Ο ακροκεντρώος Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν ανακοίνωσε την διάλυση της Γαλλικής Εθνοσυνέλευσης και τη διενέργεια εκλογών στις 30 Ιουνίου και επαναληπτικές στις 7 Ιουλίου μετά τη νίκη της άκρας δεξιάς στις ευρωεκλογές. Εκεί, ο αντιδημοφιλής πρόεδρος υπέστη νέα ήττα, καθώς το ακροδεξιό γαλλικό κόμμα «Εθνικός Συναγερμός» της Μαρίν Λεπέν και οι σύμμαχοί του κατέκτησαν την πλειοψηφία στον πρώτο γύρο των βουλευτικών εκλογών, ενώ δεύτερο ήρθε το «Νέο Λαϊκό Μέτωπο», μια συμμαχία ανάμεσα στα κόμματα των  «Σοσιαλιστών», των «Πρασίνων», το «Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα», την «Ανυπότακτη Γαλλία» του Μελανσόν και άλλους. Στον δεύτερο γύρο, το «Νέο Λαϊκό Μέτωπο» αναδείχτηκε πρώτο σε έδρες, ενώ ακολούθησε στη δεύτερη θέση ο κεντρώος συνασπισμός «Μαζί για τη Δημοκρατία» του Εμανουέλ Μακρόν και στην τρίτη θέση ο ακροδεξιός συνασπισμός υπό τη Μαρίν Λε Πεν. Παρά τις απανωτές ήττες του, ο πρόεδρος Μακρόν ισχυρίστηκε πως «κανείς δεν αναδείχθηκε νικητής στις βουλευτικές εκλογές», ενώ ξεκαθάρισε πως δεν θα ορίσει νέο πρωθυπουργό πριν τη λήξη των Ολυμπιακών Αγώνων που πραγματοποιήθηκε πρόσφατα, παρά το γεγονός πως το «Νέο Λαϊκό Μέτωπο» έχει προτείνει τη Λουσί Καστέ για υποψήφια πρωθυπουργό της Γαλλίας.

Στο παραπάνω φόντο, μιλήσαμε με τον Boris JM Differ, γραμματέα της επιτροπής διεθνών του Πόλου για την Κομμουνιστική Αναγέννηση στη Γαλλία (PRCF), ώστε να μας παρουσιάσει τις θέσεις της οργάνωσής του. Όπως μας αναφέρει «ο PRCF ιδρύθηκε το 2004 ως διάσπαση από το παλιό Γαλλικό “Κομμουνιστικό” Κόμμα (PCF) εξαιτίας της απώλειας όλων των κομμουνιστικών αρχών στο κόμμα, της ευθυγράμμισης του με τη σοσιαλδημοκρατία, τον ρεβιζιονισμό, την απόρριψη του μαρξισμού-λενινισμού και τη διαρκή οπορτουνιστική συμμαχία με το Σοσιαλιστικό Κόμμα, που οδήγησαν την αριστερή πολιτική στη Γαλλία σε απόλυτη πτώση, με αποτέλεσμα η πλειοψηφία της εργατικής τάξης να απέχει ή, ακόμη χειρότερα, να ψηφίζει την ακροδεξιά». Ο ίδιος σημειώνει πως «ο PRCF φιλοδοξεί να ξαναχτίσει ένα νέο Κομμουνιστικό Κόμμα στη Γαλλία με βάση το ιστορικό PCF, όταν ήταν πραγματικά κομμουνιστικό κατά τη διάρκεια των ηγεσιών του Μορίς Θορέζ και του Ζακ Ντουκλό μέχρι τη δεκαετία του ’60. Είμαστε ήδη στην πραγματικότητα ένα κομμουνιστικό κόμμα, στην οργάνωσή μας και στο καθημερινό μας έργο, αλλά δεν έχουμε πάρει το όνομα επειδή συνεργαζόμαστε με διάφορες κομμουνιστικές ομάδες, συνδικαλιστικούς ηγέτες και αγωνιστές και η διαδικασία για να διεκδικήσουμε επίσημα το στάτους του Κομμουνιστικού Κόμματος πρέπει να περάσει μέσα από συμφωνία με τους περισσότερους από αυτούς. Επειδή πιστεύουμε ότι ένα πραγματικό Κομμουνιστικό Κόμμα μπορεί να οικοδομηθεί μόνο με ένα ισχυρό τμήμα αγωνιστών στα συνδικάτα, και έτσι με την εργατική τάξη. Αυτή η διαδικασία, έχει πάρει μερικά χρόνια, αλλά είμαστε σίγουροι τώρα ότι μπορούμε να φτάσουμε σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα στη δυναμική να διεκδικήσουμε επίσημα το στάτους του Κομμουνιστικού Κόμματος».

«Ο λαός μας κατανοεί ότι η ύπαρξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποτελεί άμεση παραβίαση της λαϊκής βούλησης»

Αφού τον ρωτήσαμε για τη στάση του κόμματος στις πρόσφατες εκλογές, ο Differ μας απάντησε πως «ο PRCF συμμετείχε ενεργά και οργάνωσε μαζί με δώδεκα άλλα κόμματα, όπως το κόμμα κατά της παγκοσμιοποίησης (PARDEM) και διάφορες ενώσεις και οργανώσεις μια εκστρατεία μποϊκοτάζ των ευρωεκλογών. Ο λόγος είναι ότι η απόλυτη πλειοψηφία του γαλλικού λαού αρνείται να ψηφίσει σε αυτές τις εκλογές, επειδή ο λαός μας κατανοεί ότι η ύπαρξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποτελεί άμεση παραβίαση της λαϊκής βούλησης, επειδή απορρίψαμε το ευρωπαϊκό “σύνταγμα” στο δημοψήφισμα του 2005. Έτσι, είναι μέρος της ταξικής συνείδησης να προωθεί ενεργά το μποϊκοτάζ, καθώς και επειδή το κύριο μήνυμα του πολιτικού αστικού συστήματος ήταν “ΨΗΦΙΣΤΕ !”, δεν έχει σημασία για ποιον, αλλά ΨΗΦΙΣΤΕ ! Θέλουν απεγνωσμένα να παρουσιάσουν την ΕΕ ως δημοκρατική, οπότε το να καταφέρουν να κάνουν το μεγαλύτερο μέρος του λαού μας να πάει να ψηφίσει στις εκλογές ήταν ένας βασικός στόχος για να γίνει αποδεκτή αυτή η αντιδημοκρατική ιμπεριαλιστική ένωση. Το γεγονός ότι η πλειοψηφία του 51% αρνήθηκε και πάλι να ψηφίσει είναι κάτι που μας έδωσε μια σημαντική πολιτική στήριξη. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι η ψήφος στην πραγματικότητα ευνόησε την ακροδεξιά και κατάφερε να κερδίσει με μεγάλο πλεονέκτημα τις εκλογές έναντι της λίστας Μακρόν και των αριστερών λιστών. Το κάλεσμα για αποχή ήταν ένας άμεσος τρόπος να αντιμετωπιστούν οι ψήφοι της ακροδεξιάς. Φυσικά δεν μπορούσαμε να το αποτρέψουμε αυτό αλλά σε μεγάλο βαθμό είναι αποτέλεσμα της επίσημης πολιτικής προπαγάνδας του συστήματος που προσπαθεί να πείσει την εργατική τάξη ότι η ακροδεξιά είναι κατά της ΕΕ (κάτι που δεν ισχύει) και με αυτό τον τρόπο την πείθει να ψηφίσει μαζικά το κόμμα της Λεπέν. Μια ολοκληρωτική καταστροφή».

«Το αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν ο Μακρόν να διαλύσει την Εθνοσυνέλευση, για να προσφύγει στη “λαϊκή βούληση”, το πραγματικό αίτημα ήταν η παραίτησή του, αλλά φυσικά δεν πρόκειται να εγκαταλείψει το Μέγαρο των Ηλυσίων χωρίς να τον αναγκάσουν. Σε αυτές τις νέες αναμενόμενες βουλευτικές εκλογές, παρουσιάσαμε κάποιους υποψηφίους σε αρκετές περιφέρειες στον πρώτο γύρο των εκλογών. Για τις άλλες περιφέρειες του δεύτερου γύρου υποστηρίξαμε ορισμένους υποψηφίους του κόμματος του Μελανσόν και του PCF, αλλά μόνο αν μπορούσαν να ανταποκριθούν σε κάποια ελάχιστα κριτήρια για τα οποία θα αναφερθώ παρακάτω» προσέθεσε.

«Το Νέο Λαϊκό Μέτωπο δεν έχει ένα πραγματικά ομοιογενές πρόγραμμα»

Συγκεκριμένα, για τις πολιτικές θέσεις του «Νέου Λαϊκού Μετώπου», ο Differ σημειώνει πως «το NFP δεν έχει ένα πραγματικά ομοιογενές πρόγραμμα, εκτός από κάποιες συμφωνίες για κάποιες βασικές πολιτικές, όπως η αύξηση του κατώτατου μισθού κλπ. Και δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά, όταν έχεις κόμματα όπως το οικολογικό και το Σοσιαλιστικό Κόμμα (SP) που είναι σοσιαλφιλελεύθερα και εννοείται νεοφιλελεύθερα, ενώ η πολιτική τους βρίσκεται σε ανοιχτή αντίθεση με το πρόγραμμα του κόμματος του Μελανσόν στα περισσότερα θέματα. Το λεγόμενο Γαλλικό “Κομμουνιστικό” Κόμμα παίζει εκεί μόνο έναν περιθωριακό ρόλο και, όπως πάντα, καταλήγει να ακολουθεί ως δορυφόρος το SP, ασκώντας μέγιστη πίεση στο κόμμα του Μελανσόν να αποσύρει τις περισσότερες ριζοσπαστικές προτάσεις του. Σε διεθνές επίπεδο, η κατάσταση είναι πρακτικά η ίδια. Το κόμμα του Μελανσόν υποστηρίζει την παλαιστινιακή υπόθεση, ενώ τα υπόλοιπα κόμματα ευθυγραμμίζονται με τα συμφέροντα και την προπαγάνδα του Ισραήλ. Δεν υπάρχει δυνατότητα συμφωνίας σε αυτό το θέμα. Στην περίπτωση της Ουκρανίας, η κατάσταση είναι ακόμη χειρότερη, διότι το SP και οι οικολόγοι είναι οι χειρότεροι πολεμοκάπηλοι και οι εντονότεροι υποστηρικτές του φασιστικού καθεστώτος της Ουκρανίας, ακόμη χειρότερα και από τη “διπλωματία” του Μακρόν. Το καλύτερο παράδειγμα είναι η θέση του Ραφαέλ Γκλικσμάν, ενός από τους δεξιούς ηγέτες του SP, οι οποίοι ουσιαστικά εργάζονται για το NED και το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ και θέλουν η Γαλλία να υποστηρίξει πλήρως το Κίεβο, μπαίνοντας σε ανοιχτό πόλεμο με τη Ρωσία! Αυτός ο τύπος κατάφερε να κατηγορήσει τον Μακρόν ότι δεν είναι αρκετά ευθυγραμμισμένος με τις ΗΠΑ και το φασιστικό καθεστώς του Κιέβου!».

Αντίθετα, προσθέτει πως «το κόμμα του Μελανσόν είναι το μόνο στο NFP που απορρίπτει την πρόταση για άμεση στήριξη της Ουκρανίας και αποστολή όπλων αν και όχι ομοιογενώς. Για παράδειγμα, η Μανόν Ομπρί, η οποία εκπροσωπεί το κόμμα τους στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υποστηρίζει ανοιχτά την Ουκρανία σε αντίθεση με την εθνική πολιτική του κόμματος. Έτσι, ο οπορτουνισμός είναι λίγο πολύ παρών σε όλα αυτά τα σοσιαλδημοκρατικά/σοσιαλφιλελεύθερα κόμματα του NFP, με μεγαλύτερη ή μικρότερη παρουσία ανάλογα με τις πολιτικές παρατάξεις. Το χειρότερο είναι το SP. Για το λόγο αυτό, εμείς, ως PRCF, στηρίξαμε μόνο κάποιους υποψηφίους του κόμματος του Μελανσόν στον δεύτερο γύρο των βουλευτικών εκλογών, μόνο όταν απαντούσαν ξεκάθαρα σε κάποια από αυτά τα θέματα, όπως οι αντιπολεμικές θέσεις για την Παλαιστίνη και την Ουκρανία, η υπεράσπιση των κοινωνικών συμφερόντων της εργατικής τάξης, και ούτω καθεξής».

«Πύρρειος νίκη» κατά της Λεπέν

Στον δεύτερο γύρο των εθνικών εκλογών της Γαλλίας, τουλάχιστον 200 υποψήφιοι από το «Λαϊκό Μέτωπο» και τον ακροκεντρώο συνασπισμό του Μακρόν αποσύρθηκαν, ώστε σύμφωνα με τα λόγια του Γκλικσμάν «να σφυρηλατήσουν ένα ενωμένο φράγμα ενάντια στην ακροδεξιά». Ωστόσο, ο Μακρόν δεν ήταν ξεκάθαρος αν «το φράγμα ενάντια στην ακροδεξιά» περιλάμβανε  όσους υποψηφίους του «Νέου Λαϊκού Μετώπου» προέρχονται από το κόμμα «Ανυπότακτη Γαλλία» (LFI) του Ζαν-Λικ Μελανσόν. Αντίθετα, ο Bruno Le Maire, σύμμαχος του Μακρόν και υπουργός Οικονομικών, απέκλεισε κατηγορηματικά το ενδεχόμενο να παροτρύνει τους ψηφοφόρους να επιλέξουν έναν υποψήφιο LFI, υποστηρίζοντας πως «το LFI είναι ένας κίνδυνος για το έθνος, όσο και το Εθνικό Μέτωπο είναι κίνδυνος για τη Δημοκρατία». Σε κάθε περίπτωση, η ακροδεξιά συμμαχία υπό τη Μαρίν Λε Πεν έλαβε ποσοστό 37,06%, το «Νέο Λαϊκό Μέτωπο» έλαβε 25,81% και ο προεδρικός συνασπισμός «Μαζί για τη Δημοκρατία» έλαβε 24,53%. Η Le Monde μέτρησε 224 αποχωρήσεις, συμπεριλαμβανομένων 134 από τα αριστερά και 82 από το προεδρικό στρατόπεδο, με αποτέλεσμα τη συσπείρωση των ψηφοφόρων ενάντια στο εκάστοτε υποψήφιο της Λεπέν, οι οποίοι στο πλαίσιο του μονοεδρικού εκλογικού συστήματος δεν εξασφάλισαν καμία έδρα εκεί όπου ήρθαν δεύτεροι. Έτσι, πρώτο σε έδρες αναδείχθηκε το «Νέο Λαϊκό Μέτωπο», ενώ ακολούθησε στη δεύτερη θέση ο προεδρικός συνασπισμός «Μαζί για τη Δημοκρατία» του Εμανουέλ Μακρόν και στην τρίτη θέση ο ακροδεξιός συνασπισμός υπό τη Μαρίν Λε Πεν. Ο Τζόρνταν Μπαρδέλα του ακροδεξιού «Εθνικού Συναγερμού» (RN) έκανε λόγο για μια «ανίερη συμμαχία» που στέρησε από τον γαλλικό λαό «μια πολιτική ανάκαμψης», ενώ η Λεπέν δήλωσε ότι η νίκη του RN «απλώς αναβλήθηκε».

Ρωτήσαμε τον Differ αν η παραπάνω τακτική θα μπορούσε να ενισχύσει τελικά το ψευδοαντισυστημικό προσωπείο της Λεπέν. «Ναι. Στην πραγματικότητα, κατέληξαν στο να δώσουν στο κόμμα της Λεπέν την εμφάνιση του θύματος του αντιδημοκρατικού εκλογικού συστήματος, όπου το συνολικό ποσό της ψήφου των πολιτών δεν έχει σημασία, αλλά είναι απλώς θέμα πολιτικής συμφωνίας να δοθούν περισσότερες ψήφοι σε έναν υποψήφιο σε κάθε περιφέρεια (πλειοψηφικό σύστημα έναντι του αναλογικού). Έτσι, το κόμμα της Λεπέν έχει πάνω από 10 εκατομμύρια ψήφους, το NFP μόνο 7, ο Μακρόν 5 ή 6, αλλά έχουν περισσότερες κοινοβουλευτικές έδρες από την ακροδεξιά. Εμείς, φυσικά, πανηγυρίσαμε το γεγονός ότι η ακροδεξιά δεν απέκτησε την απόλυτη πλειοψηφία, αλλά το να γίνει αυτό χρησιμοποιώντας τα αντιδημοκρατικά χαρακτηριστικά του εκλογικού συστήματος είναι μια πύρρειος νίκη, που δίνει μόνο μεγαλύτερη υποστήριξη στη Λεπέν για τις επόμενες προεδρικές εκλογές» απαντά.

«Η Λεπέν πλέον δηλώνει ανοιχτά ότι είναι υπέρ της ΕΕ και του ΝΑΤΟ»

Με αφορμή τα παραπάνω, του θέσαμε το ερώτημα γιατί η ακροδεξιά Μαρίν Λεπέν καταφέρνει να ψηφιστεί από πολλούς εργαζόμενους εμφανιζόμενη ως «αντισυστημική». «Το μεγαλύτερο μέρος της εργατικής τάξης, που ψήφιζε το PCF και το SP, τις δεκαετίες 70-80, έχει εξαπατηθεί και προδοθεί συστηματικά από αυτούς, με αποτέλεσμα το μεγαλύτερο μέρος της εργατικής τάξης να πηγαίνει στην αποχή ή να ψηφίζει ακροδεξιά» απαντά ο Differ και προσθέτει:

«Μια άλλη πτυχή είναι η πλήρης απόρριψη της ΕΕ και η απώλεια της συνολικής λαϊκής και εθνικής κυριαρχίας στη Γαλλία προς όφελος της υπερεθνικής ιμπεριαλιστικής ένωσης. Η πλειοψηφία της εργατικής τάξης κατανοεί σωστά το ρόλο της ΕΕ από τη δημιουργία της με τη συνθήκη της Ρώμης το 1957, ως βασικό εργαλείο για την καταστροφή των βιομηχανιών, τη συστηματική διάλυση των κοινωνικών δικαιωμάτων, της κοινωνικής ασφάλισης, των δημόσιων υπηρεσιών κ.λπ. Έτσι, η εργατική τάξη δεν θέλει πια να υποστηρίζει το PCF, το SP και όλα εκείνα τα κόμματα που είναι υπέρ της ΕΕ. Το κίνημα της Λεπέν επωφελήθηκε από αυτή την κατάσταση κάνοντας κάποιες ομιλίες κατά της ΕΕ για να κερδίσει την ψήφο της εργατικής τάξης και το πέτυχε. Ακόμα και τώρα οι Λεπέν και Μπαρντελά δηλώνουν ανοιχτά ότι είναι υπέρ της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Γι’ αυτό είναι υψίστης σημασίας για το νέο κομμουνιστικό κόμμα να μιλήσει στην εργατική μας τάξη και να παρουσιάσει μια εναλλακτική λύση. Γι’ αυτό έχουμε στο κεντρικό μας πρόγραμμα το FREXIT κατά της ΕΕ, του ευρώ και του ΝΑΤΟ ως άμεση πρόταση προς την εργατική μας τάξη. Σε κάθε περίπτωση δεν είναι δυνατόν να φτάσουμε σε μια τέτοια δυνατότητα χωρίς να ανοίξουμε το δρόμο προς το σοσιαλισμό» .

«Υποστηρίζουμε τους αγώνες των λαών που έχουν υποστεί εκμετάλλευση από τον γαλλικό και συνολικά τον δυτικό ιμπεριαλισμό»

Τέλος, αναφερθήκαμε στις σημαντικές εξελίξεις παρατηρούνται και στις πρώην γαλλικές αποικίες, καθώς ο γαλλικός ιμπεριαλισμός ανατράπηκε στις χώρες του Σαχέλ, ενώ το προηγούμενο διάστημα υπήρξαν μαζικές κινητοποιήσεις στη Νέα Καληδονία, η οποία αποτελεί υπερπόντια κτήση της Γαλλίας στον Ειρηνικό ωκεανό. Με αυτή την αφορμή, ρωτήσαμε τον Differ ποια είναι η θέση του Πόλου για την Κομμουνιστική Αναγέννηση στη Γαλλία (PRCF) και των άλλων γαλλικών κομμάτων σχετικά με τα παραπάνω αντιαποικιακά κινήματα.

Ο ίδιος ξεκαθαρίζει πως «ο αντιιμπεριαλισμός και ο αντιαποικιοκρατισμός είναι δύο θεμελιώδεις άξονες της διεθνούς πολιτικής για το PRCF. Υποστηρίξαμε πλήρως την αντιιμπεριαλιστική κινητικότητα από την Μπουρκίνα, το Μάλι και τον Νίγηρα ενάντια στον ιμπεριαλισμό της γαλλικής αστικής τάξης. Τους υποστηρίξαμε επίσης όταν απομάκρυναν τα αμερικανικά στρατεύματα. Πιστεύουμε ότι είναι σημαντικό να ενισχυθεί η αντιιμπεριαλιστική αλληλεγγύη μεταξύ του λαού μας και των άλλων λαών που έχουν υποστεί εκμετάλλευση από τον γαλλικό ιμπεριαλισμό και τον ιμπεριαλισμό του δυτικού μπλοκ στο σύνολό του».

«Η περίπτωση της Νέας Καληδονίας είναι πιο περίπλοκη επειδή εξακολουθεί να αποτελεί μέρος της γαλλικής επικράτειας. Η πολιτική της αποικιοκρατίας έχει προωθηθεί από τις διάφορες “αριστερές” και “δεξιές” κυβερνήσεις τις τελευταίες δεκαετίες. Υποστηρίζουμε το δικαίωμα του λαού των Κανάκ στον αυτοκαθορισμό και επομένως να έχουν ένα πραγματικά διαφανές δημοψήφισμα όταν θα μπορούν να αποφασίσουν αν θέλουν ανεξαρτησία ή όχι. Στην περίπτωση που η πλειοψηφία ψηφίσει να παραμείνει εντός της γαλλικής δημοκρατίας, κάτι που είναι πιθανόν, θα πρέπει ακόμα να εργαστούμε για την αποαποικιοποίηση στο εσωτερικό της χώρας. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο με τον βαθύ μετασχηματισμό των κοινωνικο-οικονομικών σχέσεων στο αρχιπέλαγος. Η ταξική εκμετάλλευση του λαού των Κανάκ και ο δομικός ρατσισμός είναι και διαλεκτικά συνυφασμένα» καταλήγει.