εκπρόσωποί της εκλιπαρούσαν να μην της κλέψει τη δόξα ο Τόμσεν (Άδωνις Γεωργιάδης). Πρόσφατο παράδειγμα αυτού του μοντέλου είναι η πώληση ενός από τα μεγαλύτερα ιδιωτικά σχολεία στην Ελλάδα, του Μωραΐτη, σε λιβανέζικο fund. Το κυρίαρχο μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού, το οποίο γιγαντώθηκε επί πρωθυπουργίας Σημίτη, είναι αυτό του εύκολου και αεριτζίδικου  πλουτισμού. Πρώτα, ανοήτως θεωρήθηκε ως ατμομηχανή της ελληνικής οικονομίας η οικοδομή και σε δεύτερη φάση επίσης ανοήτως, ο τουρισμός. Παράλληλα, το κράτος έδινε δουλειές στο μεγάλο κεφάλαιο, συχνά χωρίς αναθέσεις.

Στα προηγούμενα ας μην ξεχάσουμε και την τρέλα του χρηματιστηρίου επί Σημίτη, για να έρθει τελικά το σκάσιμο της φούσκας και η επαλήθευση του κανόνα «ο καρχαρίας καταβροχθίζει ανελέητα τη μαρίδα». Κανένας απολύτως σχεδιασμός για ανασυγκρότηση της βιομηχανίας, για ανάπτυξή της, για σοβαρή έρευνα, για τη στήριξη των βιοτεχνιών τις οποίες έχουν τσακίσει. Η έκθεση Πισσαρίδη, άλλωστε, θέλει να δώσει το τελικό χτύπημα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Η αποβιομηχάνιση της χώρας συνεχίζεται και το μερίδιο του δευτερογενούς τομέα στον παραγόμενο πλούτο της χώρας βαίνει μειούμενο εδώ και δεκαετίες. Το μοντέλο είναι πλέον υπερτουρισμός και αρπαχτές.

Στο άμεσο ή στο μακροπρόθεσμο μέλλον δεν αποκλείεται να πάμε σε μία κατάσταση πολιτικών αδιεξόδων για το σύστημα κατά την οποία δεν θα σχηματίζονται κυβερνήσεις, αυτοδύναμες ή συμμαχικές, με δεδομένη την κρίση της λεγόμενης κεντροαριστεράς (βλέπε σοσιαλδημοκρατίας) και την επικείμενη κρίση στη ΝΔ. Το αστικό μπλοκ θα αναζητήσει μοιραία διεξόδους για να εξασφαλίσει την επιθυμητή για αυτό σταθερότητα ή για να είμαστε πιο ακριβείς την κοινωνική ειρήνη.

Γ. Ορισμένες διευκρινίσεις προς άρση παρεξηγήσεων

α) Η απαίτηση για ένα άλλο μείγμα διαχείρισης (κοινωνικός φιλελευθερισμός) δεν λύνει το πρόβλημα των λαϊκών στρωμάτων. Ούτε δίνει απάντηση στα άμεσα προβλήματα για μία ουσιαστική ανακούφιση, ούτε πολύ περισσότερο στα μακροπρόθεσμα. Ούτε αμφισβητεί τον πυρήνα του νεοφιλελευθερισμού (ιδιωτικοποιήσεις, διάλυση εργασιακών σχέσεων κ.λπ.). Η πρόταση για ένα άλλο μείγμα διαχείρισης είναι ο καλύτερος τρόπος για να παραμείνουν εγκλωβισμένα τα λαϊκά στρώματα στη λογική της ενσωμάτωσης και όχι σε αυτή της ρήξης και σύγκρουσης. Άλλωστε και η σκληρή εκδοχή του νεοφιλελευθερισμού, μπορεί να ελίσσεται. Η παροχή επιδομάτων, έστω και πενιχρών, μπορεί να δημιουργεί αυταπάτες και αναχώματα και ως εκ τούτου να παράγει κοινωνικά και εκλογικά αποτελέσματα, κάτι που φάνηκε στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές.

β) Ο μεταπρατικός χαρακτήρας της ελληνικής αστικής τάξης δεν φέρνει στο προσκήνιο ένα όραμα για μια άλλη «υγιή» αστική τάξη που θα ανασυγκροτούσε την οικονομία. Κάτι τέτοιο θα ήταν απολύτως ουτοπικό και επικίνδυνο. Αυτό που τίθεται επί τάπητος είναι η συγκρότηση ενός κοινωνικοπολιτικού μετώπου ικανού να δημιουργήσει ρηγματώσεις στο σύστημα, να αναγεννήσει ένα κοινωνικό όραμα και να θέσει τις βάσεις για μία άλλη πορεία του τόπου. Ο Βασίλης Ραφαηλίδης με τον γνωστό του γλαφυρό τρόπο περιέγραφε με κάποια υπερβολή την ελληνική αστική τάξη (αφού έλεγε πως δεν είναι καν τάξη) αλλά και με μεγάλη δόση αλήθειας: «[…] οι κομπραδόροι (μεταπράτες μη παραγωγικοί, σαλτιμπάγκοι πάσης φύσεως) έχουν ανάγκη από έναν σταθερό “ιερό” πάσσαλο, γύρω απ’ τον οποίο θα μπορούσαν να γυρίζουν αιωνίως στο εθνικό αλώνι, αλέθοντας στάρι και κουτόχορτο ανάκατα, για τις ανάγκες ενός λαού που συνήθισε να τρέφεται με προγονικούς μύθους, που τους περιφέρει ανά την Εσπερία ζητώντας δάνεια για να κρατηθεί στη ζωή ένας ιστορικός τόπος, απ’ τον οποίο όντως εκπηγάζει ο σύγχρονος πολιτισμός. Πώς αλλιώς θα διατηρήσει τη συνοχή της μια αστική τάξη, που ούτε αστική είναι καλά καλά, ούτε εθνική; Τους Έλληνες αστούς, πρώην τσαρουχάδες χωρίς αστικές ρίζες, πάντα τους στενεύουν τα λουστρίνια, διότι ακόμα δεν ξεσυνήθισαν τα τσαρούχια.

»Οι Έλληνες αστοί, πάντα και σ’ όλες τις περιπτώσεις ήταν οι πρώτοι και καλύτεροι που συνεργάστηκαν με τον κάθε κατακτητή αυτού του δύσμοιρου τόπου. Η ελληνική εθνική αστική τάξη ούτε ελληνική είναι ούτε τάξη ούτε αστική. Είναι ένα κοπάδι κοπρόσκυλα, που πλούτισαν άνομα, κλέβοντας το δημόσιο ταμείο, είτε ως εργολάβοι είτε ως μεσάζοντες ξένων εταιρειών, που εκείνες παράγουν κι αυτοί μεταπωλούν αυτό που εκείνες παράγουν, χωρίς να παράγουν ούτε ποδήλατα. Μόνο καρφίτσες, κι αυτές της μιας χρήσεως γιατί στραβώνουν με την πρώτη. […]».

γ) Η «ανταρσία» των 11 είναι από μια άποψη περισσότερο «μυαλωμένη» σε σχέση με μία άκαμπτη και επιθετική πολιτική τύπου Άδωνι Γεωργιάδη. Η διαφοροποίησή τους δεν είναι απότοκη μιας φιλεύσπλαχνης προσέγγισης αλλά κατανοεί τον κίνδυνο των επερχόμενων κοινωνικών εκρήξεων που αν και πιθανώς θα είναι τυφλές, ίσως δημιουργήσουν τριγμούς και νέα πολιτικά υποκείμενα σε αντισυστημική κατεύθυνση. Επομένως, υπάρχει πίσω από όλες αυτές τις διαφοροποιήσεις και το στοιχείο του φόβου ή εν πάση περιπτώσει της ανασφάλειας από την πλευρά ενός μέρους του συστημικού μπλοκ.

δ) Η επισήμανση για ιδιαιτερότητα του ελληνικού καπιταλισμού δεν εξωραΐζει τους υπόλοιπους καπιταλισμούς. Ο καπιταλισμός είναι ένα βάρβαρο εκμεταλλευτικό σύστημα σε όλες του τις μορφές και επομένως το επίδικο είναι η ανατροπή του. Αλλά αν ο παγκόσμιος καπιταλισμός σαπίζει μία φορά, ο ελληνικός σαπίζει δύο, για να το πούμε σχηματικά.

ε) Η όποια στρατηγική της ελληνικής αστικής τάξης έχει βαθύνει περαιτέρω την οικονομική και πολιτική εξάρτηση της Ελλάδας. Αυτό το ζήτημα θέτει ένα διπλό καθήκον από την πλευρά των καταπιεζόμενων: την απεξάρτηση του τόπου αλλά και την κοινωνική απελευθέρωση. Το πρώτο καθήκον δεν θέλει ούτε και μπορεί να το αναλάβει καμία αστική δύναμη ενώ το δεύτερο είναι ιστορικό καθήκον της εργατικής τάξης με τη συνεπικουρία των επίσης καταπιεζόμενων κοινωνικών της συμμάχων.

Δ. Μερικά οικονομικά στοιχεία της ιδιαιτερότητας του ελληνικού καπιταλισμού

Όπως αναφέρει ο οικονομικός ιστορικός Μπάρι Άίχενγρκιν, «το παγκόσμιο ΑΕΠ μειώθηκε κατά ένα καταστροφικό 15% μεταξύ της κορυφής του 1929 και του πυθμένα του 1932. Το 2008 και το 2009, αντίθετα μειώθηκε κατά 1% και ήδη το 2010 η ανάπτυξη είχε επανέλθει».2 Επομένως, η κρίση του 2008, αν και δημιούργησε σεισμικές δονήσεις, φαίνεται πως ήταν λιγότερο επώδυνη για τον καπιταλισμό από αυτή του 1929, τουλάχιστον σε επίπεδο μείωσης του ΑΕΠ.

Στην κρίση, όμως, του 2008 υπήρχε και υπάρχει ένας ασθενής που νόσησε πολύ βαρύτερα από τους άλλους. Η Ελλάδα από το 2008 ως το 2016 γνώρισε μία μείωση του ΑΕΠ κατά 25%, δηλαδή μία πρωτοφανή μείωση, ενώ συγκρινόμενη με χώρες που έχουν παρόμοιο πληθυσμό (Πορτογαλία και Τσεχία) και ενώ τις ξεπερνούσε σε ΑΕΠ προ κρίσης, πλέον υπολείπεται. Αν τώρα τη συγκρίνουμε με χώρες όπως η Σουηδία (πάλι χώρα με παρόμοιο πληθυσμό) σε σχέση με την οποία ήδη υστερούσε σε ΑΕΠ, το χάσμα μεγάλωσε κι άλλο*.

Αν στα παραπάνω προσθέσουμε την αποβιομηχάνιση και την οικτρή κατάσταση της αγοραστικής δύναμης για τα οποία έχουμε κάνει ήδη αναφορά, τη μετανάστευση τη δεκαετία του 2010 –μία τεράστια αιμορραγία για την ελληνική κοινωνία– την υπογεννητικότητα, την ερήμωση της ελληνικής επαρχίας και την καταβαράθρωση των μισθών, τότε ποιος πραγματικά μπορεί να αρνηθεί την ελληνική ιδιαιτερότητα για τα ευρωπαϊκά δεδομένα;

*  *  *  *
Στην ταινία του Θόδωρου Αγγελόπουλου «Το βλέμμα του Οδυσσέα» υπάρχει μια σκηνή  με τον Θανάση Βέγγο να λέει «Η Ελλάδα πεθαίνει». Η σκηνή αυτή θα μπορούσε να εκληφθεί ως ένας φτηνός μελοδραματισμός. Αλλά αν κάποιος αναλογιστεί τι είναι αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα –για να είμαστε πιο ακριβείς στον λαό της– τότε θα αντιληφθεί ότι όχι μόνο μελοδραματισμός δεν είναι αλλά μία πραγματικότητα πέραν πάσης αμφιβολίας. Αυτό, λοιπόν, που τίθεται ως ανάγκη επί τάπητος είναι μία συντεταγμένη συζήτηση κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων που θα ηγηθούν μιας αντίστροφης πορείας.

* Βλέπε αναλυτικότερα Λιόσης Βασίλης, Μισός αιώνας από τη Μεταπολίτευση, σελ. 297-301, εκδ. ΚΨΜ, 2024.

0ΥποστηρικτέςΚάντε Like

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ ΑΠΟ ΣΥΝΤΑΚΤΗ

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ