Όλη η «παρέα» ήταν εκεί. Η υπουργός Εργασίας Ν. Κεραμέως μαζί με τους «κοινωνικούς εταίρους» με προεξάρχοντα τον Γιάννη Παναγόπουλο της ΓΣΕΕ, τους εκπροσώπους του ΣΕΒ, ΓΣΕΒΕΕ, ΕΣΕΕ, ΣΕΤΕ και ΣΒΕ εξήγγειλαν την επαναφορά των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας (ΣΣΕ). Κεραμέως και Παναγόπουλος πήραν σβάρνα τα κανάλια από το πρωί για να μας πείσουν για την «ιστορική» συμφωνία που επιτεύχθηκε. Με αβανταδόρους τους μεγαλοδημοσιογράφους των καναλιών και διάφορους αναλυτές με έτοιμα τα πινακάκια για το πόσα παραπάνω θα πάρουν οι εργαζόμενοι.
Ανάμεσα σε φιλοφρονήσεις για το εταιρικό πνεύμα ο πρόεδρος του ΣΕΒ Σπύρος Θεοδωρόπουλος, υπογράμμισε πως «μόνο εξ όψεως εργαζόμενοι και εργοδότες έχουν αντίθετα συμφέροντα». Επισημαίνοντας παράλληλα πως μια από τις αιτίες της κρίσης είναι ότι «συμφωνούνταν αυξήσεις οι οποίες δεν έδιναν τη σημασία που έπρεπε σε παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα». Ενώ ο πρόεδρος της ΓΣΣΕ ούτε λίγο ούτε πολύ ζήτησε να υπάρξει ένα είδος «κοινωνικού συμβολαίου» με εργοδότες και εργοδοσία που τελικά όμως βολεύτηκε με την συμφωνία αφού του δίνουν κυβέρνηση και εργοδότες την δυνατότητα η ΓΣΕΕ να παίζει ρόλο στην υπογραφή συλλογικών συμβάσεων.
Από κοντά και ο Μητσοτάκης που θριαμβολογεί για την «κοινωνική συνοχή» ανάμεσα σε εργαζομένους και εργοδότες σημείωνε στην εκδήλωση του υπουργείου Τουρισμού “Ο τουρισμός αλλάζει, η Ελλάδα πρωταγωνιστεί”: «Νομίζω είναι πράγματι εντυπωσιακό -ας το κρατήσουμε αυτό-, για πρώτη φορά είδαμε υπουργό μίας κεντροδεξιάς παράταξης να κάθεται ανάμεσα στον πρόεδρο της ΓΣΕΕ και τον πρόεδρο του ΣΕΒ, συνεπικουρούμενη και από τους άλλους κοινωνικούς εταίρους, να συνεργάζονται, να συμφωνούν εργαζόμενοι και εργοδότες και να καταλήγουν σε μία συμφωνία, η οποία υπερβαίνει και τους τελευταίους μνημονιακούς περιορισμούς, επαναφέροντας την πλήρη μετενέργεια. Κυρίως, όμως, υπηρετώντας από κοινού την κοινωνική συνοχή. Νομίζω ότι αυτή η εικόνα, την οποία είδαμε σήμερα, τα λέει τελικά όλα για την κυβέρνησή μας».
Οποιαδήποτε ομοιότητα με αυτούς που πριν λίγο καιρό επέβαλαν το 13ωρο, που σφαγίασαν τους μισθούς και τα δικαιώματα των εργαζομένων με τους μνημονιακούς νόμους είναι τελείως συμπτωματική.
Όπως οι δολοφόνοι που ξαναγυρνούν στον τόπο του εγκλήματος έτσι και η κυβέρνηση μαζί με τους λεγόμενους κοινωνικούς εταίρους με το νομοσχέδιο αυτό επιδιώκουν να κάνουν πιο αποτελεσματικούς τους μνημονιακούς νόμους που εμποδίζουν τα σωματεία και τις ομοσπονδίες να έχουν Συλλογικές Συμβάσεις οι οποίες θα κατοχυρώνουν τις σύγχρονες ανάγκες και τα δικαιώματα των εργαζομένων και θα πετυχαίνουν πραγματικές αυξήσεις χωρίς «κόφτες», αλγόριθμους και τα διάφορα «δύναται».
Η υπουργός Εργασίας κομπάζει ότι η Συμφωνία δίνει στις επιχειρήσεις «περιβάλλον με ξεκάθαρους κανόνες, δίχως συνεχείς ή ανοιχτές διαπραγματεύσεις». Και ότι οι εργαζόμενοι θα πετύχουν « αύξηση μισθών και παροχών, σταθερό, ασφαλές και προβλέψιμο εργασιακό περιβάλλον, λιγότερο άγχος», Όλα αυτά είναι τόσο γελοία που ξεπερνούν ακόμα και τις γελοιότητες ότι οι εργαζόμενοι ζήτησαν το «φιλεργατικό» 13ωρο.
Η κυβέρνηση θα φέρει στην βουλή το νομοσχέδιο για τις ΣΣΕ στις αρχές του 2026 επικαλούμενη την Οδηγία 2022/2041 της ΕΕ. Με τον ψευδεπίγραφο τίτλο «μέσο ενίσχυσης της συλλογικής διαπραγμάτευσης». Η αλήθεια είναι πως καμιά υποχρέωση υπογραφής ΣΣΕ δεν θεσπίζει η συγκεκριμένη Οδηγία, ούτε για τα κράτη μέλη ούτε για την εργοδοσία. Το μόνο που κάνει είναι να καλεί τις κυβερνήσεις να επεξεργάζονται «σχέδια δράσης» που να προβλέπουν ότι θα μπορεί κάποια στιγμή, το 80% των εργαζομένων να καλύπτεται από κάποια ΣΣΕ. Μάλιστα, η ίδια η ΕΕ ορίζει ρητά ότι «καμιά διάταξη της Οδηγίας δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι επιβάλλει υποχρέωση σε κανένα κράτος – μέλος να καταστήσει καθολικά εφαρμόσιμη κάθε Συλλογική Σύμβαση».
Μέχρι τότε τα στοιχεία θα λένε πως οι υπάρχουσες ΣΣΕ καλύπτουν λιγότερο από το 20% των μισθωτών. Πως το 2024 έχουν υπογραφεί μόλις 8 εθνικές κλαδικές ή ομοιοεπαγγελματικές Συμβάσεις, εκ των οποίων μόνο οι 2 έχουν γίνει υποχρεωτικές, γιατί στα κριτήρια υποχρεωτικότητας των ΣΣΕ εξακολουθούν να ισχύουν οι μνημονιακοί νόμοι για τον ανταγωνισμό και την κερδοφορία των επιχειρήσεων.
Ο σφαγιασμός των μισθών ξεκίνησε το 2012, με την τότε Υπουργική Απόφαση που επέβαλλε μια τεράστια μείωση στον κατώτατο μισθό κατά 22%. Από τότε μέχρι σήμερα, παρά τις ονομαστικές αυξήσεις, ο πραγματικός κατώτατος μισθός διαμορφώθηκε στα 731 ευρώ το 2025, φτάνοντας ύστερα από 14 ολόκληρα χρόνια στα επίπεδα του πραγματικού κατώτατου μισθού του 2011, των 732 ευρώ. Παράλληλα, εξακολουθεί να είναι μειωμένος ο μέσος μισθός σε ονομαστικές τιμές κατά 7,22% και σε πραγματικές κατά 21%, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του ΕΦΚΑ για τον Μάρτιο των ετών 2025 και 2011.

Συμπερασματικά, οι νόμοι για τον κατώτατο μισθό σε συνδυασμό με το ξήλωμα των ΣΣΕ οδήγησαν σε γενική συμπίεση όλων των μισθών, έτσι που όλο και περισσότερο οι αμοιβές συγκλίνουν στα κατώτατα όρια. Δηλαδή ο κατώτατος μισθός, αντί να αποτελεί ένα ελάχιστο όριο αμοιβής για όσους προσλαμβάνονται για πρώτη φορά που δεν καλύπτονται από κάποια Σύμβαση, έχει μετατραπεί σε εργαλείο γενικής πίεσης όλων των μισθών προς τα κάτω. Αυτός είναι ο λόγος που η κυβέρνηση εξακολουθεί να κρατά στα χέρια της το χαρτί του καθορισμού του κατωτάτου μισθού από την ίδια και εχει σαν αποτέλεσμα η χώρα μας κατατάσσεται στην προτελευταία θέση στην Ευρώπη.

Θα υπάρξουν αυξήσεις μέσω της επέκτασης των ΣΣΕ λέει η Υπουργός, μειώνοντας το ποσοτικό κριτήριο του 50% στο 40%. Δηλαδή η επέκταση μιας ΣΣΕ θα χρειάζεται να υπογράφεται από την εργοδοτική οργάνωση που τα μέλη της απασχολούν το 40% των εργαζομένων του κλάδου ή του επαγγέλματος, και όχι το 50% όπως ισχύει μέχρι τώρα. Με λίγα λόγια διατηρεί όλο το αντεργατικό πλαίσιο της απαγόρευσης κάνοντας ένα μικρό σκόντο κατά 10% κρατώντας το κύριο κορμό των μνημονιακών νόμων των Αχτσιόγλου – Βρούτση που είναι η αποφυγή της εφαρμογής μιας ΣΣΕ. Επιπλέον όταν ακόμα και με το 50% της κάλυψης οι εργοδότες αποχωρούσαν από τις εργοδοτικές ενώσεις και έτσι ακύρωναν στην πράξη τη δυνατότητα εφαρμογής της Συλλογικής Σύμβασης, υπάρχει άραγε καμιά εγγύηση ότι δεν θα το κάνουν και τώρα;
Αυτό το κριτήριο θα μπορεί να ξεπεραστεί λέει η Κεραμέως μόνο αν εμπλακεί η ΓΣΣΕ. Αν δηλαδή η ΓΣΕΕ διαπραγματευτεί με την εργοδοσία εξ ονόματος κάποιου κλάδου. Με αυτόν τον τρόπο κυβέρνηση και εργοδοσία αναθέτουν στους ξεπουλημένους γραφειοκράτες να γίνουν και επίσημα οι νεκροθάφτες των εργασιακών δικαιωμάτων αφού μπορεί να έχει ρόλο στη σύναψη ή στη συνυπογραφή κλαδικών ή ομοιεπαγγελματικών Συμβάσεων. Εξ άλλου οι εργατοπατέρες της ΓΣΣΕ έχουν δώσει δείγματα γραφής όταν υπέγραφαν συμβάσεις που πρόβλεπαν 16ωρα και τα 7ήμερα στον Τουρισμό στην Ρόδο και στο Ηράκλειο, τα οποία έφερνε ως παράδειγμα η Κεραμέως όταν ψήφιζαν το 13ωρο.
Κατά τα άλλα ισχύει η μνημονιακή διάταξη που δεν επιτρέπει την μονομερή προσφυγή των συνδικάτων στον ΟΜΕΔ. Αλλά και για αυτό η υπουργός έχει την λύση και αυτή είναι η «επιτάχυνση των διαδικασιών». Δηλαδή, η παραπομπή σε μια τριμελή επιτροπή τεχνοκρατών που διορίζεται από την κυβέρνηση και αν κάτσει και καμιά στραβή και ξεφύγει καμία σύμβαση, διατηρείται το δικαίωμα της εργοδοσίας για δικαστική προσβολή της απόφασης του ΟΜΕΔ όταν αυτή δεν τη βολεύει.
Για τη μετενέργεια των ΣΣΕ προβλέπεται τρίμηνη παράταση μετά τη χρονική λήξη της. Μετά και την πάροδο του τριμήνου οι όροι της Σύμβασης συνεχίζουν να ισχύουν για όσους μισθωτούς ήδη εργάζονταν ή και όσους προσληφθούν κατά την τρίμηνη παράτασή της. Από τη διατύπωση αυτή προκύπτει ότι οι όροι της Σύμβασης δεν θα ισχύουν για όσους εργαζόμενους προσλαμβάνονται μετά τη λήξη της παράτασης αλλά θα εργάζονται με βάση μια ατομική σύμβαση.
Και αυτή η νομοθετική ρύθμιση της κυβέρνησης όπως και το 13ωρο είναι κομμένη και ραμμένη στα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου. Στοχεύει στο να ελέγξουν ακόμα πιο αποτελεσματικά τους μισθούς με βασικά κριτήρια την ανταγωνιστικότητα και την παραγωγικότητα της εργασίας για μεγαλύτερη κερδοφορία. Ο βασικός τους στόχος είναι η γενική συμπίεση όλων των μισθών στα κατώτατα όρια, με «κόφτες» που θα διαρκούν στο διηνεκές.

