Στο λιμάνι της Ρόδου έκανε, λοιπόν, «πρεμιέρα» η υλοποίηση του «δόγματος Χρυσοχοΐδη». Βάσει αυτού, ενεργοποιείται ο αντιρατσιστικός νόμος εναντίον διαδηλωτών που ενδέχεται να… διαταράξουν το ταξιδιωτικό πρόγραμμα τουριστών από το Ισραήλ. Για ορισμένες από τις 14 προσαγωγές που έγιναν εκεί, η «παραβίαση του αντιρατσιστικού νόμου» ήρθε να προστεθεί στις πατροπαράδοτες κατηγορίες της «βίας κατά υπαλλήλων» και της «απείθειας».
Χρήζει ιδιαίτερης προσοχής η επιστράτευση του αντιρατσιστικού νόμου εναντίον εκδηλώσεων που εκφράζουν αλληλεγγύη στον παλαιστινιακό λαό και αποτροπιασμό για τη συντελούμενη – και πασιφανή, πλέον – γενοκτονία και εθνοκάθαρση σε βάρος του. Χρήζει προσοχής, διότι δεν είναι, απλώς, άλλος ένας κατασταλτικός «μπαμπούλας». Πρόκειται και για την πλήρη υιοθέτηση του προπαγανδιστικού ισραηλινού μυθεύματος που διατείνεται ότι μαρτυρά αντισημιτισμό – άρα ρατσισμό – η εναντίωση στις πολιτικές του Τελ Αβίβ.
Αντισημιτισμό και ρατσισμό υποτίθεται ότι προδίδει, όχι μόνο η δεδηλωμένη απέχθεια προς το διαχρονικό status της κατοχής, των εποικισμών, των διαρκών παραβιάσεων του διεθνούς δικαίου, των εκδιώξεων Παλαιστινίων από τη γη τους (εν ολίγοις όσων συνέβαιναν επί χρόνια και δεκαετίες), αλλά ακόμη και η φρίκη για τα επιπρόσθετα εξωφρενικά εγκλήματα, των οποίων η διάρκεια και η έκταση φάνταζαν αδιανόητες στον 21ο αιώνα. Δηλαδή για όσα γίνονται σήμερα.
Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι ο σιωνιστικός ζήλος, υστερικά και μονότονα συνάμα ρίχνει τη ρετσινιά του «αντισημιτισμού – ρατσισμού» πάνω σε… οποιονδήποτε κινείται. Εκτός αν κινείται στις ράγες μιας προπαγάνδας, η οποία μπορεί πλέον να έχει διεισδυτικότητα μόνο σε τάξεις απερίγραπτα αδαών και εθελοτυφλούντων.
Κάπως έτσι, είδαμε ως τώρα τους αδίστακτους σφαγείς που κυβερνούν το σημερινό Ισραήλ να επικρίνουν για «αντισημιτισμό και ρατσισμό» – αν και με διαφοροποιήσεις, κατά περίπτωση, στις διατυπώσεις του «κατηγορητηρίου» – τον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ, τις… μισές υπηρεσίες και τα όργανα του Οργανισμού (ανάμεσά τους και το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων), τον εισαγγελέα του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου Καρίμ Χαν, τον Πάπα Φραγκίσκο, ηγέτες χωρών που κάποια στιγμή άρθρωσαν ένα «όχι κι έτσι», αμέτρητες οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, πανεπιστήμια, κ.α. Φυσικά για τους απανταχού διαδηλωτές κατά της γενοκτονίας, που τώρα μεθοδεύεται και μέσω επιβαλλόμενου λιμού, δεν γεννάται θέμα: Όλοι είναι φανατικοί «αντισημίτες – ρατσιστές»…
Ε, αυτά τα εμέσματα τα πήρε ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης και πάνω τους «θεμελίωσε» τη χρήση του αντιρατσιστικού νόμου, εναντίον της συμπαράστασης στους Παλαιστίνιους. Κι αυτό έχει μεγάλη σημασία.
Αλήθεια, πότε άλλοτε και για χάρη ποιάς – πέραν του Ισραήλ – χώρας βαφτίστηκαν «ρατσιστικές» κινήσεις καθαρά πολιτικές και συμβολικές, που ουδεμία σχέση είχαν με φυλετικές παραμέτρους; Εξ όσων γνωρίζουμε, ποτέ και πουθενά.
Στη Ρόδο, όπου πρόσφατα «έπιασε δουλειά» ο αντιρατσιστικός νόμος, τον Μάιο του 1976 οι κάτοικοι εμπόδισαν την αποβίβαση των πληρωμάτων δυο πλοίων του 6ου Αμερικανικού Στόλου (θα ήταν η πρώτη τέτοια «επίσκεψη» στο νησί, αφ’ ότου η Ελλάδα είχε αποχωρήσει από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ). Και με σύμφωνη γνώμη του Δημοτικού Συμβουλίου, που είχε κηρύξει ανεπιθύμητα τα πληρώματα των δυο πλοίων.
«Χαμός» έγινε τότε στη Ρόδο (συγκρούσεις με τα ΜΑΤ, τραυματισμοί, συλλήψεις). Πολύ θύμωσε με τη ματαίωση της αποβίβασης η κυβέρνηση Καραμανλή, που τότε επεδίωκε την επαναφορά των ελληνοαμερικανικών σχέσεων στις… εργοστασιακές ρυθμίσεις. Ένα μήνα νωρίτερα είχε υπογράψει συμφωνία με την Ουάσινγκτον για στρατιωτική συνεργασία των δυο χωρών και παραμονή των βάσεων.
Η κυβέρνηση τότε εξέφρασε με πολιτικούς όρους την οργή της για μια πολιτική διαμαρτυρία, «αμολώντας» και μερικά περί «αναρχικών εκδηλώσεων». Δεν βρέθηκε πάντως κανείς δικός της, τόσο γελοίος, ώστε να ισχυριστεί ότι τα κίνητρα των διαδηλωτών ήταν… ρατσιστικά, εναντίον των Αμερικανών.
Μιλώντας για λιμάνια, μπορούμε να «ταξιδέψουμε» νοερά σε έναν άλλον Μάιο, εκείνον του 1981. Τότε που άρχισαν να ξεψυχούν οι Ιρλανδοί φυλακισμένοι απεργοί πείνας, με πρώτον τον Μπόμπι Σανς. Σε όλον τον κόσμο γίνονταν διαδηλώσεις, καίγονταν βρετανικές σημαίες και εκτοξεύονταν μπογιές εναντίον ελλιμενισμένων βρετανικών εμπορικών πλοίων. Δεν θυμάται ο γράφων κανέναν να τα αποδίδει όλα αυτά σε ρατσισμό κατά των Άγγλων κι όχι στην οργή για τη στάση της κυβέρνησης Θάτσερ, στη συγκεκριμένη υπόθεση.
Αμέτρητα – προγενέστερα ή μεταγενέστερα – γεγονότα θα μπορούσαν να παρατεθούν ως παραδείγματα, αλλά η ουσία είναι φανερή: Μπορείς να κατηγορήσεις όποιες κυβερνήσεις, όποια καθεστώτα και όποιους στρατούς θέλεις – η γνώμη σου θα κριθεί με γνώμονες πολιτικούς και ηθικούς. Το ίδιο και η μορφή που θα προσλάβει η έκφραση της άποψης ή και της αγανάκτησής σου. Μόνο για το Ισραήλ μην το κάνεις, διότι τότε θ’ αρχίσει το παραμύθι του… ρατσισμού.
Εξυπακούεται ότι πρόκειται για μια αντίληψη απολύτως διεστραμμένη που «εγγυάται» πραγματικότητα αντεστραμμένη… Η «ηθική» βάση της διαχρονικής θηριωδίας του Ισραήλ εναντίον των Παλαιστινίων είναι ένα κράμα «κλασσικού» ρατσισμού («ανώτερη» και «περιούσια» φυλή εκείνοι, «κατώτεροι» ή και «υπάνθρωποι» οι άλλοι) και θρησκευτικού φανατισμού, άκρως… βολικού: Βάσει της Βίβλου όλα εκείνα τα εδάφη τους ανήκουν, άρα δικαιούνται να επεκταθούν. Όσο θέλουν, όσο μπορούν.
Κι ας μη νομίσει κανείς ότι όλα αυτά ακούγονται μόνο στα τελευταία χρόνια, δηλαδή στην εποχή της ανόδου της θρησκευτικής ακροδεξιάς στο Ισραήλ, όπου κυβερνούν πλέον τύποι σαν τον Μπεν Γκβιρ, ο οποίος μερικά χρόνια νωρίτερα ως δικηγόρος υπερασπιζόταν εξτρεμιστές – εμπρηστές χριστιανικού ναού, στην Ιερουσαλήμ. Αυτά τα περί «βιβλικού δικαιώματος» ήταν επωδός στα χείλη και «κοσμικών» ηγετών και κυβερνώντων, προ πενήντα και πλέον ετών.
Το διαρκές έγκλημα, η κρουαζιέρα και η υποκρισία
Αλλά ας επανέλθουμε στο «κατηγορητήριο» εναντίον των εν Ελλάδι διαδηλώσεων, όπως αυτό διαμορφώθηκε έπειτα από τη ματαίωση της αποβίβασης Ισραηλινών τουριστών στη Σύρο. Πλάι στα… παλαβά περί ρατσισμού, προβλήθηκε και η (συγγενής αλλά πιο συγκρατημένη) άποψη ότι πρόκειται για συλλογική τιμωρία. Η οποία οδηγεί σε επικίνδυνες ατραπούς, κλπ.
Προτού μετρήσουμε την «ειλικρίνεια» όσων θυμήθηκαν τώρα την έννοια «συλλογική τιμωρία», παραθέτουμε ένα απόσπασμα από σχετικό άρθρο (25/7/2025) του Γιώργου Καρελιά στο News247:
«Είναι θεμιτό να ‘τιμωρούνται’ πολίτες μιας χώρας για όσα κάνει η κυβέρνησή τους; Ας το δούμε. Πρώτον, σιγά την ‘τιμωρία’. Οι Ισραηλινοί της κρουαζιέρας απλώς δεν αποβιβάστηκαν στη Σύρο, πήγαν παρακάτω, που και (άλλα) προϊόντα έχει και καζίνο. Δεύτερον, αν μια χώρα έχει κυβέρνηση που διαπράττει εγκλήματα πολέμου, υπάρχει ενεχόμενο να τιμωρηθούν και ομάδες και καλλιτέχνες και (σκέτοι) πολίτες της (…) Δεν θα εξισώσουμε το έγκλημα πολέμου με την παρεμπόδιση ενός κρουαζερόπλοιου να δέσει στη Σύρο. Δεν έπαθαν δα τίποτα οι επιβάτες του, πήγαν αλλού για την αναψυχή τους (…) Για να το πούμε όσο καθαρά γίνεται: αν μια κυβέρνηση της χώρας μας έκανε αυτά που το Ισραήλ κάνει στη Γάζα και αν ο πρωθυπουργός της Ελλάδας κατηγορούνταν ως εγκληματίας πολέμου (άπαγε της βλασφημίας, ευτυχώς δεν κατηγορείται!) εμείς δεν θα πηγαίναμε κρουαζιέρες. Θα αισθανόμασταν ντροπή».
Θα προσθέταμε κάτι: Κι αν δεν αισθανόμασταν ντροπή, θα είχαν κάθε δικαίωμα οι άλλοι να μας υπενθυμίσουν ότι θα οφείλαμε να τη νιώθουμε.
Με αφορμή τα της Σύρου, ένας απερίγραπτος εσμός ακροδεξιών, δεξιών και ακρο-κεντρώων άρχισε να ουρλιάζει για τη φοβερή και τρομερή «συλλογική τιμωρία». Εάν δει κανείς ποιοι τον απάρτιζαν, θα διακρίνει άφθονους, έμμεσους ή άμεσους υποστηρικτές ή «διακοσμητές» της γενοκτονίας, με «επιχειρήματα» που περιστρέφονται γύρω από τη ιδέα ότι είναι περίπου δικαιολογημένη, όχι απλώς κάποια συλλογική τιμωρία, αλλά η συλλογική εξολόθρευση των κατοίκων της Γάζας, επειδή είχαν εκλέξει τη Χαμάς.
Αλήθεια, ποιες «συλλογικές τιμωρίες» σε βάρος Ισραηλινών πολιτών θα μπορούσε να δικαιολογήσει τούτη η άθλια λογική, αν λάβουμε υπόψη πόση ανοχή, συναίνεση ή και ενθάρρυνση σε αμέτρητα εγκλήματα του καθεστώτος – απαρτχάιντ έχουν παράσχει μεγάλα τμήματα της κοινωνίας του «περιούσιου» κράτους – δήμιου; Και στη Δυτική Όχθη, όπου δεν αναδείχθηκε ηγεμονική δύναμη η Χαμάς, ποια είναι η «ηθική βάση» (λέμε, τώρα…) των πρακτικών καθαρής εθνοκάθαρσης, που εφαρμόζονταν και πολύ πριν την 7η Οκτωβρίου 2023; Προφανώς δεν αναμένει κανείς απάντηση – ρητορικά είναι τα ερωτήματα.
Εδώ όμως έχουμε ένα σχήμα που δεν το χωράει ο ανθρώπινος νους: Εκλαμβάνουν ως απαράδεκτη «συλλογική τιμωρία» την… τροποποίηση μιας κρουαζιέρας εκείνοι οι τύποι που αναζητούν στη «συν-ευθύνη» του πληθυσμού της Γάζας δικαιολογίες για να «ξεπλύνουν» μια γενοκτονία. Εκείνοι που μας «βομβάρδιζαν» συνεχώς – επί μήνες- με τα υψηλά ποσοστά αποδοχής της Χαμάς, αλλά και με ένα… πανέξυπνο ερώτημα – κι αυτό copypaste των ανακοινώσεων της κυβέρνησης Νετανιάχου: «Γιατί δεν ανατρέπουν οι Παλαιστίνιοι της Γάζας τη Χαμάς, αν θέλουν να σωθούν;»…
Οι ίδιοι τύποι, λοιπόν, θεωρούν ότι συνιστά… βαρβαρότητα το ενδεχόμενο να αλλάξει ρότα ένα πλοίο ή ακόμη και ν’ αντικρύσουν παλαιστινιακές σημαίες οι τουρίστες από το Ισραήλ. Τι παραπάνω να πεις ή να σχολιάσεις;
Είναι δε υποκριτές με περικεφαλαία (αν και θα τους πήγαινε καλύτερα ένα κράνος των IDF), όταν επικαλούνται την ιδιότητα του άγνωστου τουρίστα ως προσώπου που δεν έχει σχέση με το ισραηλινό κράτος – και ως εκ τούτου άδικα «τιμωρείται». Διότι την ίδια… λύσσα και τους ίδιους αφορισμούς είδαμε κι ακούσαμε εκ μέρους τους όταν, λόγω των αντιδράσεων, ματαιώνονταν ή κατέληγαν σε φιάσκο εκδηλώσεις που είχαν την αιγίδα της ίδιας της ισραηλινής πρεσβείας – σε εκθέσεις βιβλίων ή σχολεία κλπ.
Το πρόβλημά τους δεν έγκειται στην ιδέα ότι είναι αδόκιμοςένας συγκεκριμένος τρόπος, με τον οποίον αποδοκιμάζονται τα εγκλήματα του Ισραήλ. Το πρόβλημά τους είναι αυτή καθ’ εαυτή η αποδοκιμασία. Αλλά, όπως τόνισε στο άρθρο του και ο Γ. Καρελιάς, οι διαμαρτυρίες για αυτά τα εγκλήματα είναι επιβεβλημένες (και) στην Ελλάδα. Και «δεν θα τις καταργήσουμε για χάρη μιας δράκας με αρρωστημένα απωθημένα». Στους ακρο- κεντρώους αναφερόταν.
Κοιτάξτε ποιος μιλάει!
Ένα «επιφανές» μέλος της δράκας των ακρο- κεντρώων, ο Μ. Χρυσοχοΐδης, «πήρε πάνω» του τη χρησιμοποίηση του αντι- ρατσιστικού νόμου ως «μάνικας» που θα ξεπλύνει το Ισραήλ. Το οποίο Ισραήλ – ειρήσθω εν παρόδω, για να μην ξεχνιόμαστε – προ επταετίας διακήρυξε με κάθε επισημότητα την ανισοτιμία των πολιτών που ζουν εντός των σημερινών ορίων του, με το νόμο περί αμιγώς «εβραϊκού έθνους – κράτους». Νόμο «καθοριστικό στα χρονικά του Σιωνισμού», όπως είπε, περιχαρής, ο ίδιος ο Νετανιάχου (Ιούλιος 2018).
Μιλά λοιπόν για ρατσισμό, ποιος; Ο Χρυσοχοΐδης… Ο πολιτικός που ως υπουργός Δημόσιας Τάξης ή Προστασίας του Πολίτη κατάφερε να συνδέσει το όνομά του με κορυφαίες ενέργειες ρατσισμού, τόσο κοινωνικού, όσο και φυλετικού.
Το «ρεσιτάλ» κοινωνικού ρατσισμού – εικάζουμε ότι πολύς κόσμος το θυμάται – δόθηκε τον Απρίλιο 2012. Ήταν η διαπόμπευση – δημοσιοποίηση των στοιχείων των περίπου τριάντα «ιεροδούλων» που είχαν βρεθεί θετικές στον ιό του ΑIDS. Η διαπόμπευση, «έργο» των υπουργών Α. Λοβέρδου (Υγείας) και Χρυσοχοΐδη, βασίστηκε σε υγειονομική διάταξη (την 39Α) που θεμελιωνόταν σε Αναγκαστικό Νόμο του… 1940.
Ο Χρυσοχοΐδης υπερασπίστηκε με μαχητικότητα τη διαπόμπευση, χαρακτηρίζοντας μάλιστα «Φαρισαίους» όσους την επέκριναν. Οι γυναίκες αυτές ταλαιπωρήθηκαν, εξευτελίστηκαν, φυλακίστηκαν, αλλά τα δικαστήρια τις απάλλαξαν από την κατηγορία της πορνείας και τη συνακόλουθη για «βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη» (δηλ. σε βάρος «πελατών»). Άλλωστε οι περισσότερες είχαν συλληφθεί σε στέκια εξαρτημένων ατόμων, όχι σε πιάτσες πορνείας.
Πολύ αργότερα, στις 23 Ιανουαρίου 2024, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου καταδίκασε το ελληνικό κράτος για την αισχρή μεταχείριση των γυναικών εκείνων, κρίνοντας παράνομη την αναγκαστική αιμοληψία, αλλά και πλήρως ασύμβατη προς την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (άρθρο 8) τη δημοσιοποίηση των στοιχείων τους. Επιδίκασε δε αποζημίωση 70.000 ευρώ, για ηθική βλάβη, στις γυναίκες που είχαν προσφύγει. Δέκα από αυτές, πάντως, δεν πρόλαβαν να χαρούν τη δικαίωση. Είχαν ήδη φύγει από τη ζωή.
«Η βλάβη που μας έγινε θα κυνηγάει αιώνια εμάς και τα παιδιά μας», έγραψε σε σημείωμα τον Νοέμβριο του 2014 η Κατερίνα, διαπιστώνοντας ότι ακόμη και η αθώωσή της, τον Απρίλιο του έτους εκείνου, δεν μπορούσε να εξαλείψει το «στίγμα» (το συντηρούσε άλλωστε και το «μιντιακακό σύστημα»). Λίγο αργότερα η Κατερίνα αυτοκτόνησε.
Αυτός ήταν ο «αντι- ρατσιστής» Χρυσοχοΐδης «Νούμερο 2». Για το «Νούμερο 1» θα πρέπει να μεταφερθούμε στον Ιούλιο του 1999.
Τα γεγονότα εν συντομία: Δυο Αλβανοί υπήκοοι που ζούσαν στην Ελλάδα έκαναν το 1999 ισάριθμες λεωφορειοπειρατείες (τέλος Μαϊου η μία, μέσα Ιουλίου η άλλη) αξιώνοντας να αποζημιωθούν για καταγγελθείσες από τους ίδιους αδικίες εκ μέρους εργοδοτών ή αστυνομικών αρχών. Και οι δυο πυροβολήθηκαν και σκοτώθηκαν.
Από την πρώτη λεωφορειοπειρατεία διαμορφώθηκε πολύ βαρύ, για τους Αλβανούς μετανάστες, κλίμα στην Ελλάδα. Και τι αποφάσισε να κάνει ο υπουργός Χρυσοχοΐδης; Να επιβάλλει συλλογική τιμωρία και μάλιστα να τη διαφημίσει ως λύση που θα έφερνε (δική του έκφραση) «την εμπέδωση κλίματος ασφαλείας στην ελληνική κοινωνία».
Έδωσε λοιπόν εντολή και στις αρχές Ιουλίου άρχισε το… κυνήγι: Επί ημέρες η Αστυνομία μάζευε Αλβανούς εργάτες απ’ όπου τους έβρισκε – γιαπιά, εργοτάξια, μποστάνια, μαγαζιά. Μπροστά από τα αστυνομικά τμήματα σχηματίζονταν τεράστιες ανθρώπινες ουρές, εκτεθειμένες επί ατέλειωτες ώρες στο λιοπύρι του κατακαλόκαιρου. Σαν αιχμαλωτισμένος «στρατός».
Υποτίθεται ότι σκοπός της πολυήμερης επιχείρησης ήταν ο μαζικός έλεγχος εγγράφων. Επρόκειτο για πρόσχημα – και μάλιστα διάτρητο, καθόλου πειστικό. Αν αυτός ήταν ο στόχος, τότε κάθε ελεγχθείς θα έφευγε από το τμήμα με μία σχετική βεβαίωση (ένα χαρτί και μία σφραγίδα αρκούσαν), ώστε ο ίδιος να μην προσαχθεί ξανά και οι αστυνομικοί να μην χάνουν το χρόνο τους. Αλλά το ζητούμενο ήταν ακριβώς αυτό: Να «πιάνουν» καθημερινά οι κάμερες όσο το δυνατόν περισσότερους ταλαιπωρημένους και να εκπέμπεται ο μήνυμα «χαρείτε με τη συλλογική τιμωρία των παρακατιανών».
Γι αυτό, όπως κατέγραφαν ρεπορτάζ της εποχής, κάθε φορά που ένας μετανάστης έλεγε στους αστυνομικούς πως τα χαρτιά βρίσκονταν στον τόπο διαμονής του (που ενίοτε απείχε ελάχιστα από το χώρο εργασίας) και τους παρακαλούσε να τον συνοδεύσουν ως εκεί αντί να του στερήσουν ολόκληρο μεροκάματο, εκείνοι αρνούνταν. Σε τελική ανάλυση, τα χαμένα μεροκάματα ήταν σημαντικό στοιχείο της επιδεικτικής τιμωρίας.
Είναι άγνωστο για πόσες ημέρες ακόμη θα διαρκούσε εκείνο το «αριστούργημα», εάν δεν διαμαρτύρονταν και πολλοί εργοδότες επειδή έμεναν καθημερινά χωρίς προσωπικό.
Ο ίδιος ο Χρυσοχοΐδης πάντως κέρδισε τον τίτλο του πρώτου υπουργού της μεταπολιτευτικής Ελλάδας (αν όχι και προγενέστερων καιρών) που «καθιέρωσε» τη σύζευξη ρατσισμού – συλλογικής τιμωρίας, όχι μόνο έμπρακτα, αλλά και με… ιδεολογική αναγωγή. Κι όταν μια κοινωνία βλέπει το κράτος να φέρεται έτσι, φυσικά δεν καταλαγιάζουν εντός της οι «άγριες διαθέσεις», επειδή «κάποιος άλλος», θεσμικά υπεύθυνος, αναλαμβάνει τη δουλειά. Το αντίθετο γίνεται.
Η ρατσιστική συλλογική τιμωρία εκ μέρους του κράτους δεν λειτουργεί ως «βαλβίδα αποφόρτισης», αλλά ως πολλαπλασιαστής ξενοφοβικών αντιλήψεων. Αυτό το επιβεβαίωσαν άφθονα περιστατικά στους μήνες και στα έτη που ακολούθησαν τον… γενναίο «Ιούλιο 1999» του εκλαμπρότατου Χρυσοχοΐδη. Ή «Χρυσοχουντίδη», για να θυμηθούμε το προσωνύμιο που απέκτησε σε πολύ πιο πρόσφατους καιρούς, για αρκετούς λόγους, ένας εκ των οποίων ήταν ότι δεν δίστασε να αντιγράψει νόμο της χούντας (του 1971) προκειμένου να περιορίσει δραστικά το δικαίωμα στη διαδήλωση. Άλλο αν τα προβλεπόμενα στο νόμο του έμειναν, τελικά, κενό γράμμα.
Αυτός ο άνθρωπος, λοιπόν, ανακάλυψε… ρατσισμό σε εκδηλώσεις υπέρ των Παλαιστινίων! «Το κακό με τις λέξεις είναι ότι δεν ξέρεις από τι στόματα έχουν περάσει», σημείωσε κάποτε ο Βρετανός σεναριογράφος – δημοσιογράφος, Ντένις Πότερ (1935 – 1994). Υπάρχει όμως και μεγαλύτερο κακό: Να ακούς συγκεκριμένες λέξεις, από συγκεκριμένα στόματα και να παλεύεις να τιθασεύσεις τα συμπτώματα της αηδίας που σου προκαλούν.