Τα παιχνίδια του μυαλού είναι παράξενα. Διαβάζοντας τη συλλογή διηγημάτων «Γλυφό νερό», της Αθηνάς Παπανικολάου, είχα την αίσθηση πως μεταφερόμουν στον κινηματογράφο και ξανάβλεπα τον «Θίασο». Στην ταινία – προσκυνητάρι κάθε σκεπτόμενου ανθρώπου ο Θ. Αγγελόπουλος με όχημα ένα «μπουλούκι», έναν περιπλανώμενο θίασο διατρέχει τη σύγχρονη Ελληνική ιστορία μέσα από μικρές και μεγάλες ιστορίες που εκτυλίσσονται κυρίως στη βαριά, βροχερή, ομιχλώδη δυτική Μακεδονία και στη δύσκολη, κλειστή και γεμάτη αντιθέσεις κοινωνία της.
Αντίστοιχη διαδρομή αισθάνθηκα να ακολουθώ και με τα 17 διηγήματα της συλλογής «Γλυφό νερό». Ξεκινώντας από το Βόιο Κοζάνης, τον τόπο και τη ρίζα της Παπανικολάου, από το σπίτι, το σκολειό, το χωράφι της μικρής επαρχίας ταξιδεύεις στο χώρο και στον χρόνο και, κυρίως, στην ιστορία. Μεταφέρεσαι από τη Μικρασία του 1922 στη σκληρή άνοιξη του 1944, από τον Εμφύλιο στους σύγχρονους φτωχοδιάβολους, στα πρώτα κύματα Αλβανών που ήρθαν στην Ελλάδα ως πρόσφυγες, άλλη μια χάντρα στο κομπολόι του εφιάλτη της προσφυγιάς σε αυτήν την πολύπαθη περιοχή του πλανήτη.
Οι μικρές και οι μεγάλες στιγμές της ζωής, ο άνθρωπος και το κτήνος, δυο παιδιά ερωτευμένα αλλά και το κοριτσάκι που βιάστηκε και από την σιωπή, ο γάμος αλλά κι ο θάνατος. Τις «διηγούνται» οι αγαπημένες φιγούρες, τα οικεία πρόσωπα: Η μάνα – Παναγιά, που είναι γλυκιά σαν τον «σιμιγδαλένιο χαλβά» που τη γεύση του έχουμε από παιδιά στο στόμα, αλλά και βράχος στη δύσκολη την ώρα, η μορφή της Μάγδας Φύσσα είναι ζωγραφισμένη. Η γυναίκα, η παντρεμένη με αυτόν «που της έδωσαν», που βιώνει τον Εμφύλιο βλέποντας τους δολοφονημένους αγωνιστές να τους «παίρνει το ποτάμι» (της λήθης άραγε;). Ο πατέρας που αγωνίζεται να σώσει τον γιό του, στη δίνη του 1944, όπως ο πατέρας από τη Συρία σήμερα παλεύει να σώσει το μωρό του στα παγωμένα νερά του Αιγαίου.
Δίπλα τους, η μορφή του δάσκαλου! Του δάσκαλου που το πεδίο της μάχης του είναι τυπικά μικρό, η αίθουσα ενός επαρχιακού σχολείου, που δεν θα τον γράψει η ιστορία ούτε θα τον ανταμείψει η «υπηρεσία». Ο δάσκαλος που τη μάχη να καταλάβουν οι μαθητές/τριες μια λέξη, ένα ποίημα, τη δίνει καθημερινά με τόση αγωνία σαν να είναι η τελευταία και φτάνει μαζί τους στον παράδεισό που έχει, όπως αυτός του Λόρκα, «μια πηγούλα κι ένα ποταμάκι, κρύφιο ποταμάκι και μικρή πηγή». Κι αν η πηγή στην Ανδαλουσία είχε καθαρό και γάργαρο νερό, η πηγή από την οποία πίνει ο δάσκαλος έχει «Γλυφό νερό», ξέρει πως η νίκη είναι πρόσκαιρη, πρόσκαιρα θα ξεδιψάσει, αύριο πάλι θα έχει να πολεμήσει. Αυτήν τη μάχη την μεταφέρει με τόσο ζωντανό λόγο η Αθηνά Παπανικολάου, την έδινε άλλωστε και η ίδια καθημερινά για πολλά χρόνια.
Το «Γλυφό νερό» είναι μια πολύ καλή αφορμή να καθίσουμε αναπαυτικά και να διαβάσουμε. Να διαβάσουμε και να ταξιδέψουμε. Να ταξιδέψουμε και να χαμογελάσουμε ή και να σφιχτεί η ψυχή μας. Και όταν το τελειώσουμε, σαν τις σκυταλοδρομίες των μαθητικών γυμναστικών επιδείξεων, να το δώσουμε στον διπλανό/η μας, το ίδιο το βιβλίο ή την πληροφορία. Τις κρήνες του αληθινού λόγου εμείς μόνο μπορούμε να τις ανοίξουμε!
«Γλυφό νερό», Αθηνά Παπανικολάου, Ενύπνιο