Το άρθρο αυτό ασχολείται με την αντίκρουση της επιχειρηματολογίας που έχουν αρθρώσει στελέχη της κυβέρνησης Σύριζα επιχειρώντας να δικαιολογήσουν την μη εφαρμογή της λαϊκής εντολής που είχαν για την κατάργηση των μνημονιακών πολιτικών. Πριν περάσω όμως σε αυτό, κρίνω αναγκαίο να κάνω μια διευκρίνηση. Η κριτική που θα ασκηθεί στον Σύριζα έχει ως αφετηρία το συγκεκριμένο κόμμα είχε τη βασική ευθύνη για τη διαμόρφωση των εξελίξεων εκείνης της περιόδου. Υπάρχει όμως και μία άλλη διάσταση, υποτελής μεν-υπαρκτή δε, και αφορά την αδυναμία της σύνολης κομμουνιστικής αριστεράς να μπορέσει να αντιπροσωπεύσει όλα εκείνα τα στρώματα που αισθάνθηκαν να «χάνουν τον κόσμο κάτω από τα πόδια τους» όταν οριστικοποιήθηκε η συμφωνία με την Τρόικα. Αλλά με αυτό το ζήτημα θα ασχοληθώ σε επόμενο άρθρο.
Ξαναγυρίζοντας στο Σύριζα και στα γεγονότα του 2015 τα επιχειρήματα που έχουν αναπτυχθεί από τα τότε στελέχη του είναι πως ναι μεν δεν καταφέραμε να καταργήσουμε τα μνημόνια αλλά: α) δείξαμε πως η αριστερά δε φυγομαχεί και αναλαμβάνει την ευθύνη της διακυβέρνησης της χώρας σε δύσκολες συνθήκες, αλλιώς υπήρχε το ενδεχόμενο εκτροπής σε αντιδημοκρατικές κατευθύνσεις (Γ. Δραγασάκης ΕΦΣΥΝ 25-26/1/25). β) το χρέος ρυθμίστηκε, αμβλύνθηκαν οι ανισότητες και η φτώχεια , ενισχύθηκε η δημόσια υγεία, πραγματοποιήθηκε η κατάργηση του υποκατώτατου μισθού (Δ. Καλαματιανός ΕΦΣΥΝ 25-26/1/25) γ) κατορθώσαμε να βγάλουμε όρθια τη χώρα από τα μνημόνια δ) μία έξοδος από το ευρώ θα έφερνε μεγάλη υποτίμηση της τάξης 25% του ΑΕΠ (Τσακαλώτος 29/6/24) ε) Η πολιτική του Σύριζα επιδοκιμάστηκε με την εκλογική του νίκη το Σεπτέμβριο του 2015 (Τσακαλώτος 29/6/24).
Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά.
Στην πραγματικότητα αυτό έκανε ο Σύριζα ήταν ακριβώς πως φυγομάχησε. Δεν έδωσε καμία μάχη αποδεχόμενος τις απαιτήσεις τις Τρόικα (προφανώς δεν τις δέχτηκε όλες, αλλά αυτό ισχύει και για τις προηγούμενες κυβερνήσεις). Και επειδή, σκοπίμως, αποφεύγεται η αναφορά στο περιεχόμενο του τρίτου μνημονίου καλό είναι να κάνουμε μια πολύ σύντομη παρουσίαση: α) Δημιουργία του Υπερταμείου και δέσμευση σε αυτό της περιουσίας του ελληνικού δημοσίου για 99 χρόνια με αποτέλεσμα την πώληση των ΟΛΠ και ΟΛΘ και των περιφερειακών αεροδρομίων β) αύξηση του ΦΠΑ από το 13% στο 24% σε μεγάλο αριθμό προϊόντων, κατάργηση μιας σειράς φοροαπαλλαγών, γ) διπλασιασμός της προκαταβολής του φόρου για το επόμενο έτος, και μείωση του αφορολόγητου από 8660 ευρώ σε 5000 ευρώ. δ) σε επίπεδο εργασιακών σχέσεων απελευθερώθηκε η εργασία της Κυριακής για έξι μήνες το χρόνο σε μεγάλες περιοχές της χώρας που θεωρούνται τουριστικού ενδιαφέροντος, διευκολύνθηκαν οι ομαδικές απολύσεις με την κατάργηση του βέτο του Υπουργείου Εργασίας, αποφασίστηκε ότι προηγούνται οι απαιτήσεις των τραπεζών από εκείνες των εργαζομένων για καταβολή δεδουλευμένων και αποζημιώσεων απόλυσης σε περίπτωση εκκαθάρισης των επιχειρήσεων που έχουν οδηγηθεί σε πτώχευση.
Κι όλα αυτά σε συνδυασμό με όλα προηγούμενα «ανδραγαθήματα» των δύο πρώτων μνημονίων: κατάργηση 13ου και 14ου μισθού στο Δημόσιο καθώς και 13ης και 14ης σύνταξης, κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων, επιβολή ΕΝΦΙΑ αλλά και εισφορά αλληλεγγύης, άρση της μονιμότητας στις ΔΕΚΟ, δραστικός περιορισμός των προσλήψεων στο Δημόσιο, αύξηση των συνταξιοδοτικών ορίων κ.α. Όλο αυτό το συνονθύλευμα δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως αντάξιο μιας αριστερής κυβέρνησης, μάλλον το αντίθετο.
Σε σχέση με τα «επιτεύγματα» του Σύριζα θα πρέπει αναφερθεί πως το δημόσιο χρέος συνέχισε να είναι το πιο μεγάλο στην Ευρώπη, και δεύτερο στον κόσμο, υπερβαίνοντας σταθερά από το 2013 το 175%. Αντίστοιχα ο δείκτης υλικής αποστέρησης θα μειωθεί ελάχιστα από το 30% στο 27% ενώ το επιχείρημα περί μείωσης των κοινωνικών ανισοτήτων απλώς επιβεβαιώνει τη μείωση των εισοδημάτων του μεγαλύτερου μέρους τους πληθυσμού προς τα κάτω. Διαφορετικά ειπωμένο το γεγονός πως τα πιο φτωχά στρώματα υπέστησαν, αναλογικά, μικρότερες περικοπές από τα αμέσως επόμενα λαϊκά και μεσαία στρώματα δε λύνει το πρόβλημα αλλά, αντίθετα, το διευρύνει.
Δεν αμφισβητείται πως γι’ αυτά τα πολύ φτωχά στρώματα υπήρξαν ορισμένες ελαφρύνσεις: νοσοκομειακή περίθαλψη για τους ανασφάλιστους, κατάργηση του υποκατώτατου μισθού, ωστόσο ούτε αυτά τα στρώματα περίμεναν όλο κι όλο αυτά από μία αριστερή κυβέρνηση, ενώ για τη μεγάλη πλειοψηφία το καθεστώς οικονομικής καταστροφής συνεχίστηκε.
Το επόμενο επιχείρημα, ιδιαίτερα δημοφιλές και στους κύκλους της Νέας Αριστεράς, σχετικά με το τέλος των μνημονίων και την αποκατάσταση της θέσης της χώρας, επίσης είναι ιδιαίτερα έωλο. Καταρχάς το τρίτο μνημόνιο ολοκληρώθηκε, μέσω της επιβολής όλων των μέτρων που προαναφέρθηκαν, και φυσικά δεν μπορεί να περιμένει κανείς πως θα δίνονταν, έστω και με αυτούς τους επαχθείς όρους, κι άλλα δάνεια στην Ελλάδα από την ΕΕ, πέραν των 310 δισεκατομμυρίων που είχαν ήδη δοθεί. Από εκεί και πέρα η εποπτεία ενισχυμένης μορφής από τη τρόικα συνεχίστηκε μέχρι το 2022 ενώ η «κανονική» εποπτεία θα συνεχιστεί για αρκετές δεκαετίες ακόμα μέχρι να αποπληρωθούν τα ¾ των δανείων. Ταυτόχρονα υπάρχει η λειτουργία του υπερταμείου μέχρι το 2114.
Κατά συνέπεια για ποια ανεξαρτησία κινήσεων γίνεται λόγος; Το πιο σημαντικό όμως είναι πως το 2018 η Ελλάδα είχε πια μετατραπεί σε μία ταπεινωμένη και φτωχοποιημένη χώρα. Ταπεινωμένη γιατί ενώ αποτελούσε το κέντρο των ενδιαφέροντος για τα ριζοσπαστικά κινήματα σε ολόκληρο τον κόσμο, η θλιβερή υποχώρηση, χωρίς καν μάχη, απογοήτευσε και ενίσχυσε την αντίληψη πως δεν υπάρχει εναλλακτική. Φτωχοποιημένη γιατί βρέθηκε να είναι η χώρα με τον πιο χαμηλή δείκτη δυνατότητας καταναλωτικών δαπανών σε ολόκληρη την ΕΕ, δηλαδή η χώρα με τους πιο φτωχούς κατοίκους.
Μετά υπάρχει ο ισχυρισμός πως οποιαδήποτε άλλη λύση θα ήταν χειρότερη. Καταρχάς το μεγαλύτερο ολίσθημα του Σύριζα ήταν πως από το 2012 που έγινε εμφανές το ενδεχόμενο να κυβερνήσει την χώρα δεν εκπονήθηκε ένα σχέδιο για το ενδεχόμενο ρήξης με τους δανειστές. Όλα είχαν εναποτεθεί στις διαπραγματεύσεις με τα γνωστά αποτελέσματα και αγνοώντας προτάσεις, με χαρακτηριστικότερη αυτή του Κ. Λαπαβίτσα, για διαμόρφωση συνολικού εναλλακτικού προγράμματος. Έπειτα ακόμα και στο παρά ένα υπήρχαν δυνατότητες αφού η χώρα είχε για αρκετούς μήνες επάρκεια φαρμάκων, τροφίμων και καυσίμων (Βαλαβάνη Εποχή 20/1/25) ενώ υπήρχε και το όπλο του κουρέματος ομολόγων συνολικής αξίας 50 δις (Βαρουφάκης ΕΦΣΥΝ 25-26/1/25).
Η υποτίμηση του νομίσματος που θα ακολουθούσε τη ρήξη θα έδινε τη δυνατότητα, εντασσόμενη φυσικά σε ένα διαφορετικό πλαίσιο οργάνωσης της οικονομίας με αποφασιστική ενίσχυση του ρόλου των δημόσιων επιχειρήσεων και συμμετοχή των εργαζομένων και των λαϊκών φορέων στη χάραξη της στρατηγικής τους, για γοργή επανάκαμψη. Κάτι τέτοιο όμως για να αποδώσει χρειαζόταν ένα συνολικό σχεδιασμό που θα αφορούσε από τους παραγωγικούς τομείς που θα είχαν προτεραιότητα μέχρι τις χώρες με τις οποίες θα αναπτύσσονταν συναλλαγές.
Τελευταίο αλλά καθόλου έσχατο. Στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015 ο Σύριζα πήρε μεν 35,5% αλλά έχασε και 320.000 ψηφοφόρους, ενώ στις εκλογές του 2019 έχασε άλλες 125.000 ψήφους. Οι ψήφοι αυτοί στην πρώτη περίπτωση οφείλονται στην ελπίδα που, ένας, ζαλισμένος από τις εξελίξεις, λαός είχε, πως δεν ήταν δυνατόν να ακολουθήσει άλλη μια μνημονιακή περίοδος αντίστοιχη με τις προηγούμενες. Στη δεύτερη περίπτωση ο Σύριζα ψηφίστηκε λόγω του φόβου που είχε αναπτυχθεί απέναντι στη διαγραφόμενη νίκη Μητσοτάκη. Σε καμία περίπτωση πάντως, πέραν από τις αυξανόμενες απώλειες, δεν δόθηκε κάποιου είδους θετική ψήφος επιδοκιμασίας (κι αυτό άσχετα από την αδυναμία της κομμουνιστικής αριστεράς να εκφράσει αυτό τον κόσμο). Η απουσία οικοδόμησης σταθερών σχέσεων αντιπροσώπευσης φάνηκε από την εκλογική κατάρρευση του Σύριζα από το 2023 κα μετά
Εν κατακλείδι, το 2015 σηματοδότησε μια μεγάλη ήττα της διαχειριστικής στρατηγικής του Σύριζα, η οποία είχε σοβαρές επιπτώσεις όχι μόνο στο εσωτερικό της Ελλάδας αλλά και διεθνώς, για όλους εκείνους που είχαν πιστέψει πως μπορεί να υπάρξει μια διαφορετική πορεία πέραν από την ΤΙΝΑ. Παράλληλα υπήρχε μια ασυγχώρητη βεβαιότητα πως οι διαπραγματεύσεις θα φέρουν θετικό αποτέλεσμα, παραγνωρίζοντας την ταξική κυνικότητα η οποία χαρακτηρίζει την ΕΕ και το ΔΝΤ. Έτσι διατυπώνονται όλες αυτές τις θριαμβολογίες χωρίς να προκύπτει κανένα συμπέρασμα για το βαθιά αντιδραστικό ρόλο της ΕΕ και της ΟΝΕ, από όπου προέκυψαν και οι εκβιαστικές πιέσεις, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το γεγονός πως σε μία ανάλογη περίπτωση θα ασκηθούν ακριβώς οι ίδιες πολιτικές και εκβιασμοί. Ωστόσο η στάση αυτής της τότε ηγεσίας του Σύριζα δεν θα πρέπει να προκαλεί εντύπωση. Η ευρωλαγνεία ήταν χαραγμένη στο πολιτική dna της λεγόμενης ανανεωτικής αριστεράς από τη δημιουργία της, και είναι συνυπεύθυνη για τα αδιέξοδα στα οποία οδηγήθηκε ο ελληνικός λαός.